Με το πόδι στο γκάζι βρίσκεται τις τελευταίες ημέρες ο Διευθύνων Σύμβουλος της Alpha Bank Βασίλης Ψάλτης προκειμένου να τελειώνει, σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, με τον εναγκαλισμό της τράπεζας με το ελληνικό Δημόσιο.
Ενδεικτικό των προθέσεων του είναι τα όσα δήλωσε την περασμένη Πέμπτη από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της Τράπεζας.
«Έχοντας μιλήσει με πλήθος επενδυτών στις πάνω από 50 συναντήσεις που κάναμε ανά τον κόσμο, σας διαβεβαιώ ότι το ενδιαφέρον που εξέφρασαν ήταν σαφές. Σε αυτό το πλαίσιο και δεδομένης της δέσμευσης της κυβέρνησης για την αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) από τις ελληνικές τράπεζες, είμαστε σε εξαιρετική θέση για να επιταχυνθεί η διαδικασία αυτή για την Alpha Bank, με ισχυρή ανταπόκριση από την αγορά».
Παράλληλα εξέφρασε και τη φιλοδοξία του για επανέναρξη της πληρωμής μερισμάτων, περίπου 20% επί των κερδών του 2023. Γι’ αυτό τον σκοπό, άλλωστε, στα αποτελέσματα υπάρχει σχετική πρόβλεψη εν αναμονή της έγκρισης από τις εποπτικές αρχές..
Σύμφωνα με τον ίδιο, έως το 2025 η τράπεζα αναμένει μέση ετήσια αύξηση κερδών που θα υπερβαίνει το 20% από τα επίπεδα του 2022, οδηγώντας την κερδοφορία σε επίπεδα άνω του 12% και δημιουργώντας συνολικά καθαρά κέρδη περί τα 2 δισ. ευρώ, επίδοση που, σε συνδυασμό με την απορρόφηση αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, οδηγεί σε αύξηση των εποπτικών κεφαλαίων κατά 2,3 δισ. ευρώ.
«Μέρος αυτών, περίπου 900 εκατ. ευρώ, θα αξιοποιηθεί για τη χρηματοδότηση της οργανικής μας ανάπτυξης στη διάρκεια της περιόδου. Εντούτοις, το μεγαλύτερο μέρος – περίπου 1,4 δισ. ευρώ – θα μας επιτρέψει να υπερβούμε σημαντικά τα ελάχιστα όρια κεφαλαίου που η διοίκηση θεωρεί ως απαραίτητα για τη λειτουργία της τράπεζας. Οφείλω, συνεπώς, να σημειώσω ότι βάσει του σχεδίου μας, έχουμε κάθε πρόθεση, σε συνεννόηση της τις ρυθμιστικές αρχές, να αυξήσουμε περαιτέρω το ποσό του κεφαλαίου που θα επιστραφεί στους μετόχους μας, αναγνωρίζοντας εκείνους που πρωτίστως εμπιστεύθηκαν την προσπάθεια και το σκοπό μας» υπογράμμισε ο κ. Ψάλτης, ζητώντας την έγκριση των μετόχων για ένα πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων μετοχών, το οποίο σε ορίζονται διετίας και πάντα υπό την έγκριση των εποπτικών αρχών δύναται να ανέλθει σε ποσοστό 1,5% επί του μετοχικού κεφαλαίου σε τιμές ανά μετοχή που μπορούν να φθάσουν ακόμα και τα τρία ευρώ.
Υπενθυμίζεται πως το πρόγραμμα buyback αφορά σε έως και 35 εκατ. μετοχές, με το συνολικό ποσό που θα διατεθεί να «αγγίζει» τα 10 εκατ. ευρώ τους 12 πρώτους μήνες της ισχύος του.