Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε τον Ιούλιο και διαμορφώθηκε στις –55,3 (από –52,5) μονάδες, επίπεδο πολύ χαμηλότερο εκείνου πριν ένα χρόνο (-31,4 μονάδες) και στο ελάχιστο επίπεδο των τελευταίων πέντε ετών.

Σύμφωνα με τις επισημάνσεις του ΙΟΒΕ, παρά τις διαδοχικές δέσμες παρεμβάσεων πολιτικής, η αβεβαιότητα ως προς τη διάρκεια του πολέμου και τον αντίκτυπό του, κυρίως μέσω του ενεργειακού κόστους, προβληματίζει τα νοικοκυριά για την οικονομική τους κατάσταση προσεχώς, καθώς και για τις γενικότερες οικονομικές συνθήκες, βάσει των τάσεων στα σχετικά ισοζύγια στην έρευνα.

Από την άλλη πλευρά, η δυναμική του τουρισμού παραμένει ιδιαίτερα ισχυρή, τάση η οποία εφόσον συνεχιστεί, θα έχει θετικές επιδράσεις στην οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών και ακολούθως στις προσδοκίες τους στη συνέχεια του έτους.

Παράγοντας η επίδραση του οποίου στην καταναλωτική εμπιστοσύνη προσεχώς δεν εύκολο να σταθμιστεί είναι οι υγειονομικές εξελίξεις, με τα τρέχοντα επιδημιολογικά δεδομένα να καθιστούν πιθανή μια νέα σημαντική έξαρση της πανδημίας από το φθινόπωρο.

Οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν στην πρώτη θέση στην κατάταξη ως προς τους περισσότερο απαισιόδοξους καταναλωτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με σημαντική διαφορά από τους υπόλοιπους.

Ακολουθούν οι καταναλωτές σε Ουγγαρία και Σλοβενία, με επίπεδο δείκτη -38,4 και -37,9 μονάδες αντίστοιχα, ενώ στην τέταρτη και πέμπτη θέση βρίσκονται οι καταναλωτές της Κύπρου και της Αυστρίας, με -35,3 και -33,2 μονάδες.

Στις χαμηλότερες θέσεις αυτής της κατάταξης βρίσκονται η Μάλτα (-10,2) και η Λιθουανία (-12,5). Χαρακτηριστικό των αποτελεσμάτων είναι ότι, πλέον, καμιά χώρα δεν βρίσκεται στο θετικό πεδίο τιμών, γεγονός που θα συνεπαγόταν αισιοδοξία από τους καταναλωτές της χώρας.

Ευρύτερα, ανοδική τάση, αλλά ήπια, εμφάνισαν τον Ιούλιο πέντε χώρες. Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -27,3 μονάδες στην ΕΕ και στις -27,0 μονάδες στην Ευρωζώνη. Αναλυτικά:

  • Αισθητή υποχώρηση στις εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους τελευταίους δώδεκα μήνες. Οι εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προηγούμενους 12 μήνες υποχώρησαν τον Ιούλιο στις -59,0 μονάδες (έναντι -53,6).

Το 74% (από 72%) των νοικοκυριών εκτίμησε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ μόλις το 1% θεωρεί πως επήλθε μικρή βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε Ε.Ε. και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -20,4 και -20,7 μονάδες αντίστοιχα.

  • Έντονη επιδείνωση των προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Ο δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές δωδεκάμηνο παρουσίασε σημαντική επιδείνωση τον Ιούλιο και διαμορφώθηκε στις -68,4 (από –57,4) μονάδες.

Το 78% (από 73%) των καταναλωτών προέβλεψε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 11% (από 14%) το οποίο αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε Ε.Ε. και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -50,4 και -48,2 μονάδες αντίστοιχα.

  • Σημαντική βελτίωση της πρόθεσης για μείζονες αγορές Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς δώδεκα μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) ενισχύθηκε σημαντικά, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -36,8 (από -47,0) μονάδες.

Το 48% των καταναλωτών (από 56%) προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 8% (από 5%) αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -19,4 μονάδες στην Ε.Ε. και στις -21,2 μονάδες στην Ευρωζώνη.

  • Αισθητή εξασθένιση της πρόθεσης για αποταμίευση. Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς δώδεκα μήνες υποχώρησε τον Ιούλιο και διαμορφώθηκε στις –69,7 μονάδες (από -63,6).

Το 85% (από 81%) των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο δωδεκάμηνο, ενώ το 14% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή. Οι σχετικοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -2,0 μονάδες στην Ε.Ε. και στις -2,4 μονάδες στην Ευρωζώνη.

  • Επιδείνωση στις προβλέψεις για την ανεργία. Ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς δώδεκα μήνες ενισχύθηκε αισθητά τον Ιούλιο, στις +37,2 μονάδες, από +28,3 τον Ιούνιο.

Το ποσοστό των νοικοκυριών που προέβλεψε μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας ενισχύθηκε στο 57% (από 50%), με το 10% (από 18%) των ερωτηθέντων να αναμένει ελαφρά μείωσή της. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε Ε.Ε. και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +25,1 και +22,6 μονάδες.

  • Ενίσχυση των προβλέψεων για άνοδο των τιμών. Ο θετικός δείκτης για τις προβλέψεις μεταβολών στις τιμές τους προσεχείς δώδεκα μήνες παρουσίασε ενίσχυση τον Ιούλιο και διαμορφώθηκε στις +47,8 μονάδες, έναντι +41,3 μονάδων τον Ιούνιο.

Το 70% (από 65%) των νοικοκυριών προέβλεψε άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 12% (από 13%) αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε Ε.Ε. και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις +42,9 και +42,8 μονάδες αντίστοιχα.

  • Μικρή ενίσχυση του ποσοστού που «μόλις τα βγάζει πέρα» Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα» ενισχύθηκε στο 68% (από 64%), ενώ στο 7% (από 9%) εξασθένισε το ποσοστό όσων αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους.

Οι καταναλωτές που δήλωσαν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αποτελούν το 18% του συνόλου, ενώ το ποσοστό όσων δήλωσαν ότι «έχουν χρεωθεί» διατηρήθηκε στο 7%.

  • Αύξηση του ποσοστού των νοικοκυριών που είναι αβέβαια για τη μελλοντική οικονομική κατάστασή τους. Στο ερώτημα το οποίο αξιολογεί το βαθμό αβεβαιότητας των νοικοκυριών ως προς τις μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις, το 60% έκρινε τον Ιούλιο ότι η οικονομική κατάστασή του μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, ποσοστό ελαφρά υψηλότερο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (57%).

Τον Ιούλιο, εξετάζονται σε τριμηνιαία βάση στην έρευνα καταναλωτών τρία πρόσθετα ζητήματα, τα οποία εξειδικεύουν περισσότερο την πρόθεση για μείζονες αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών (αυτοκίνητο, κατοικία) και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως πρόδρομοι δείκτες για την ιδιωτική κατανάλωση. Αναλυτικά:

  • Μικρή επιδείνωση παρουσίασε τον Ιούλιο η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου εντός των επόμενων δώδεκα μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -91,0 (από -89,5 τον Απρίλιο) μονάδες.

Αυτή η επίδοση παραμένει αισθητά δυσμενέστερη από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, οι οποίοι διαμορφώθηκαν στις -67,6 (από -67,7) και – 69,0 (από -68,8) μονάδες, στην Ε.Ε. και την Ευρωζώνη αντίστοιχα. Το 96,4% (από 95,4%) των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο εντός του προσεχούς δωδεκαμήνου.

  • Οριακή βελτίωση σημειώθηκε τον Ιούλιο σε σχέση με τον Απρίλιο στην πρόθεση για αγορά ή κατασκευή κατοικίας εντός των επόμενων δώδεκα μηνών, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -92,3 (από -92,8) μονάδες, ισοζύγιο επίσης αρκετά χειρότερο από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, καθώς αυτός διαμορφώθηκε στην ΕΕ στις -79,3 (από -78,6) και στην Ευρωζώνη στις -80,7 (από -80,3) μονάδες. Το 3,7% (από 2,9%) των νοικοκυριών εγχωρίως δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο.
  • Ήπια επιδείνωση καταγράφηκε στο δείκτη της πρόθεσης πραγματοποίησης σημαντικών δαπανών για βελτίωση / ανανέωση της κατοικίας εντός των επόμενων δώδεκα μηνών, ο οποίος διαμορφώθηκε τον Ιούλιο στις -80,8 (από -78,3) μονάδες.

Οι ευρωπαϊκοί δείκτες επίσης υποχώρησαν και διαμορφώθηκαν στις -51,4 (από -48,3) μονάδες στην Ε.Ε. και στις -50,6 (από -53,4) μονάδες στην Ευρωζώνη. Το ποσοστό των νοικοκυριών στην Ελλάδα που δηλώνει ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσει σημαντικές δαπάνες αυτού του είδους εντός ενός έτους περιορίστηκε στο 9,1% (από 9,5%).