«Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι η πρωτοφανής ενεργειακή κρίση, που πλήττει με ιδιαίτερη σφοδρότητα την Ευρωπαϊκή Ένωση, απειλεί όχι μόνο την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων έντασης ενέργειας αλλά και την ίδια τη βιωσιμότητά τους, με τις βιομηχανίες να εξετάζουν το ενδεχόμενο μείωσης παραγωγής, αναστολής λειτουργίας ή ακόμη και μετεγκατάστασης σε τρίτες χώρες», ανέφερε, μεταξύ άλλων, η ΕΒΙΚΕΝ, με αφορμή τη Γενική Συνέλευση που πραγματοποιήθηκε σήμερα (06/12).

«Ελλείψει κοινής ευρωπαϊκής απάντησης στο πρόβλημα, τα κράτη – μέλη λαμβάνουν μέτρα σε εθνικό επίπεδο για να στηρίξουν τις επιχειρήσεις στις σημερινές συνθήκες κρίσης και να αποτραπεί η αποβιομηχάνιση. Τους τελευταίους μήνες, παρατηρείται ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες θεσπίζουν και εφαρμόζουν, η μία μετά την άλλη, εθνικά σχέδια εγγυημένων τιμών ηλεκτρικής ενέργειας και φ.α. για τις βιομηχανίες τους, ώστε να μην είναι εκτεθειμένες στις ανεξέλεγκτες, λόγω κρίσης, διακυμάνσεις της αγοράς.

Δημιουργείται, έτσι, ένα πλαίσιο ασφάλειας αλλά και προβλεψιμότητας για το κόστος ενέργειας, χωρίς το οποίο η βιομηχανία δεν μπορεί να προϋπολογίσει το παραγωγικό της κόστος, ώστε να διασφαλισθεί η ομαλή της λειτουργία. Εκτός από μεγάλες βιομηχανικές χώρες, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, ακόμη και η γειτονική μας Βουλγαρία έχει διαμορφώσει ένα τέτοιο πλαίσιο, με εγγυημένες στο 100% τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τις μεγάλες βιομηχανίες στα 120€ / MWh για εφέτος, αλλά και την επόμενη χρονιά.

Στη χώρα μας, η μέση τιμή αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με την οποία επιβαρύνθηκαν οι βιομηχανίες την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου, ήταν, μετά την επιδότηση, 172€ / ΜWh – τιμή η οποία αναμένεται να κυμανθεί άνω των 300€ / ΜWh για τον Δεκέμβριο, μετά την απροσδόκητη μείωση του ύψους της ενίσχυσης.

Αντίστοιχα, η μέση τιμή προμήθειας του φ.α στην περίοδο Αυγούστου – Νοεμβρίου από 1η Αυγούστου 2022 για τις βιομηχανίες είναι 160€ / Μwh, τιμή από τις υψηλότερες μεταξύ των κρατών – μελών της Ένωσης, λόγω της σχεδόν μηδενικής επιδότησης. Άλλα κράτη – μέλη, όπως η Βουλγαρία, για τον Νοέμβριο εξασφάλισαν τιμή φυσικού αερίου 63€ / MWh για τις βιομηχανίες της χώρας.

Είναι προφανές ότι σε αυτά τα επίπεδα τιμών, με ανεπαρκείς επιδοτήσεις που μάλιστα ανακοινώνονται ανά μήνα, χωρίς καμία ορατότητα, οι μεγάλες βιομηχανίες της χώρας και κυρίως οι εξαγωγικές, έχουν σοβαρό ανταγωνιστικό μειονέκτημα έναντι ομοειδών επιχειρήσεων στην Ευρώπη, αλλά και σε τρίτες χώρες, όπου οι τιμές ενέργειας είναι πολύ πιο ανταγωνιστικές.

Είναι επείγουσα η ανάγκη να δημιουργηθεί και στην Ελλάδα ένα δίχτυ ασφαλείας για τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, ώστε να μην είναι εκτεθειμένες στις ανεξέλεγκτες διακυμάνσεις των τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς και να περιορισθεί ο κίνδυνος αποβιομηχάνισης. Εξίσου επείγον ζήτημα για τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας και ιδιαίτερα της βιομηχανίας έντασης ενέργειας, είναι η θέσπιση ενός λειτουργικού πλαισίου, που να διασφαλίζει την κατά προτεραιότητα πρόσβασή τους σε “πράσινη” ενέργεια, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις.

Σήμερα, εξακολουθεί να είναι αδύνατη η υπογραφή “πράσινων” ΡΡΑς με τη βιομηχανία, γιατί σε αντίθεση με όσα προβλέπει ο ευρωπαϊκός Κανονισμός (2022/1854) στην Ελλάδα το πλαφόν επιβάλλεται και στα διμερή συμβόλαια που επιδιώκουν να υπογράψουν οι βιομηχανίες της χώρας.

Μάλιστα, στην τελευταία του σχετική ανακοίνωση, το Υπουργείο Ενέργειας αναφέρθηκε σε επικείμενη ρύθμιση που θα επιτρέπει μόνο τα διμερή συμβόλαια με φυσική παράδοση, εκτός του χρηματιστηρίου, εξαιρώντας τα συμβόλαια οικονομικών διαφορών. Εκτός ότι είναι ανεπαρκής, απαιτείται διάστημα πέραν του έτους, ώστε να υλοποιηθεί αυτή η ρύθμιση. Εκφράζουμε την αγωνία μας και ζητάμε από την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει αμέσως στη λήψη ουσιαστικών μέτρων στήριξης, ιδιαίτερα για τις βιομηχανίες έντασης.

Διαβάστε ακόμη: