Κατώτερο των προσδοκιών υπήρξε κατά κοινή ομολογία το ντιμπέιτ των πέντε υποψηφίων για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, καθώς ο έκτος, ο Γιώργος Παπανδρέου, επέλεξε να μην συμμετάσχει.

O Ανδρέας Λοβέρδος παρουσίασε μια σχεδόν ολοκληρωμένη πολιτική πλατφόρμα, αλλά σε διαφορετική πολιτική κατεύθυνση από την πολιτική που ακολουθούσε το ΚΙΝΑΛ επί ηγεσίας Φώφης Γεννηματά, με αποτέλεσμα να νομίζει κανείς ότι θα ένιωθε πιο άνετα σε έναν διαφορετικό πολιτικό χώρο ή έστω ένα πολύ βαθύ παλιό ΠΑΣΟΚ.

Η απουσία του ΓΑΠ ήταν φυσικά αισθητή. Αλλά στρατηγικά σχεδιασμένη καθώς ήταν βέβαιος ότι θα φάει ομαδικό «πέσιμο», ενώ είναι βέβαιο ότι εάν υπάρξει δεύτερο ντιμπέιτ τότε θα παραστεί. Άλλωστε τα νούμερα της τηλεθέασης που έκανε η ΕΡΤ, 7%,  μαρτυρούν ότι δεν έχασε και τίποτα σπουδαίο σε αυτή τη φάση.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης, μάλιστα, που μαζί με τον Ανδρέα Λοβέρδο και τον Γιώργο Παπανδρέου διεκδικούν την είσοδο στον Β΄ Γύρο, επέλεξε στα περισσότερα θέματα να μην ανοίξει τα χαρτιά του γιατί έχει την δική του ατζέντα.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι σαφές πως κινήθηκε με την τακτική «δεύτερης Κυριακής». Δεν έρχεται σε κόντρα με κανέναν ώστε να μπορεί, εάν και εφόσον περάσει στο δεύτερο γύρο, να ζητήσει τη στήριξη των υπολοίπων και παράλληλα δεν παίρνει σαφή θέση στα θέματα ώστε να έχει περιθώριο ελιγμών και «προεκλογικών» προγραμματικών συμφωνιών όταν έρθει η ώρα.

Τη δυνατότητα αυτή δεν την έχει προφανώς ο Λοβέρδος που από τη μια διαχωρίζει τη θέση του και από την άλλη δεν τα λέει καλά με μεγάλο κομμάτι του ΚΙΝΑΛ εξαιτίας της γενικότερης συμπεριφοράς του απέναντι στη Φώφη Γεννηματά το διάστημα που προηγήθηκε της γνωστοποίησης της ασθένειας της.

Αίσθηση προκάλεσε ότι στο γύρο που υπήρχε η δυνατότητα για απευθείας ερωτήσεις του ενός υποψηφίου προς όποιον συνυποψήφιό του επιλέξει, οι Νίκος Ανδρουλάκης και Ανδρέας Λοβέρδος δεν επέλεξαν να αντιπαρατεθούν μεταξύ τους, αλλά να χτίσουν κλίμα συνεργασιών για τη δεύτερη Κυριακή: Ο Ν. Ανδρουλάκης με τον Χάρη Καστανίδη και τον Παύλο Γερουλάνο και ο Ανδρέας Λοβέρδος πρωτίστως με τον Παύλο Γερουλάνο.

Ο Ανδρέας Λοβέρδος όχι απλώς υπεραμύνθηκε της άποψης να μην περάσουν από τη Βουλή τα μνημόνια για τη Συμφωνία των Πρεσπών, αλλά τάχτηκε και εναντίον της στήριξης της ευρωπαϊκής προοπτικής της Βορείου Μακεδονίας από την Αθήνα. Άφησε μάλιστα αιχμές ότι η Συμφωνία των Πρεσπών μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προηγούμενο για τη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών.

Ο Α. Λοβέρδος, πέραν της γνωστής θέσης του για «καμιά συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ», εμφανίστηκε οπαδός του δόγματος «νόμος και τάξη», με αποτέλεσμα να έχει μια σφοδρή αντιπαράθεση για τους Ποινικούς Κώδικες με τον Χάρη Καστανίδη και, δευτερευόντως και με τον Παύλο Χρηστίδη. Αίσθηση δε προκάλεσε η έμμεση αιχμή του προς τον Ν. Ανδρουλάκη, με τον χαρακτηρισμό «νεόγερος»!

Ο Νίκος Ανδρουλάκης απέφυγε να ανοίξει τα χαρτιά του για το πρόσωπο που θα ορίσει ως επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας σε περίπτωση που εκλεγεί, υπεραμυνόμενος της απόφασής του να παραμείνει ευρωβουλευτής. Ο Α. Λοβέρδος, πάντως, αμφισβήτησε το δικαίωμα του Ν. Ανδρουλάκη να ορίσει τον επικεφαλής, λέγοντας πως αυτό αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας.

Επίσης το ερώτημα που θέτει ο Α. Λοβέρδος σε συζητήσεις που κάνει αφορά το τι θα συμβεί αν εκλεγεί ο Ν. Ανδρουλάκης, καθώς δεν θα μπορεί να εκπροσωπεί το Κίνημα Αλλαγής στη Βουλή, αφού δεν είναι βουλευτής.

Μάλιστα, κάνει λόγο ότι σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να υπάρξει μια «δυαρχία» στο κόμμα, τη στιγμή που η χώρα θα βαδίσει σε εκλογές και το ΚΙΝΑΛ χρειάζεται τον αρχηγό του να είναι στη Βουλή και να κοντράρεται ο ίδιος με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα.

Παράλληλα, «άλλο ο κόσμος και άλλο η ηγεσία της αριστεράς, που συνεργάστηκε με τον Καμμένο ή έκανε το απαράδεκτο δημοψήφισμα μέσα σε πέντε μέρες και μίλησε για επιβολή στους αρμούς της εξουσίας» δήλωσε ο Ν. Ανδρουλάκης, αποφεύγοντας να ξεκαθαρίσει το θέμα των συμμαχιών, δείχνοντας όμως έναν σαφή προσανατολισμό.

Γενικότερα οι τοποθετήσεις είχαν ως κύριο στόχο, ιδίως για τα δυο φαβορί για την είσοδο στον Β΄ γύρο, την αποφυγή του πολιτικού κόστους και τη δημιουργία συνεργασιών, παρά μια ουσιαστική και σε βάθος συζήτηση που να εμπνέει τους πολίτες. Υπό αυτή την έννοια, μάλιστα, ίσως και να δικαιούται και ο Γιώργος Παπανδρέου να υποστηρίξει πως ένα τέτοιο ντιμπέιτ λίγα είχε να προσφέρει στους πολίτες, επικαλούμενος και το αντίστοιχο ντιμπέιτ στη Γαλλία που έφερε καταστροφικά αποτελέσματα για τους σοσιαλιστές.

Ο Χριστίδης προσπάθησε να το παίξει λίγο πιο προχωρημένος από τους υπόλοιπους με κάποια τσιτάτα αλλά δεν πείθει ενώ ο Καστανίδης είπε την ατάκα της βραδιάς με το «Δεν ερωτώ κάποιον από τους συντρόφους μου γιατί δεν έχω καμιά απορία».

Τέλος σε ότι αφορά το στήσιμο του ντιμπέιτ όπως και την παρουσία των υποψηφίων, εκείνο που μας έμεινε είναι η έλλειψη φρεσκάδας γενικότερα καθώς η αποστειρωμένη διαδικασία μαζί με την παραδοσιακή παλαιοκομματική στυλιστική εμφάνιση και των πέντε δεν μας προσέφερε τίποτα το καινούργιο.