Το όνομα του Κάρελ Κόμαρεκ έχει κατακλύσει αυτή την εβδομάδα τον εγχώριο Τύπο. Στα σχετικά δημοσιεύματα ο Τσέχος επιχειρηματίας συνοδεύεται σχεδόν πάντα από τους τίτλους του δισεκατομμυριούχου και του μεγιστάνα, ενός ανθρώπου που γνωρίζει καλά «το παιχνίδι της τύχης». Η παρουσία του, ωστόσο, στην οικονομική δραστηριότητα της Ελλάδας μόνο καινούργια δεν είναι. Χρονολογείται πάνω από μια δεκαετία πίσω.

Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, ήδη από το 2013, όταν η χώρα βρισκόταν στη δίνη της οικονομικής κρίσης, το fund Emma Delta συμφώνησε, ύστερα από «σκληρό παζάρι» με το ΤΑΙΠΕΔ, να αποκτήσει το 33% του ΟΠΑΠ έναντι 652 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία αυτή σηματοδότησε την αρχή της ιδιωτικής εποχής του οργανισμού, έπειτα από 55 χρόνια κρατικού ελέγχου, αλλά και μία από τις πρώτες μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις στο πλαίσιο των μνημονίων.

Στο προσκήνιο εκείνη την περίοδο βρισκόταν ένας άλλος Τσέχος, ο Γίρι Σμετς. Μαζί με τον Γιώργο Μελισσανίδη αποτέλεσαν τους κύριους μετόχους του Emma Delta, ενώ το KKCG του Κόμαρεκ διατηρούσε επίσης συμμετοχή.

Εξι χρόνια αργότερα, KKCG και Emma Capital αποφάσισαν να ακολουθήσουν ξεχωριστούς δρόμους στον όμιλο τυχερών παιχνιδιών Sazka, που αργότερα μετονομάστηκε σε Allwyn. Ο Κόμαρεκ έγινε βασικός μέτοχος του ΟΠΑΠ και ανέλαβε τον πλήρη έλεγχο το 2022, όταν αποχώρησε και ο κ. Μελισσανίδης. Σε κάθε περίπτωση, ο Κάρελ Κόμαρεκ έχει συνηθίσει τη δημοσιότητα. Στην Τσεχία, ως δημόσιο πρόσωπο, ο Tύπος ασχολείται συστηματικά με τη δράση του. Εξάλλου, ο ίδιος προέρχεται από μία από τις πλουσιότερες οικογένειες της χώρας.

Ωστόσο, το 2010, ύστερα από περίπου πέντε χρόνια διαφωνιών για τη στρατηγική και τις επενδυτικές προτεραιότητες, αποφάσισε να σπάσει τους επιχειρηματικούς δεσμούς με τον πατέρα και την αδελφή του, χαράσσοντας τη δική του πορεία. Διατήρησε για τον εαυτό του τη δραστηριότητα εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου, τομείς που τον γοήτευσαν για τις δυνατότητες ανάπτυξης και κερδοφορίας, καθώς και τον χρηματοοικονομικό βραχίονα, ενώ τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας συνέχισαν να ελέγχουν τον βιομηχανικό κλάδο.

Σήμερα, υπό την ιδιοκτησία του βρίσκεται η MND, η οποία συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες εταιρείες ενέργειας της Τσεχίας, ενώ τον Ιούνιο του 2024 προχώρησε στη διακοπή της συνεργασίας της με τον ρωσικό ενεργειακό όμιλο Gazprom.

Το μεγάλο στοίχημα για τον 56χρονο επιχειρηματία υπήρξε ο κόσμος των τυχερών παιχνιδιών. Το πρώτο βήμα έγινε το 2011, όταν εντόπισε την ευκαιρία στη χρεοκοπημένη τσεχική εταιρεία λοταριών Sazka και την προσέθεσε στο χαρτοφυλάκιο της KKCG. Σταδιακά η δραστηριότητά του επεκτάθηκε και σε άλλες αγορές.

Το 2016 δημιουργήθηκε ο όμιλος Sazka Group, ο οποίος το 2021 επαναλανσαρίστηκε με την επωνυμία Allwyn. Σήμερα η εταιρεία διαχειρίζεται λοταρίες σε επτά χώρες, ενώ διαθέτει και καζίνο, όπως στην Αυστρία ενώ στην Ιταλία η LottoItalia διαχειρίζεται αποκλειστικά τη λοταρία αριθμοπαιχνιδιών.

Η διεθνής φήμη του κ. Κόμαρεκ ενισχύθηκε το 2022, όταν η Allwyn αναδείχθηκε νικήτρια στον διαγωνισμό για τη διαχείριση της εθνικής λοταρίας του Ηνωμένου Βασιλείου, μια από τις πιο εμβληματικές αγορές τυχερών παιχνιδιών στον κόσμο, αφήνοντας πίσω της τη Northern & Shell του Ρίχαρντ Ντέσμοντ και τον προηγούμενο διαχειριστή Camelot, που στη συνέχεια εξαγοράστηκε από την Allwyn.

Η επιτυχία πάντως έρχεται πολλές φορές και με προκλήσεις. Η Northern & Shell ξεκίνησε νομική διαμάχη με την UK Gambling Commission, διεκδικώντας αποζημιώσεις έως 1,3 δισ. στερλινών, υποστηρίζοντας ότι η διαδικασία αδειοδότησης για το δεκαετές συμβόλαιο λοταρίας δεν ήταν δίκαιη, με την υπόθεση να βρίσκεται σε εξέλιξη.

Επόμενος μεγάλος σταθμός για τον Κάρελ Κόμαρεκ είναι η αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών, το «ιερό δισκοπότηρο» του παγκόσμιου gaming. Η είσοδος έγινε το 2022, όταν απέκτησε την Camelot, διαχειρίστρια εταιρεία της λοταρίας του Ιλινόι, εξασφαλίζοντας ένα πολύτιμο διαβατήριο για την αμερικανική ήπειρο.

Από τότε η παρουσία του ενισχύεται. Φέτος, η Allwyn προχώρησε στην εξαγορά πλειοψηφικού μεριδίου στην πλατφόρμα fantasy sports PrizePicks, έναν από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους παίκτες της αγοράς, κάνοντας άνοιγμα σε έναν νέο, ψηφιακό και εξαιρετικά ανταγωνιστικό κόσμο.

Σήμερα, η Allwyn με καθαρά έσοδα 8,4 δισ. ευρώ και κέρδη 656 εκατ. ευρώ το 2024, αποτελεί το επίκεντρο του πολυεπίπεδου επιχειρηματικού οικοδομήματος του Κόμαρεκ, όπου απασχολούνται 16.000 εργαζόμενοι σε περισσότερες από 40 χώρες και το οποίο διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 10 δισ. ευρώ. Αν και ζει μόνιμα στην Ελβετία, ο Τσέχος επιχειρηματίας διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με την πατρίδα του, επενδύοντας σε πολιτιστικές πρωτοβουλίες, ενεργειακά έργα και φιλανθρωπικές δράσεις που ενισχύουν τη δημόσια εικόνα του.

Στο μικροσκόπιο η εξαγορά της Novibet

«Είμαι ενθουσιασμένος που μοιράζομαι σήμερα μια μεγάλη είδηση: γινόμαστε παγκόσμιοι!», έγραψε την περασμένη Δευτέρα στην προσωπική του σελίδα στο LinkedIn ο Κάρελ Κόμαρεκ. Η ανάρτηση αυτή ήρθε μερικά λεπτά μετά τη δημόσια γνωστοποίηση της απόφασης για τη συνένωση των δύο οργανισμών, με την Allwyn να ελέγχει ήδη το 51,8% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΠΑΠ. Η κίνηση αυτή συνδέει τα περιουσιακά στοιχεία των δύο ομίλων και δημιουργεί μια οντότητα με ισχυρό διεθνές εκτόπισμα και αποτίμηση που αγγίζει τα 16 δισ. ευρώ.

Το νέο εταιρικό σχήμα θα παραμείνει εισηγμένο στο Χρηματιστήριο Αθηνών, αλλά ταυτόχρονα στρώνει τον δρόμο για ένα ακόμη πιο φιλόδοξο βήμα: μια δευτερεύουσα εισαγωγή είτε στη Νέα Υόρκη είτε στο Λονδίνο, ένα σχέδιο που, όπως λέγεται, ο Κάρελ Κόμαρεκ «ωρίμαζε» εδώ και καιρό.

Η έδρα της νέας συνενωμένης οντότητας θα βρίσκεται στην Ελβετία, όπου εδρεύει ήδη η Allwyn, ωστόσο ο ΟΠΑΠ θα συνεχίσει να λειτουργεί κανονικά στην Ελλάδα, διατηρώντας τη σημερινή του δομή, τα στελέχη του και όλες τις καθιερωμένες επιχειρησιακές διαδικασίες.

Το πιο εμφανές νέο στοιχείο αφορά την αλλαγή της επωνυμίας. Ο ΟΠΑΠ θα ξεκινήσει σταδιακά τη διαδικασία μετονομασίας σε Allwyn από το 2026. Παιχνίδια, όμως, όπως το Λόττο και το Τζόκερ θα συνεχίσουν να φέρουν την ίδια επωνυμία, καθώς και ο βασικός διαδικτυακός βραχίονας του ομίλου, η Stoiximan.

Μετά την ολοκλήρωση της συγχώνευσης, η Allwyn θα ελέγχει το 78,5% της νέας ενιαίας οντότητας, ενώ οι υπόλοιποι μέτοχοι του ΟΠΑΠ, που αντιπροσωπεύουν την ελεύθερη διασπορά, θα διατηρήσουν το υπόλοιπο 21,5%.

Η νέα οντότητα εμφανίζεται πιο διαφοροποιημένη και εξωστρεφής, μειώνοντας την εξάρτησή της από μεμονωμένες παραχωρήσεις, όπως η χερσαία παραχώρηση του ΟΠΑΠ που λήγει το 2030. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο διαδικτυακό κανάλι, ενώ εκτιμάται ότι περίπου 55% των καθαρών εσόδων από τυχερά παιχνίδια θα προέρχονται από το Διαδίκτυο για τη συνενωμένη εταιρεία.

Τον περυσινό Δεκέμβριο η Allwyn προχώρησε στην απόκτηση πλειοψηφικού μεριδίου 51% στη μητρική της στοιχηματικής εταιρείας Novibet, τη Logflex MT Holding Limited, έναντι τιμήματος 217 εκατ. ευρώ. Προς το παρόν η συναλλαγή βρίσκεται σε αναμονή της τελικής έγκρισης από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, καθώς οι ελληνικές αρχές έχουν ξεκινήσει πλήρη διερεύνηση της υπόθεσης και έχουν ζητήσει επιπλέον διευκρινίσεις από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.

Σημειώνεται ότι η ενσωμάτωση της Novibet στην Allwyn θα οδηγήσει σε συγκέντρωση μεριδίων που ξεπερνούν το 70% της εγχώριας αγοράς online αθλητικού στοιχήματος και καζίνο. Μέχρι σήμερα η Allwyn κατέχει ήδη ηγετική θέση μέσω των πλατφορμών Stoiximan, opaponline.gr και pamestoixima.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα εξετάσει προσεκτικά τη συναλλαγή, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι μετά την ολοκλήρωσή της δεν θα προκύψουν συνθήκες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης στην αγορά.

Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος των διαδικτυακών τυχερών παιχνιδιών έχει αναδειχθεί σε πόλο έλξης για εγχώριους και διεθνείς παρόχους, χάρη στην εντυπωσιακή ανάπτυξή του.

Σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων, τα καθαρά έσοδα προ εισφορών (GGR – Gross Gaming Revenue), που θεωρούνται ο πιο αξιόπιστος δείκτης για την εκτίμηση του μεγέθους και της δυναμικής μιας αγοράς τυχερών παιχνιδιών, έφθασαν το 2024 στο 1,066 δισ. ευρώ για τις διαδικτυακές εταιρείες στην Ελλάδα. Πρόκειται για αύξηση 13% σε σύγκριση με τα 867,5 εκατ. ευρώ του προηγουμένου έτους, αποτυπώνοντας με σαφήνεια την ταχεία διεύρυνση του συγκεκριμένου τομέα.

Διαβάστε ακόμη: