Εφόσον βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, με τις εκλογές να είναι πλέον ζήτημα χρόνου, ήταν φυσιολογική εξέλιξη το νέο δημοσιονομικό πακέτο στήριξης να τροφοδοτήσει ένα νέο γύρο αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και στα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Άλλωστε, όπως γράφαμε και την προηγούμενη εβδομάδα, οι εξελίξεις στην οικονομία καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό και τις πολιτικές εξελίξεις, για αυτό άλλωστε βρίσκεται και στο επίκεντρο της στρατηγικής των κομμάτων.

Από τη μια η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι ανταποκρίνεται στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας, και πως τα μέτρα στήριξης δεν υπονομεύουν τη δημοσιονομική σταθερότητα.

Και από την άλλη σύσσωμη η αντιπολίτευση ασκεί σκληρή κριτική, κατηγορώντας την κυβέρνηση για ψηφοθηρία, και χαρακτηρίζει τα μέτρα ανεπαρκή, καθώς δεν συμβάλλουν στην ουσιαστική στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών.

Για την “ιστορία” λοιπόν, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα νέο πακέτο μέτρων στήριξης με επτά παρεμβάσεις συνολικού ύψους 800 εκατ. ευρώ.

Μέτρα τα οποία θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι έχουν προεκλογικό χαρακτήρα, αφού στοχεύουν σε “ευαίσθητες” κοινωνικές ομάδες, όπως οι συνταξιούχοι, οι οφειλέτες του Δημοσίου, και οι δανειολήπτες.

Ξέφυγε το δημόσιο χρέος παρά τα «υπερέσοδα» του προϋπολογισμού

Μεταξύ των παρεμβάσεων περιλαμβάνονται:

1. Χορήγηση έκτακτης ενίσχυσης σε συνταξιούχους:

Λόγω της σημαντικής αύξησης του επιπέδου των τιμών, οι συνταξιούχοι που δεν έλαβαν αύξηση σύνταξης λόγω προσωπικής διαφοράς με βάση Νόμο του 2016 ή που η αύξηση της σύνταξής τους ήταν μικρότερη του 7%, θα λάβουν, μέχρι το τέλος Μαρτίου, έκτακτη εφάπαξ οικονομική ενίσχυση.

Αυτή η ενίσχυση καλύπτει περισσότερους από 1 εκατ. συνταξιούχους και διαμορφώνεται από τα 200 έως τα 300 ευρώ, ανάλογα με το ύψος των συντάξιμων αποδοχών και την τυχόν αύξηση που έλαβαν.
Η ενίσχυση είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια Δημοσίου ή τρίτων, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, και δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε τέλος, εισφορά ή άλλη κράτηση υπέρ του Δημοσίου.

2. Νέο πλαίσιο ρυθμίσεων οφειλών:

Εξαιτίας των νέων δυσκολιών, που προκάλεσαν στους οφειλέτες, μετά την πανδημία, η ενεργειακή κρίση και η σημαντική αύξηση του πληθωρισμού, και συνεκτιμώντας την ανάγκη διατήρησης της κουλτούρας πληρωμών, η κυβέρνηση προχωρά σε ένα νέο πλαίσιο ρυθμίσεων οφειλών. Συγκεκριμένα:

Για όσους έχουν απωλέσει τις φορολογικές και ασφαλιστικές ρυθμίσεις των 120 ή 72 δόσεων ή αυτές κατέστησαν μη εξυπηρετούμενες έως την 1η Φεβρουαρίου 2023, δίνεται η δυνατότητα να τις αναβιώσουν, καταβάλλοντας δύο μηνιαίες δόσεις έως τις 31 Ιουλίου 2023, την τρέχουσα και μία επιπλέον, που αποσβένει παλαιές υποχρεώσεις, με σειρά παλαιότητας.

Για όσους φορολογούμενους είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους ή/και είχαν ρυθμισμένες φορολογικές και ασφαλιστικές οφειλές την 1η Νοεμβρίου 2021, που συνέχισαν να τις εξυπηρετούν έως σήμερα, αλλά δημιούργησαν νέες οφειλές, δημιουργείται ένα νέο σχήμα.

Συγκεκριμένα, οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά τις 1η Νοεμβρίου 2021 και έως την 1η Φεβρουαρίου 2023, μπορούν να ρυθμιστούν είτε σε 36 δόσεις με το αντίστοιχο επιτόκιο που ισχύει στην πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων, είτε σε 72 δόσεις με το αντίστοιχο επιτόκιο που ισχύει στην πάγια ρύθμιση των 24 δόσεων.

3. Βελτιώσεις στον εξωδικαστικό μηχανισμό:

Η κυβέρνηση, με ρυθμίσεις που καταθέτει στη Βουλή ως τροπολογία τις επόμενες ημέρες, επιδιώκουμε να βελτιώσουμε την αποτελεσματικότητα του εξωδικαστικού μηχανισμού.

Συγκεκριμένα οι παρεμβάσεις περιλαμβάνουν:

Την υποχρέωση αιτιολόγησης μη συναίνεσης στην πρόταση ρύθμισης που παράγει ο αλγόριθμος, τόσο των χρηματοδοτικών φορέων όσο και του οφειλέτη. Απαιτείται δημόσια ανάρτηση της αιτιολόγησης στην πλατφόρμα.

Τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του εξωδικαστικού μηχανισμού, προκειμένου να εντάσσονται οφειλέτες και με μία και μοναδική οφειλή προς τους χρηματοδοτικούς φορείς, όπως είναι τα νοικοκυριά με ένα στεγαστικό δάνειο, το οποίο επιθυμούν να ρυθμίσουν, διασώζοντας την περιουσία τους.

Επίσης, την ένταξη και νέων κατηγοριών οφειλών που μπορούν να ρυθμιστούν, όπως είναι οι οφειλές υπέρ τρίτων που εισπράττονται από τη φορολογική διοίκηση.

Την κατάργηση της ποινής προεξόφλησης των οφειλών προς το Δημόσιο, και μειώση του επιτοκίου ρύθμισης αυτών. Ως προς την κατάργηση της ποινής προεξόφλησης, θα αφαιρούνται, στο ακέραιο, οι τόκοι που αντιστοιχούν στις υπολειπόμενες δόσεις, ενώ παράλληλα θα επωφελείται ο πολίτης από όλα τα ευεργετήματα της ρύθμισης, όπως είναι η διαγραφή τόκων, προσαυξήσεων, ή ακόμη και της βασικής οφειλής. Το δε επιτόκιο ρύθμισης διαμορφώνεται στο 3%, σταθερό, από Euribor συν 5 ποσοστιαίες μονάδες που είναι σήμερα.

Μαζεύει όλο το… «χαρτί» ο κλάδος των σούπερ μάρκετ

Πώς φτάσαμε στο νέο πακέτο στήριξης

Σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζει το ΥΠΟΙΚ, στον προϋπολογισμό του 2023 έχει προβλεφθεί ένα μικρό, αλλά αξιόλογο πρωτογενές πλεόνασμα, 0,7% του ΑΕΠ. Τα μέτρα λοιπόν, είναι απολύτως συμβατά με αυτόν τον στόχο, καθώς έχουν προκύψει από εξελίξεις που συνέβησαν μετά την κατάθεση και την ψήφιση του προϋπολογισμού και αφορούν στον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο, τόσο από πλευράς φορολογικών εσόδων όσο και από πλευράς ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης και κρατικών δαπανών. Οι εξελίξεις, οι οποίες επιτρέπουν μια πιο θετική πορεία είναι οι ακόλουθες:

Η πρώτη αφορά την ισχυρή ανθεκτικότητα και τις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Είναι ενδεικτική και η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που αναθεωρεί προς τα πάνω τις προβλέψεις της για την Ελλάδα τη φετινή χρονιά. Ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας είναι σταθερά υψηλότερος του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται, και διαμορφώνεται σε χαμηλότερο ύψος συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Αναλυτικότερα, η Κομισιόν προβλέπει ανάπτυξη 5,5% το 2022, 1,2% το 2023 και 2,2% το 2024. Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, η Επιτροπή εκτιμά ότι στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στο 9,3% το 2022 και προβλέπει ότι θα μειωθεί στο 4,5% το 2023 και στο 2,4% το 2024.

Η δεύτερη εξέλιξη σχετίζεται με την πορεία των τιμών του φυσικού αερίου, όπου υπάρχει μια σταθεροποίηση σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από αυτά που είχαμε προβλέψει στον προϋπολογισμό του 2023. Για αρκετό χρονικό διάστημα το φυσικό αέριο κινείται κάτω από τα 60 ευρώ στο ΤΤF, σήμερα το πρωί ήταν 54 ευρώ. Και αυτή η εξέλιξη μειώνει κατά πολύ το ενεργειακό κόστος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και κατά συνέπεια τις ανάγκες επιδότησης αυτού του ενεργειακού κόστους, αλλά και το ίδιο το ενεργειακό κόστος του Δημοσίου, το οποίο μην ξεχνάμε ότι και αυτό είναι σημαντική επιβάρυνση στον προϋπολογισμό.

Η τρίτη εξέλιξη αφορά στα δημοσιονομικά έσοδα, φορολογικά και ασφαλιστικές εισφορές, αλλά και γενικότερα στην πορεία του δημοσιονομικού αποτελέσματος του 2022. Συγκεκριμένα, στο Δελτίο Μηνιαίων Στοιχείων Γενικής Κυβέρνησης για τον Δεκέμβριο του 2022 έχουμε πρωτογενές έλλειμμα μόλις 288 εκατ. ευρώ το 2022 (από αυτά που ξέρουμε μέχρι και τον Δεκέμβριο), έναντι 7,4 δισ. ευρώ το 2021. Τα έσοδα έφτασαν στο δωδεκάμηνο τα 97,8 δισ. ευρώ, από τα 84 δισ. ευρώ το 2021. Ειδικά τα φορολογικά έσοδα διαμορφώθηκαν σε 56,9 δισ. ευρώ, από 46,9 δισ. ευρώ το 2021.

Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού τον Ιανουάριο του 2023, σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, για την περίοδο του Ιανουαρίου 2023, παρουσιάζεται πλεόνασμα στο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 1.471 εκατ. ευρώ έναντι στόχου για πλεόνασμα 917 εκατ. ευρώ που έχει περιληφθεί για το αντίστοιχο διάστημα του 2023 στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2023 και ελλείμματος 1.199 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2022.

Νέος κατώτατος μισθός κοντά στα 703 έως 710 ευρώ με αύξηση που ξεπερνά τον πληθωρισμό

Η αναγκαία δημοσιονομική σταθερότητα

Παρά πάντως τις “προεκλογικές” ανάγκες της κυβέρνησης, η οποία “ποντάρει” πολιτικά, στα μέτρα στήριξης των εισοδημάτων των πολιτών, που πλήττονται από την μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού, στο ΥΠΟΙΚ έχουν αντιληφθεί εδώ και καιρό, ότι εκτός από τους άλλους σημαντικούς παράγοντες βελτίωσης της οικονομίας, η ευστάθεια του δημοσιονομικού ισοζυγίου είναι κρίσιμη συνθήκη.

Όπως επισημαίνει και το ΙΟΒΕ στην τελευταία του έκθεση για την ελληνική οικονομία, η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων το συντομότερο δυνατό, και ιδίως με διατηρήσιμο τρόπο, αποτελεί προϋπόθεση για την συστηματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Στην πλευρά των φορολογικών εσόδων, στον τρέχοντα χρόνο υπάρχουν τέσσερις θετικές εξελίξεις, από την ίδια τη μεγέθυνση της οικονομίας, από την επίδραση της διάδοσης των ηλεκτρονικών πληρωμών, από τους έμμεσους φόρους λόγω πληθωρισμού και από την φορολογία των εισοδημάτων καθώς εφαρμόζεται μια προοδευτική κλίμακα.

Στην πλευρά των δαπανών, οι πολιτικές στήριξης μέσω επιδομάτων είχαν κεντρικό ρόλο στην οικονομία τα τελευταία χρόνια. Σε μεγάλο βαθμό αναπόφευκτα, καθώς οι πρωτοφανείς περιορισμοί από την πανδημία και στη συνέχεια η κατακόρυφη και απρόσμενη άνοδος των τιμών ενέργειας και άλλων βασικών αγαθών έκαναν την επιβίωση πολλών νοικοκυριών και επιχειρήσεων δύσκολη.

Τέτοιες πολιτικές ακολουθήθηκαν και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, και χωρίς αυτές οι πληγές από τις εξωγενείς κρίσεις θα ήταν πολύ βαθύτερες.

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η ανάλυση για τα επιδόματα συνήθως εξαντλείται στη δημοσιονομική τους διάσταση και τα ισοζύγια των μεταβιβάσεων.

Η χρυσή τομή δεν είναι πάντα εύκολο να βρεθεί: ομάδες του πληθυσμού έχουν προφανείς και μεγάλες ανάγκες, άλλες συστηματικά και άλλες σε κρίσιμες περιόδους, όμως η υπερβολική χρήση επιδομάτων δηλητηριάζει μια οικονομία. Εκτός, όμως, από τις επιδράσεις των επιδομάτων στα δημοσιονομικά και μακροοικονομικά ισοζύγια, πρέπει επίσης να σημειωθεί πως, ανάλογα με τον ακριβή τρόπο σχεδιασμού, οι επιδοματικές πολιτικές μπορεί να έχουν παράπλευρες επιδράσεις.

Έτσι, επιδόματα που δίνονται για να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις από τον πληθωρισμό, μπορεί στην πορεία να αντιστρατεύονται τη μείωσή του, εφόσον δίνονται με γνώμονα την τρέχουσα κατανάλωση προϊόντων και υπηρεσιών των οποίων οι τιμές αυξάνονται. Παρομοίως, η κάλυψη μεγάλου μέρους της αύξησης των τιμών ενέργειας, δεν δημιουργεί κίνητρα για μείωση της κατανάλωσης και εξοικονόμηση ενέργειας όταν αυτή ακριβαίνει.

Παράλληλα, η ανάγκη τα επιδόματα να στοχεύουν μόνο όσους πλήττονται περισσότερο και να μην είναι υπερβολικά γενικά, δημιουργεί στρεβλώσεις όταν οι φορολογούμενοι μπορούν να αποκρύπτουν τα εισοδήματά τους, ή ακόμη και να μειώνουν την εργασία τους, για να γίνονται δικαιούχοι σημερινών και μελλοντικών επιδομάτων. Ο κατάλληλος σχεδιασμός λοιπόν ενός πλέγματος επιδομάτων, σε συνδυασμό με τη φορολογική και άλλες πολιτικές, είναι δύσκολη εξίσωση.

Τα 13 επιδόματα που καταβάλλονται σήμερα Τετάρτη 31 Αυγούστου

Η επίδραση του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος

Από την άλλη, μια κρίσιμη παράμετρος για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, θα είναι οι πολιτικές εξελίξεις και αποφάσεις στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, για την Ευρώπη, που μας επηρεάζει άμεσα, κρίσιμος θα είναι ο χειρισμός των επιπτώσεων από το τρίπτυχο της ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού και της ρωσικής εισβολής.

Το ζητούμενο είναι συνοχή και ταυτόχρονα αποτελεσματικότητα, ώστε να μην συνεχίσει η ήπειρός μας να διολισθαίνει σε σύγκριση με την Αμερική και την Ασία. Το πώς θα διαμορφωθούν οι κανόνες για το δημοσιονομικό πλαίσιο έχει επίσης υψηλή σημασία. Υπάρχουν τρείς πηγές κινδύνων, όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ.

Πρώτον, ότι η σημερινή ισορροπία όσον αφορά τα δημοσιονομικά μέτρα και τον κοινό δανεισμό έχει ημερομηνία λήξης και θα αντιστραφεί εάν δεν αποφασιστεί μια μορφή δημοσιονομικής ένωσης στο ορατό μέλλον. Δεύτερον, πως πρέπει να αποφεύγονται αντιφάσεις ανάμεσα στην νομισματική και τη δημοσιονομική πολιτική, ιδίως όσον αφορά τον χειρισμό της συνολικής ζήτησης. Τρίτον, πώς θα βρεθεί μια νέα ισορροπία και δυναμική στην πολιτική για την βιομηχανία, σε σχέση και με τις παγκόσμιες προκλήσεις αλλά και χωρίς να στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.

Προϋπολογισμός: Με μικρότερο έλλειμμα 2 δις έκλεισε το 2021

 

Η δημοσιονομική επέκταση διεθνώς

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, εξαιτίας του πολέμου, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δαπάνησαν δισεκατομμύρια για την προστασία των καταναλωτών, ενώ προκλήθηκε οξύς ανταγωνισμός μεταξύ τους για νέες πηγές προμήθειας φυσικού αερίου. Σύμφωνα και με σχετική ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, ακόμη και οι υπέρμαχοι της «πράσινης ανάπτυξης» ευρωπαίοι πολιτικοί ενεργοποιούν εκ νέου τα λιγνιτωρυχεία και τα ανθρακωρυχεία, σε προσωρινή βάση.

Η μεγάλη δημοσιονομική επέκταση ξεκίνησε κατά την περίοδο της πανδημίας και στις δύο όχθες του Ατλαντικού. Σε συνδυασμό με το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας, δημιούργησε υπερβάλλουσα ζήτηση. Όμως, η πανδημία και μετά ο πόλεμος στην Ουκρανία προκάλεσαν διαταραχές των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της συνολικής προσφοράς.

Με τη συνολική προσφορά να αδυνατεί να καλύψει την ενεργό ζήτηση, η υφήλιος οδηγήθηκε σε επίμονο και σε πολλές χώρες διψήφιο πληθωρισμό.

Οι κεντρικές τράπεζες αντέδρασαν -άλλες ταχύτερα, άλλες αργότερα- δίνοντας το έναυσμα σε έναν ανοδικό κύκλο επιτοκίων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (FED), η οποία αύξησε τα επιτόκια 7 φορές το 2022, και ακόμα μία το 2023, ενώ ο βηματισμός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) ήταν πιο αργός .

Με βάση τις προβλέψεις των κεντρικών τραπεζών, η κορύφωση των επιτοκίων αναμένεται εντός του τρέχοντος έτους, αλλά η αποκλιμάκωσή τους θα είναι μάλλον αργή.

Η συνέχιση της αυστηρής νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ είναι καταλυτικής σημασίας. Η αποφασιστικότητα της ΕΚΤ για αύξηση των επιτοκίων, όπως και η μείωση του χαρτοφυλακίου του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού κατά ευρώ 15 δισ. ανά μήνα, από τις αρχές Μαρτίου, αποτελούν ενθαρρυντικά σημάδια για τους επενδυτές αλλά και για την πορεία του ευρωπαϊκού νομίσματος.

Το 2022, το δολάριο κατέγραψε μια αξιοσημείωτη πορεία έναντι των άλλων νομισμάτων, ενώ ενισχύθηκε έναντι του ευρώ, συνολικά, κατά 6%, έχοντας φθάσει σε σημείο να καταγράφει κέρδη της τάξης του 16%, κατά τη διάρκεια του έτους.

Οι προσδιοριστικοί παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου, το πρώτο εξάμηνο του 2023, περιορίζοντας μέρος των απωλειών από το προηγούμενο έτος, είναι η συνέχιση της αυστηρής νομισματικής πολιτικής και οι αναθεωρημένες εκτιμήσεις ότι η οικονομία της ΖτΕ θα αποφύγει την ύφεση και θα σημειώσει μόνο επιβράδυνση του ρυθμού μεγέθυνσής της.

Διαβάστε περισσότερα