Μετά τη σταδιακή μείωση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων και την επιβράδυνση του πληθωρισμού από τα τελευταίο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, καθώς και την ανθεκτικότητα που επέδειξαν οι περισσότερες οικονομίες παγκοσμίως, οι δυσμενείς προβλέψεις σχετικά με την ανάπτυξη των οικονομιών το 2023 άρχισαν να αναθεωρούνται θετικά, ενώ ο κίνδυνος της ύφεσης στην Ευρωζώνη έχει πλέον απομακρυνθεί.

Ωστόσο, όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ στην πρόσφατη τριμηνιαία έκθεση για την ελληνική οικονομία, η συνέχιση του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, σε συνδυασμό με την αργή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και τις πιθανές διαταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές, διατηρούν την αβεβαιότητα και αναμένεται να αποτελέσουν τους πλέον καθοριστικούς παράγοντες των οικονομικών μεγεθών κατά το 2023.

Το ΙΟΒΕ εκτιμά μια σαφώς βραδύτερη ανάπτυξη κατά 2,4% το 2023 έναντι του προηγούμενου έτους, με μικρή αρνητική προοπτική, λόγω των πολλών κινδύνων που έχουν συσσωρευτεί, με κυριότερους την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και τη διατήρηση του πληθωρισμού και της αβεβαιότητας, καθώς και συνυπολογίζοντας την επίδραση της υψηλότερης βάσης του 2022.

Στους παράγοντες των οποίων οι μεταβολές επηρεάζουν τις μακροοικονομικές προβλέψεις, περιλαμβάνονται οι εξής:

Κίνδυνοι

• Καθυστέρηση στον σχηματισμό κυβέρνησης.
• Επιδείνωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
• Επίμονος πληθωρισμός σε αγαθά πρώτης ανάγκης, όπως τρόφιμα.
• Κίνδυνος για νέο γύρο ανόδου διεθνών τιμών ενεργειακών αγαθών προς τα τέλη του 2023.
• Αστάθεια στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
• Σταδιακά σφιχτότερο δημοσιονομικό πλαίσιο.
• Καθυστέρηση απόκτησης επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα πέρα από το 2023.
• Καθυστέρηση στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων του Σχεδίου «Ελλάδα 2.0», καθώς και στην απορρόφηση των πόρων του δανειακού σκέλους.
• Κίνδυνος για νέα έξαρση ληξιπρόθεσμων οφειλών και ΜΕΔ, λόγω ανόδου επιτοκίων και κόστους διαβίωσης.

Θετικές προοπτικές

• Τα δημόσια έσοδα αυξάνονται σημαντικά σε ονομαστικούς όρους, ενώ το δημόσιο χρέος μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ.
• Η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας δύναται να «ξεκλειδώσει» διεθνή κεφάλαια για περαιτέρω παραγωγικές επενδύσεις.
• Διατήρηση ενισχυμένης εξωστρέφειας της οικονομίας, με σταδιακή βελτίωση του εξωτερικού ισοζυγίου.

• Η προγραμματική συμφωνία για μεταρρυθμίσεις με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα 4-ετίας 2023-2027, που θα προκύψει από μια νέα κυβερνητική πλειοψηφία.
• Η συζήτηση για ένα νέο πλαίσιο δημοσιονομικών κανόνων στην ΕΕ καθώς και η έγκαιρη αξιοποίηση νέων χρηματοδοτικών εργαλείων όπως μέσω του REPowerEU.
• Η μείωση των ΜΕΔ σε επίπεδο οικονομίας, με αποτελεσματικότερη κατανομή των πόρων και σταδιακή επανένταξη των «εξυγιασμένων» πρώην ΜΕΔ στο τραπεζικό σύστημα.

Degrowth: Μία επικίνδυνη ιδέα ή απάντηση στην κρίση;

Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως το 2023

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία, μετά την ισχυρή ανάπτυξη που κατέγραψε με τη λήξη της πανδημίας, βρίσκεται πάλι σε ένα επικίνδυνο πεδίο που καθορίζεται κυρίως από τον υψηλό πληθωρισμό και την απότομη αλλαγή στη νομισματική πολιτική, η οποία προκαλεί έντονη αύξηση στο κόστος χρηματοδότησης.

Σημαντική πτωτική τάση παρουσίασε ο ρυθμός μεγέθυνσης των περισσότερων οικονομιών παγκοσμίως τα διαδοχικά τρίμηνα του προηγούμενου έτους, με τις οικονομίες των χωρών του ΟΟΣΑ να αναπτύσσονται με ετήσιο ρυθμό 1,4% το τέταρτο τρίμηνο του 2022 (έναντι 2,6% στο προηγούμενο τρίμηνο).

Επίσης, οι πλέον αναπτυγμένες οικονομίες (G7) στο ίδιο τρίμηνο να αναπτύσσονται με ετήσιο ρυθμό 0,9% (έναντι 1,9% στο προηγούμενο τρίμηνο), ενώ η οικονομία της Ευρωζώνης να αναπτύσσεται με ρυθμό 1,8% το τέταρτο τρίμηνο του 2022 (έναντι 2,4% το προηγούμενο τρίμηνο).

Συνολικά ο ρυθμός μεταβολής του παγκόσμιου ΑΕΠ το περασμένο έτος εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε σε 3,2%.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις των διεθνών οργανισμών για το 2023, οι περισσότερες οικονομίες παγκοσμίως θα συνεχίσουν να καταγράφουν θετικούς, ωστόσο μικρότερους σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ρυθμούς μεγέθυνσης, πλήττοντας έτσι τη δική μας οικονομία σε κρίσιμες πλευρές όπως οι εξαγωγές και οι επενδύσεις.

Συγκεκριμένα, για το 2023 ο ΟΟΣΑ προβλέπει ανάπτυξη για την παγκόσμια οικονομία της τάξης του 2,6%, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει για την Ευρωζώνη οριακή μεγέθυνση κατά 0,8%. Από την άλλη πλευρά, ενίσχυση του ρυθμού μεγέθυνσής τους αναμένεται να καταγράψουν οι οικονομίες των ΗΠΑ, της Ινδίας και της Κίνας.

Αντιμέτωπη με τσουνάμι χρέους η Δύση - Έφτασε η «μητέρα όλων των κρίσεων»

Το “αγκάθι” του πληθωρισμού

Στις θετικές εξελίξεις το ΙΟΒΕ καταγράφει το γεγονός ότι ο εγχώριος πληθωρισμός συνέχισε τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους την καθοδική του πορεία, για πέμπτο μήνα στη σειρά, αμβλύνοντας τη διάβρωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.

Ωστόσο, καθώς οι διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς και η ισχυρή ζήτηση, εν μέσω της αύξησης της απασχόλησης και της δημοσιονομικής στήριξης, συνεχίζονται η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού αναμένεται να είναι αργή.

Μετά τον υψηλό 27ετίας ρυθμό μεταβολής του εγχώριου ΔΤΚ, που άγγιξε το 9,6% το 2022, το α΄ δίμηνο του 2023 διαμορφώθηκε στο 6,6%, με τον ΕνΔΤΚ να διαμορφώνεται στο 6,9%, σημαντικά χαμηλότερος από του μ.ό. της ΕΖ (8,6%), λόγω κυρίως των εκτεταμένων μέτρων συγκράτησης τιμών και της χαμηλότερης εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από το φυσικό αέριο.

Σε ό,τι αφορά τις συνιστώσες του ΕνΔΤΚ το 2023, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως η ετήσια άνοδός του οφείλεται κυρίως στη θετική επίδραση της εγχώριας ζήτησης (η ποσοστιαία μεταβολή του δείκτη με σταθερούς φόρους και χωρίς τα ενεργειακά αγαθά να διαμορφώθηκε στο 8,2% το α΄ δίμηνο του 2023), καθώς τη μεγαλύτερη συμβολή στον ετήσιο πληθωρισμού έχουν τρεις μόνο κατηγορίες μη ενεργειακών αγαθών και υπηρεσιών: διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, ξενοδοχεία-καφέ-εστιατόρια και μεταφορές.

Επίσης, η αύξηση του κατώτατου μισθού και των επιδομάτων ανεργίας, η συνέχιση των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης των νοικοκυριών (π.χ. τα μέτρα στήριξης του εισοδήματος «ευάλωτων» κοινωνικών ομάδων, η κάρτα αγορά (Market pass), το καλάθι του νοικοκυριού κ.λ.π.), καθώς και των επιχειρήσεων για το μετριασμό του ενεργειακού κόστους, αναμένεται να τονώσουν το διαθέσιμο εισόδημα, μειώνοντας την ελαστικότητα της ζήτησης στις τιμές.

Τέλος, η ανοδική τάση των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών καθώς ανακάμπτει η κατανάλωση υποδηλώνει επίσης τη μικρή δυνατότητα έγκαιρης ανταπόκρισης της παραγωγής και χαμηλή ένταση ανταγωνισμού.

ΕΡΧΕΤΑΙ η Επενδυτική βαθμίδα - Προεκλογικό δώρο από την S&P στις 21 Απριλίου

Οι συνέπειες της αύξησης των επιτοκίων

Απόρροια του επίμονου πληθωρισμού, είναι η περιοριστική νομισματική πολιτική. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, μετά από την πολιτική διοχέτευσης ρευστότητας σε εξαιρετικά μεγάλη διάρκεια, κλίμακα και εύρος από τις κεντρικές τράπεζες πριν, αλλά ιδίως κατά τη διάρκεια της πανδημίας, συσσωρεύτηκαν ανισορροπίες που ήταν αναμενόμενο ότι θα κατέληγαν σε κάποιον πληθωρισμό.

Με τον πληθωρισμό να παραμένει αρκετά υψηλότερα του μακροπρόθεσμου στόχου του 2%, καθώς και την ανοδική μετατόπιση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό, οι περισσότερες Κεντρικές Τράπεζες συνεχίζουν την περιοριστική νομισματική πολιτική τους, η οποία ξεκίνησε από τα μέσα του προηγούμενου έτους.

Στην Ευρωζώνη, η ΕΚΤ προέβη ήδη σε δύο αναθεωρήσεις επιτοκίων μέσα στο 2023, αυξάνοντας συνολικά τα βασικά επιτόκια κατά 100 μονάδες βάσης. Στην τελευταία ανακοίνωσή του το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει υψηλός για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς ακόμα και αν εξαιρεθούν οι τιμές της ενέργειας και των τροφίμων ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης θα συνεχίσει να αυξάνεται και αναμένεται να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 4,6% το 2023, ποσοστό υψηλότερο από αυτό που προβλεπόταν στις εκτιμήσεις του Δεκεμβρίου.

Η συνεχής άνοδος των βασικών επιτοκίων αυξάνει σημαντικά το κόστος νέου δανεισμού, καθώς και το κόστος εξυπηρέτησης των υπαρχουσών δανειακών υποχρεώσεων, όλων των οικονομικών παραγόντων: νοικοκυριών, επιχειρήσεων και κράτους. Επιπλέον, ενώ η άνοδος των βασικών επιτοκίων φαίνεται ήδη να έχει ενσωματωθεί, έστω και εν μέρει, στα επιτόκια δανεισμού, τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν σχετικά χαμηλά, με την ΕΚΤ να παρατηρεί σημαντικές εκροές καταθέσεων από τις ευρωπαϊκές τράπεζες.

Έρχεται «καταιγίδα προσφοράς» στα ακίνητα

Ισχυρές συνολικές και άμεσες ξένες επενδύσεις

Στην έκθεσή του το ΙΟΒΕ επισημαίνει εξάλλου ότι, κατά τα δύο προηγούμενα έτη οι επενδύσεις παρουσίασαν μια έντονη αυξητική τάση μέσα σε ένα διεθνές πλαίσιο που ήταν ευνοϊκό για χρηματοδότηση, αλλά και σε συνέχεια της μεταρρυθμιστικής προόδου σε συγκεκριμένους τομείς και της σταθεροποίησης του ευρύτερου πλαισίου της οικονομίας.

Οι μεσοπρόθεσμες τάσεις μεγέθυνσης, μετά από μια δεκαετή ύφεση, και εφόσον η χώρα απέχει ακόμη από το παραγωγικό δυναμικό της, μπορεί να φτάσουν σε υψηλότερα επίπεδα εφόσον συνεχίζεται η μείωση της ανεργίας και η σταδιακή κάλυψη του επενδυτικού κενού.

Η ελληνική κυβέρνηση, όπως και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, απέκτησαν το 2021 ένα ισχυρό χρηματοδοτικό εργαλείο εξαετούς διάρκειας, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Συγκεκριμένα, η Ελλάδα θα λάβει €31,16 δισ. (€18,43 δισ. με τη μορφή επιχορηγήσεων και €12,73 δισ. με τη μορφή δάνειών) έως το 2026, με στόχο την κινητοποίηση €59,81 δισ. συνολικών επενδυτικών πόρων.

Στο τέλος του 2022, η Ελλάδα έχει εκταμιεύσει συνολικά €7,52 δισ., ένα ποσό που συνέβαλε στη σημαντική αύξηση των επενδύσεων, σε υψηλό επίπεδο 13-ετίας (21,8%), με τη συνεισφορά των επενδύσεων στον ρυθμό ανάπτυξης του 2022 να διαμορφώνεται στις 4,8 π.μ., τη δεύτερη υψηλότερη διαχρονικά.

Κατά το τρέχον έτος έχει ήδη εκταμιευθεί η δεύτερη δόση από το Ταμείο Ανάκαμψης ύψους €3,56 δισ. (εκ των οποίων €1,85 δισ. δάνεια), ενώ η ελληνική κυβέρνηση αιτήθηκε ένα νέο δάνειο αξίας €5 δισ. στο πλαίσιο του REPowerEU.

Η υψηλή απορροφητικότητα των ευρωπαϊκών πόρων αναμένεται να στηρίξει την ανοδική πορεία των επενδύσεων και κατά το 2023, καθιστώντας τις τελευταίες το βασικό μοχλό ανάπτυξης για το προσεχές έτος και ίσως τη μοναδική συνιστώσα του ΑΕΠ που ενδέχεται να υπερβεί την ετήσια επίδοσή της σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Σημειώνεται, επίσης, η ισχυρή δυναμική των Αμέσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ), η οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, αναμένεται να διατηρηθεί και το 2023.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, οι ΑΞΕ το 2022 άγγιξαν το ύψος ρεκόρ 30ετίας των €7,22 δισ., συνεχίζοντας την ανοδική τους πορεία από το 2019, η οποία ανακόπηκε προσωρινά από την πανδημία. Ιστορικό υψηλό ξένων επενδύσεων καταγράφηκε και στην ελληνική αγορά ακινήτων και κατοικιών (αύξηση των εισροών κατά 68% σε σχέση με το 2021) πιέζοντας σημαντικά τις τιμές σε αυτόν τον κλάδο.

Στο γεγονός αυτό συντέλεσαν η επανεκκίνηση της διεθνούς και της ελληνικής οικονομίας μετά την πανδημία, καθώς και η αύξηση της χορήγησης αδειών παραμονής μετά την αλλαγή που ανακοινώθηκε στο πρόγραμμα «χρυσή βίζα» για τον περασμένο Σεπτέμβριο. Μεγάλο μερίδιο στις άμεσες ξένες επενδύσεις του 2022, είχαν οι χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες, καθώς και οι επενδύσεις στην μεταποίηση.

Οι εξελίξεις στο δημόσιο χρέος

Το ΙΟΒΕ σημειώνει συν τοις άλλοις ότι, παρά τη διεύρυνση του απόλυτου επιπέδου του δημοσίου χρέους το 2022, λόγω του δανεισμού της κυβέρνησης μέσω ομολόγων και της εκταμίευσης των δόσεων του δανειακού σκέλους του Ταμείου Ανάκαμψης, η ισχυρή ονομαστική επίδοση της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με τις θετικές δημοσιονομικές εξελίξεις, μείωσαν σημαντικά το λόγο του χρέους ως προς το εγχώριο ΑΕΠ (εκτιμάται στο 171,4% το 2022) και επέτρεψαν την πρόωρη αποπληρωμή €1,9 δισ. δανείων του ΔΝΤ και €2,7 δισ. δανείων GLF (τα διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου).

Οι ευοίωνες προβλέψεις σχετικά με τη δημιουργία δημοσιονομικών πλεονασμάτων κατά το τρέχον, καθώς και τα προσεχή έτη, αναμένεται να επιτρέψουν την περαιτέρω αποκλιμάκωση του χρέους.

Ανησυχία, ωστόσο, προκαλεί, η αυξητική τάση του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης, το οποίο στο τέλος του περασμένου Δεκεμβρίου διαμορφώθηκε στο ποσό των €400,28 δισ., αυξημένο κατά €11,94 δισ., σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2021, και ξεπερνώντας κατά €8 δισ. τον στόχο που έθετε το υπουργείο Οικονομικών μόλις δύο μήνες νωρίτερα στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2023.

Επισημαίνεται πάντως πως τα συγκεκριμένα στοιχεία αφορούν στο χρέος της Κεντρικής Διοίκησης, ή το ακαθάριστο δημόσιο χρέος όπως ονομάζεται, το οποίο διαφέρει από το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης.

Για τον υπολογισμό του τελευταίου, το οποίο αποτελεί τον δείκτη παρακολούθησης των δημοσιονομικών επιδόσεων των κρατών, αφαιρείται από το ακαθάριστο δημόσιο χρέος το αποκαλούμενο ενδοκυβερνητικό χρέος, το οποίο μπορεί να προκύψει από το δανεισμό της Κεντρικής Διοίκησης, μέσω κρατικών ομολόγων και repos από τα ασφαλιστικά ταμεία, τους ΟΤΑ, καθώς και άλλους δημόσιους φορείς.

Μια άλλη πηγή ανησυχίας σχετικά με το δημόσιο χρέος αποτελούν οι κρατικές εγγυήσεις προς τράπεζες (πρόγραμμα Ηρακλής), επιχειρήσεις, φυσικά πρόσωπα και δημόσιους φορείς το ύψος των οποίων προσεγγίζει τα €30 δισ. Επιπλέον, από το τρέχον έτος ξεκινά και η αποπληρωμή των δόσεων των δάνειων που έλαβε η Ελλάδα από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), καθώς και τα επόμενα χρόνια ξεκινά η αποπληρωμή άλλων δανείων που έλαβε η χώρα μας από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ (δάνεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητα (ESM), την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων κτλ), το ύψος των οποίων φτάνει περίπου τα €205 δισ. μέχρι το 2070 (€60 δισ. μέσα στην επόμενη δεκαετία).

Αυτές οι επιπλέον δαπάνες αποπληρωμής των χρεών προς την ΕΕ ίσως απαιτήσουν τη δημιουργία υψηλότερων δημοσιονομικών πλεονασμάτων ώστε να μην ανακύψουν ξανά σενάρια μη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.

Τέλος, η χορήγηση επενδυτικής βαθμίδας μέσα στο τρέχον έτος αναμένεται να αποδειχθεί ένα ισχυρό σήμα για τις αγορές, βελτιώνοντας τις προσδοκίες και οδηγώντας στην διεύρυνση της επενδυτικής βάσης και κατ’ επέκταση στην αποκλιμάκωση του κόστους χρηματοδότησης, τόσο του ελληνικού κράτους όσο και των εγχώριων επιχειρήσεων.

Συνολικά, η επενδυτική βαθμίδα είναι σημαντική συνθήκη για την αύξηση των επενδύσεων, ώστε να τεθεί η ελληνική οικονομία συστηματικά σε τροχιά ισχυρής ανάπτυξης. Και αντίστροφα, όμως, όσο υπάρχουν αβεβαιότητες για το μέλλον της οικονομίας μας τόσο θα καθυστερεί η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.

Διαβάστε περισσότερα