Η UBS έχει ενταχθεί στο κλαμπ των εταιρειών που αυξάνουν τους στόχους τους για τον S&P 500, προβλέποντας πλέον ότι ο δείκτης αναφοράς θα αγγίξει τις 5.400 μονάδες μέχρι το τέλος του έτους. Πρόκειται για την πιο ανοδική πρόβλεψη μέχρι στιγμής, περίπου 9% πάνω από τα τρέχοντα επίπεδα.

Ενώ τα υψηλότερα από τα αναμενόμενα στοιχεία για τον πληθωρισμό προκάλεσαν πτώση των μετοχών την περασμένη εβδομάδα, η UBS υποστηρίζει πως το γεγονός ότι οι πληθωριστικές πιέσεις οφείλονται στην ισχυρή καταναλωτική ζήτηση είναι στην πραγματικότητα κάτι θετικό για τις αγορές.

«Ο υψηλότερος πληθωρισμός τείνει να είναι θετικός για τις τιμές των μετοχών», ανέφεραν οι αναλυτές σε πρόσφατο σημείωμά τους. «Ενώ η αγορά προχώρησε σε μερικό sell-off μετά από την αύξηση των πληθωριστικών στοιχείων των ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα, η έρευνά μας υποδεικνύει ότι αυτές οι μετρήσεις που βασίζονται στη ζήτηση είναι εποικοδομητικές για τις μελλοντικές αποδόσεις των μετοχών».

Η UBS επικαλέστηκε την ισχυρή καταναλωτική ζήτηση, επισημαίνοντας μια σειρά πρόσφατων οικονομικών στοιχείων, όπως η καταναλωτική εμπιστοσύνη, τα μισθολογικά δεδομένα και τα στοιχεία για τη μεταποίηση.

Η UBS έκλεισε το περασμένο έτος με πρόβλεψη πως ο δείκτης θα κυμανθεί στις 4.850 μονάδες. Στη συνέχεια αύξησε τον αριθμό αυτό στα μέσα Ιανουαρίου σε 5.150 μονάδες.

Παράλληλα, όπως αναφέρει το Business Insider, ο επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής μετοχών της Goldman Sachs στις ΗΠΑ, Ντέιβιντ Κόστιν, γίνεται όλο και πιο αισιόδοξος για τη χρηματιστηριακή αγορά.

Ο Κόστιν ανέβασε τον στόχο του για τις τιμές του S&P 500 στο τέλος του 2024 στις 5.200, κάτι το οποίο αντιπροσωπεύει δυνητική άνοδο της τάξης του 4% από τα τρέχοντα επίπεδα.

Αυτή είναι η δεύτερη φορά που ο Κόστιν αυξάνει τον στόχο τιμών του S&P 500 για το 2024. Ο αναλυτής έθεσε για πρώτη φορά στόχο 4.700 μονάδων τον Νοέμβριο και στη συνέχεια τον αναβάθμισε σε 5.100 τον Δεκέμβριο.

Η πρόσφατη ανάλυση του Κόστιν οφείλεται στα καλύτερα των προσδοκιών εταιρικά αποτελέσματα του δ’ τριμήνου.

«Οι αυξημένες εκτιμήσεις για τα κέρδη είναι ο κινητήριος μοχλός της αναθεώρησης. Η αναβαθμισμένη πρόβλεψή μας για κέρδη ανά μετοχή (earnings per share) το 2024, ύψους 241 δολαρίων, βρίσκεται πάνω από τη μέση πρόβλεψη των 235 δολαρίων. Αντανακλά τις προσδοκίες μας για ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη και υψηλότερα κέρδη για τους τομείς της τεχνολογίας πληροφοριών και των υπηρεσιών επικοινωνιών», σημείωσε ο Κόστιν.

Το στέλεχος της Goldman Sachs δήλωσε ότι οι πολλαπλασιαστές αποτίμησης θα πρέπει να παραμείνουν περίπου οι ίδιοι καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με μεγάλο μέρος της ανόδου να οφείλεται στην αύξηση των κερδών και όχι στην επαναξιολόγηση των πολλαπλασιαστών.

«Τα υψηλότερα κέρδη σημαίνουν υψηλότερες τιμές, αλλά συνεχίζουμε να αναμένουμε μικρή αλλαγή στον πολλαπλασιαστή αποτίμησης του S&P 500 από τώρα μέχρι το τέλος του έτους», δήλωσε ο Κόστιν.

Σημειωτέον πως ο S&P 500 διαπραγματεύεται επί του παρόντος με μελλοντικό πολλαπλασιαστή τιμής προς κέρδη 20x.

Τα εταιρικά αποτελέσματα των τεχνολογικών κολοσσών εξαιρετικά υψηλής κεφαλαιοποίησης (mega-cap) έδειξαν εντυπωσιακά αποτελέσματα εσόδων και κερδών στο δ’ τρίμηνο, καθώς και σταθερές προοπτικές για το 2024.

Μεγάλο μέρος της πρόσφατης αύξησης των κερδών που παρατηρήθηκε στον S&P 500 οφείλεται εξ ολοκλήρου στις τεχνολογικές εταιρείες mega-cap.

«Εάν η Nvidia ανακοινώσει εταιρικά αποτελέσματα τα οποία είναι σύμφωνα με τις προβλέψεις των αναλυτών, το γκρουπ των Magnificent 7 θα έχει αυξήσει τις πωλήσεις της κατά 15% ετησίως και θα έχει αυξήσει τα περιθώρια κέρδους κατά 582 μονάδες βάσης ετησίως, οδηγώντας σε αύξηση κερδών 58%. Αντίθετα, οι υπόλοιπες 493 μετοχές του S&P 500 αύξησαν τις πωλήσεις κατά 3%, ενώ τα περιθώρια συρρικνώθηκαν κατά 56 μονάδες βάσης και τα κέρδη μειώθηκαν κατά 2%», δήλωσε ο Κόστιν.

Στις ανοδικές αναθεωρήσεις των εκτιμήσεων του αναλυτή συμβάλλουν οι προσδοκίες ότι η αμερικανική οικονομία θα σημειώσει σταθερή οικονομική ανάπτυξη το 2024. Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs αύξησαν πρόσφατα τις προσδοκίες τους για την αύξηση του ΑΕΠ των ΗΠΑ χάρη στη συνεχιζόμενη ισχύ των καταναλωτικών δαπανών και των επενδύσεων σε κατοικίες, σύμφωνα με το σημείωμα.

«Οι σαφέστεροι παράγοντες οι οποίοι θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις προβλέψεις μας όσον αφορά τα κέρδη ανά μετοχή είναι η ισχυρότερη από το αναμενόμενο ανάπτυξη του ΑΕΠ ή οι συνεχιζόμενες ανοδικές εκπλήξεις στα κέρδη από τις mega-caps»,  συμπλήρωσε ο αναλυτής.

Τέλος, παρόμοια με την εκτίμηση της Goldman Sachs είναι και αυτή του αναλυτή και γνωστού αισιόδοξου επενδυτή (bull) της Wall Street, Τομ Λι. Εν τω μεταξύ, εταιρείες όπως η JPMorgan βρίσκονται στο αντίθετο άκρο, αφού αναμένουν ότι ο δείκτης θα πέσει στις 4.200 μονάδες μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου.

Διαβάστε ακόμη: