Οι εκλογικές αναμετρήσεις πάντοτε δημιουργούσαν προβλήματα στο ελληνικό Χρηματιστήριο, καθώς η πολιτική αβεβαιότητα αποθάρρυνε τους επενδυτές, που προχωρούσαν σε ρευστοποιήσεις και οδηγούσαν την αγορά σε καθοδική τροχιά, ενίοτε οδυνηρή για μικρομετόχους και θεσμικούς. Αυτή τη φορά, όμως, τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά.

Παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε η βεβαιότητα σχηματισμού κυβέρνησης από την πρώτη ψηφοφορία και παρά το ότι και διεθνώς οι συνθήκες δεν ήταν οι καλύτερες, με την ύφεση προ των πυλών και την τραπεζική κρίση παρούσα και με αυξημένες πιθανότητες νέων καταρρεύσεων, η σταθερότητα του προεκλογικού τοπίου ξάφνιασε ευχάριστα τους πάντες.

Οι εκθέσεις και οι αναλύσεις των ξένων οίκων, η μέχρι τώρα πορεία των μετοχών και των ομολόγων πιστοποιούσαν ότι, όποιο κι αν είναι το εκλογικό αποτέλεσμα, σε πρώτες ή σε δεύτερες εκλογές, η ελληνική οικονομία έχει γερές βάσεις να συνεχίσει τη θετική της εν γένει πορεία.

Και το σπουδαιότερο, όπως δείχνουν τα μέχρι τώρα αποτελέσματα πρώτου τριμήνου των εισηγμένων εταιρειών, η κερδοφορία τους θα είναι και το 2023 ιδιαίτερα υψηλή, πιθανότατα ισχυρότερη αυτής του 2022.

Όλα αυτά στέλνουν θετικό σήμα και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, μόλις ξεκαθαρίσει το τοπίο με τον σχηματισμό κυβέρνησης, το πιθανότερο είναι η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά να αποκτήσει νέα βάση εκκίνησης, στοχεύοντας σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα.

Από την αρχή του έτους μέχρι και σήμερα, οι ελληνικές μετοχές και τα ομόλογα έχουν καταφέρει να κινηθούν σε επίπεδα ιδιαίτερα ικανοποιητικά.

Το ράλι των μετοχών από τις αρχές του έτους είναι η καλύτερη απόδειξη, με τον Γενικό Δείκτη να ξεκινά το 2023 στις 930 μονάδες, καταγράφοντας υπεραπόδοση έναντι των ευρωπαϊκών αγορών το 2022, και να συνεχίζει 200 μονάδες υψηλότερα μέχρι σήμερα, στις 1.130 μονάδες, δηλαδή κατά 22% υψηλότερα!

Δεν μπορεί ξένοι και εγχώριοι επενδυτές να έχουν…άγνοια κινδύνου και να δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης σε ελληνικές μετοχές και ομόλογα και μάλιστα όχι μόνο να ρευστοποιούν προεκλογικά, αλλά να αυξάνουν θέσεις!

Άλλωστε, μια αγορά που φοβάται το εκλογικό αποτέλεσμα ή μια παρατεταμένη πολιτική αβεβαιότητα δεν κάνει τέτοιο ράλι.

Και αυτό, όταν την ίδια περίοδο ο βασικός δείκτης στις ΗΠΑ είναι στο +8% και ο δείκτης μετοχών στην Ευρώπη Stoxx 600 στο +9%.

Επιπλέον, οι ελληνικές μετοχές αθροιστικά, όπως απεικονίζονται στην αποτίμηση του Γενικού Δείκτη, εξακολουθούν να εμφανίζουν σημαντικό discount σε σχέση με τις αναδυόμενες αγορές.

Το ίδιο ισχύει και σε μεγαλύτερο βαθμό εν συγκρίσει με τις ευρωπαϊκές αγορές.

Ο Γενικός Δείκτης είναι διαπραγματεύσιμος με 8,12 φορές τα κέρδη του έναντι 13,31 φορές για τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Ο δείκτης EV/EBITDA είναι στις 5,77 φορές έναντι 8,73 φορών για τον δείκτη Stoxx 600.

Αλλά και στα ομόλογα έχουμε ράλι, γεγονός που καταγράφεται από τους ξένους αναλυτές ως ίσως η σημαντικότερη ψήφος εμπιστοσύνης για τη χώρα και την επόμενη μέρα.

Η μεγάλη άνοδος που παρατηρείται στην αγορά των κρατικών ομολόγων, με την παράλληλη πτωτική πορεία των περιβόητων CDS, των ασφάλιστρων κινδύνου έναντι της χρεοκοπίας της χώρας, είναι εντυπωσιακή.

Οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών τίτλων έχουν αρχίσει και αποτιμούν αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και η προβολή της τρέχουσας τάσης των αποδόσεων δείχνει ότι μια αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας ίσως γίνει γεγονός μέχρι το τέλος του έτους. Θυμίζουμε ότι στις 21 Απριλίου, η S&P αναβάθμισε τις προοπτικές της χώρας σε θετικές (ΒΒ+ και μία βαθμίδα κάτω από το Investment Grade), με επιχείρημα το «ισχυρό ιστορικό εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» και την «ταχύτερη από την αναμενόμενη μείωση του ελλείμματος».

H S&P επισήμανε επίσης ότι «θα μπορούσε να αναβαθμίσει την Ελλάδα εντός των επόμενων 12 μηνών, αν διατηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία κατά την περίοδο των προβλέψεών μας έως το 2026».

Η S&P και η Barclays αναφέρουν ότι «τα προγράμματα της EE, NGEU και τα διαθέσιμα κονδύλια για το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), καθώς και τα απτά οφέλη της σημαντικής προόδου που έχουν σημειωθεί στην αναδιάρθρωση της οικονομίας κατά την παρελθούσα δεκαετία, παρέχουν σταθερά κίνητρα στην επόμενη κυβέρνηση να συνεχίσει να εφαρμόζει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα».

Διαβάστε περισσότερα