Μπορεί κατά ορισμένες – κυρίως αντιπολιτευόμενες – πλευρές οι τράπεζες με τα χαμηλά πρόστιμα τα οποία επιβλήθηκαν από την Επιτροπή Ανταγωνισμού να «έπεσαν στα μαλακά» αφού αυτά αντιπροσωπεύουν την κερδοφορία λίγων μόνο μηνών ενώ οι υπερβολικές χρεώσεις στις προμήθειες διατηρήθηκαν σε διάστημα αρκετών ετών , αλλά τα δύσκολα για τον κλάδο μόλις τώρα αρχίζουν.
Με δεδομένο ότι το τέλος της κρατικής «επιτροπείας» πλησιάζει αφού σχεδόν το σύνολο των μετοχών όλων των συστημικών τραπεζών θα αποδοθεί σε ιδιώτες και θεσμικούς επενδυτές και πλέον οποιασδήποτε μορφή «στήριξης» θα μπορούσε να προκαλέσει μείζον πολιτικό θέμα , τα τραπεζικά επιτελεία καλούνται να αποδείξουν ότι τα «βγάζουν πέρα» στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται .
Άλλωστε αυτό, θα επιβληθεί από τις εξελίξεις. Μέχρι σήμερα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες «βολεύονταν» με τα ιδιότυπο καρτέλ τιμολογήσεων προς την πελατεία τους, που όπως αποδέχθηκαν οι ίδιες στον συμβιβασμό στον οποίο προσέτρεξαν με την Επιτροπή Ανταγωνισμού αποτελούσε όπως ισχυρίστηκαν πάγια τακτική «άμυνας».
Έτσι αβγάταιναν και τα εύκολα εν πολλοίς κέρδη , αφού οι προμήθειες έτρεχαν «βρέξει – χιονίσει».
Όμως , οι επόμενοι μήνες δεν θα μοιάζουν καθόλου με τους προηγούμενους. Το κλίμα στην παγκόσμια οικονομία αλλάζει, η νέα κατάσταση στα επιτόκια απαιτεί και «νέα καθήκοντα», οι προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για την πορεία της ελληνικής οικονομίας γίνονται αρκετά πιο συντηρητικές και εκτός όλων αυτών στο παιχνίδι βρίσκονται ήδη δύο πολλοί ισχυροί ανταγωνιστές και δεν αποκλείεται στο εγγύς μέλλον να γίνουν περισσότεροι.
Διότι θεωρείται σχεδόν σίγουρο ότι το νέο σχήμα που θα προκύψει από την σύζευξη Attica Bank – Παγκρήτιας όσο και η δυναμική που θα αναπτύξει η Optima Bank, πρόκειται να προκαλέσουν αναταράξεις στις μέχρι σήμερα διαμορφούμενες ισορροπίες στον ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Πόσο πέφτουν τα επιτόκια
Παράλληλα παλαιοί και νέοι μέτοχοι των τραπεζών θα αναμένουν μέσα στους επόμενους μήνες να αποζημιωθούν από την υπομονή που έκαναν όλη αυτήν την περίοδο.
Αυτό συνεπάγεται διατήρηση των υψηλών κερδών και διανομή μερισμάτων και όχι με την εύκολο τρόπο των επιτοκίων του Euribor και των -σχεδόν συμπεφωνημένων – χρεώσεων κατά την χρήση των υπηρεσιών των πιστωτικών ιδρυμάτων από τους συναλλασσόμενους.
Πρέπει πλέον η κερδοφορία να προέλθει από άλλα πεδία και προς τούτο απαιτούνται ακριβή σχέδια και συγκεκριμένα πλάνα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών το 2024 το Euribor 3 μηνών από 3,92% της τρέχουσας περιόδου θα μειωθεί στο 2% με 2,5% έως τέλος του χρόνου και η εξέλιξη αυτή θα επιφέρει πλήγμα 2,5 δισεκ. σε έντοκα έσοδα τα οποία από τα 8,45 δισεκ. θα μειωθούν στα 6 δισεκ. ευρώ.
Έτσι παράλληλα με την αναμενόμενη ενίσχυση των κεφαλαίων των τραπεζών προκύπτει αδήριτη ανάγκη η αναπλήρωση αυτών των εσόδων από νέα δάνεια, συν οι τυχόν επιβαρύνσεις στα χαρτοφυλάκια από νέα γενιά μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Οι μέτοχοι – επενδυτές των τραπεζών εκεί θα στρέψουν κυρίως την προσοχή τους, δηλαδή στο πως τα πιστωτικά ιδρύματα θα μπορέσουν να πετύχουν αναπλήρωση των χαμένων έντοκων εσόδων με συγκεκριμένα πλάνα, χωρίς το προστατευτικό τείχος του Euribor .
Το »στοίχημα των τραπεζών», αποτελεί συγχρόνως και στοίχημα του ελληνικού χρηματιστηρίου λόγω της μεγάλης εξάρτησης των δεικτών του από τις εισηγμένες τραπεζικές εταιρίες.
Η επενδυτική βαθμίδα, η άλλη ισχυρή παράμετρος που μέχρι σήμερα προβαλλόταν έχει εξασφαλιστεί και όποιες επί μέρους εξελίξεις θεωρείται ότι δεν πρόκειται να επηρεάσουν σημαντικά τους χρηματιστηριακούς δείκτες .
Αντιθέτως , οι πολλές – όπως τουλάχιστον αναφέρει η σχετική πληροφόρηση – κυοφορούμενες συμφωνίες σε εταιρικό επίπεδο μπορούν να επιδράσουν πολύ περισσότερο, ακόμη και αν αναφέρονται σε περιφερειακές εταιρίες, διότι θα επιβεβαιώσουν την νέα διαμορφούμενη δυναμική της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς.
Ιδού λοιπόν, γιατί ο γενικός δείκτης του χρηματιστηρίου βρίσκεται «κολλημένος» εδώ και αρκετές εβδομάδες πέριξ του επιπέδου των 1300 μονάδων.
Έρχονται τα μερίσματα
Κατά τα λοιπά οι τράπεζες δηλώνουν έτοιμες για την από πολλών μηνών υπεσχημένη διανομή μερίσματος αναμένοντας το τυπικό – όπως θεωρούν – ΟΚ από τον SSM.
Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, ανεπισήμως ο επόπτης, μετά και τα πρόσφατα stress test αλλά και τη διαδικασία SREP, που επιβεβαίωσαν τη δυναμική των ελληνικών τραπεζών, έχει ήδη δώσει το «πράσινο φως».
Στην ευρωζώνη αναμένεται «κοσμογονία μερισμάτων» αφού όπως αποκάλυψε ο πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), κ. Αντρέα Ενρία, θα διανεμηθούν μερίσματα αξίας 70 δισ. ευρώ!
Προς αυτή την κατεύθυνση, μόλις την Πέμπτη, η Eurobank προχώρησε στη διανομή προαιρετικών αποθεματικών, συνολικού ποσού 410 εκατ. ευρώ, στο μοναδικό μέτοχό της, την Eurobank Holdings, προκειμένου να προετοιμάσει το έδαφος για την ανταμοιβή των μετόχων της. Μέρισμα 25% σχεδιάζει για το 2024 και η Εθνική Τράπεζα, η διοίκηση της οποίας έχει καταστήσει σαφές πως η επιβράβευση των μετόχων της είναι για εκείνη πρώτη προτεραιότητα.
Από την Alpha Bank o Βασίλης Ψάλτης δήλωσε ότι υπάρχει συμφωνία με τον επόπτη « για διανομή 20% και ήδη το έχουμε υπολογίσει στα αποτελέσματα μας».
Μέρισμα 10% που, όμως, θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, δρομολογεί από την πλευρά της, η Τράπεζα Πειραιώς.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Optima Bank, με την τράπεζα να σχεδιάζει τη διανομή μερίσματος τουλάχιστον 30% από τα κέρδη του 2023.
Τι φοβάται ο Στουρνάρας
Η ομαλή εφαρμογή αυτών των σχεδίων προϋποθέτει σχετική σταθερότητα στις εξελίξεις τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς.
Αν η πρώτη παράμετρος φαίνεται ότι καλύπτεται προς το παρόν από την αδιαμφισβήτητη υπεροχή της κυβέρνησης Μητσοτάκη παρά τις επί μέρους αιρέσεις ( δυστοκίες, λάθη, αναποτελεσματικότητα, ακρίβεια) , ο εξωτερικός περίγυρος επιβαρύνεται.
Το πρόσφατο κλείσιμο του Σουέζ δημιουργεί νέους πονοκεφάλους για το παγκόσμιο εμπόριο και ευτυχώς για την διεθνή οικονομία ( δυστυχώς για τους Ουκρανούς) το ουκρανικό οδεύει προς κλείσιμο, χωρίς να απειλεί πλέον τη γεωπολιτική σταθερότητα.
Για την ελληνική οικονομία η αισιοδοξία αν και παραμένει περιορίζεται.
Η Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος που κατέθεσε στη Βουλή ο Γιάννης Στουρνάρα προβλέπει ισχυρότερη ανάπτυξη από ό,τι στην ευρωζώνη την επόμενη διετία, αλλά με αναθεωρημένες προβλέψεις προς τα «κάτω» σε σχέση με την προηγούμενη εκτίμηση του Ιουνίου.
Ο κεντρικός τραπεζίτης «βλέπει» ρυθμό ανάπτυξης 2,5% το 2024 από 3% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη, λόγω τεσσάρων κινδύνων που απειλούν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας:
1. Τυχόν επιδείνωση της γεωπολιτικής κρίσης στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή και οι συνεπαγόμενες επιπτώσεις στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον,
2. Χαμηλότερος του αναμενομένου ρυθμός απορρόφησης και αξιοποίησης των κονδυλίων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
3. Ενδεχόμενες φυσικές καταστροφές που συνδέονται με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
4. Καθυστέρηση υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που θα επιβράδυνε τη διαδικασία ενίσχυσης της παραγωγικότητας της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
Η εδραίωση της εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας επισφραγίστηκε με την αναβάθμιση του αξιόχρεου του ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία» τονίζει η ΤτΕ, προσθέτοντας ότι «είναι σκόπιμο να διαφυλαχθεί η δημοσιονομική σταθερότητα και να ενισχυθεί η μεταρρυθμιστική προσπάθεια, με στόχο την περαιτέρω βελτίωση του αξιόχρεου της χώρας, καθώς ενδεχόμενες νέες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης του ελληνικού Δημοσίου αναμένεται να επιφέρουν επιπρόσθετα θετικά οφέλη σε όρους ανάπτυξης και οικονομικής σταθερότητας.