Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξης Τσίπρας, παραχώρησε συνέντευξη στο Euractiv, όπου τόνισε ότι «αυτή τη στιγμή χρειάζεται η χώρα μια προοδευτική κυβέρνηση να σταματήσει αυτόν τον εφιάλτη, να σταματήσει αυτή την κατηφόρα».

Ο κ. Τσίπρας εξέφρασε την ανησυχία του για την αναβάθμιση του διεθνούς ρόλου της Τουρκίας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, προσθέτοντας πως το γεγονός ότι δεν υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας, εγκυμονεί κινδύνους.

Ειδικότερα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναφέρει ότι η κοινωνία περνάει «μεγάλη κρίση»: «τα νοικοκυριά δεν μπορούν να βγάλουν τον μήνα, «οι λογαριασμοί του ρεύματος έχουν δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση, διότι σε όλη την Ευρώπη είχαμε ενεργειακό πληθωρισμό αλλά είχαμε κατά μέσο όρο 39%. Στην Ελλάδα 62%».

Ακόμη, σημείωσε ότι «αυτό το 23% παραπάνω, είναι πληθωρισμός Μητσοτάκη», οι πολιτικές επιλογές που έκανε «και η αντίληψη που είχε και έχει ότι τα πάντα μπορεί να τα ρυθμίζει η αγορά και ότι τα πάντα πρέπει να κρίνονται όχι με βάση και στόχευση την κοινή ωφέλεια, αλλά με τις τιμές στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου και ότι, εν τοιαύτη περιπτώσει, δεν μπορούμε να παρέμβουμε στα μεγάλα κέρδη των επιχειρήσεων». Είπε ότι έτσι βρεθήκαμε «με πρωταθλήτρια μια Δημόσια, υποτίθεται Επιχείρηση, τη ΔΕΗ, σ’ ένα τρομακτικό ράλι αισχροκέρδειας στην ενέργεια, όπου έχουν βγάλει πάνω από 1,5 δισ. υπερκέρδη» και έκανε λόγο για «τρομακτική αφαίμαξη από κάθε νοικοκυριό και κάθε επιχείρηση».

Για τις κυβερνητικές συνεργασίες

Όσον αφορά τη συζήτηση για τις συνεργασίες ανάφερε ότι όποιος αυτοπροσδιορίζεται ως προοδευτικός καλώς το κάνει, όμως το κρίσιμο είναι να γίνει συζήτηση «πού συμφωνούμε και πού διαφωνούμε, τι θέλουμε να κάνουμε, τι δεν θέλουμε να κάνουμε». «Δυστυχώς, αυτό δεν έχει ξεκινήσει ακόμα, όχι με δική μου ευθύνη. Αλλά κυρίως σε ό,τι αφορά την προοπτική μιας προοδευτικής κυβέρνησης, κυρίως εξαιτίας της επιλογής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να μην ανοίξει τα χαρτιά του, τα προγραμματικά του χαρτιά, για λόγους προεκλογικής σκοπιμότητας. Το σέβομαι, κάποια στιγμή όμως θα αναγκαστεί να τα ανοίξει», λέει. Αναφέρει ότι δεν μπορεί να γνωρίζει αν ο κ. Βαρουφάκης θα είναι στη Βουλή ή όχι και ποιοι θα είναι οι συσχετισμοί.

Μάλιστα, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ υπογράμμισε ότι αυτό που γνωρίζει με απόλυτη σαφήνεια είναι ότι «αν θέλουμε να υπάρξει πολιτική αλλαγή στη χώρα και μια κυβέρνηση η οποία θα νοιαστεί, μέσα σε δύσκολες συνθήκες, αλλά θα νοιαστεί για το συμφέρον των πολλών και όχι για τα κέρδη των λίγων, αυτό μπορεί να γίνει μόνο μ’ έναν τρόπο: Αν στις εκλογές με απλή αναλογική βγει πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ». Τότε, όπως είπε, «θα ανοίξει ο δρόμος για τη συγκρότηση της προοδευτικής κυβέρνησης, με όσες δυνάμεις μπορούν να συμβάλλουν ώστε να διαμορφωθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία από την πρώτη Κυριακή, χωρίς να χρειαστεί να πάμε σε δεύτερη εκλογική αναμέτρηση.

Παράλληλα απάντησε κατηγορηματικά «όχι» στο ερώτημα αν υπάρχουν προϋποθέσεις ή συνθήκες που θα έκανε συγκυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ.

Στη συνέχεια, ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε ότι δεν φέρνει αστάθεια το εκλογικό σύστημα, αλλά οι επιλογές των κομμάτων, η κουλτούρα της μη συνεργασίας. Ο ίδιος σημειώνει ότι «υγιείς συνεργασίες δεν είναι μεταξύ των δυο βασικών πόλων του πολιτικού συστήματος, είναι έκαστου πόλου κάθε φορά, του ενός εκ των δύο, με δυνάμεις με τις οποίες μπορεί να βρίσκει προγραμματική σύγκλιση». Ερωτηθείς σχετικά ανάφερε ότι «οι Ευρωσοσιαλιστές είναι προφανές ότι θα επιθυμούσαν μια κυβέρνηση προοδευτική στην Ελλάδα με τη συνεργασία του μεγαλύτερου κόμματος της ευρύτερης Αριστεράς, με το  μικρότερο κόμμα του χώρου αυτού της Κεντροαριστεράς».

Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι και αυτή η κυβέρνηση και η επόμενη και η μεθεπόμενη, «δεν θα χρειαστεί νέο μνημόνιο διότι υπήρξε μια κυβέρνηση που ρύθμισε το χρέος και έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια», σημειώνοντας ότι το μεγάλο πλεονέκτημα της Ελλάδας είναι η ρύθμιση του χρέους, «ότι έχουμε ακόμα για 7-8 χρόνια έναν καθαρό διάδρομο πολύ χαμηλών αποπληρωμών».

Επιπλέον, είπε ότι αυτό «ίσως είναι η σημαντικότερη παρακαταθήκη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ για τις τρέχουσες γενεές στη χώρα, αρκεί αυτή τη μεγάλη παρακαταθήκη να μη το σκορπίσουμε».

Υπογραμμίζει πως το πρόβλημα του πληθωρισμού -11,2%, σχεδόν 2,5 μονάδες πάνω από τον ευρωπαϊκό μ.ο.-, σε συνδυασμό με το εισόδημα που είναι «από τα χαμηλότερα στην ΕΕ», «αναπόφευκτα μας οδηγεί σε κοινωνική κλιμάκωση και κρίση κι αυτό είναι το πρώτιστο που πρέπει ν’ αποτρέψουμε».

Για την τουρκική προκλητικότητα

Αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά, ερωτηθείς αν θεωρεί πως συντηρείται τεχνητά η κρίση λόγω των επικείμενων εκλογών στην Ελλάδα και στην Τουρκία ή υπάρχει πραγματικός κίνδυνος, ο κ. Τσίπρας απάντησε ότι «είναι προφανές ότι οι υψηλοί τόνοι εάν παραμείνουν στο ρητορικό επίπεδο, ευνοούν τούτη την ώρα τον Ερντογάν ο οποίος βρίσκεται μπροστά σε μια πρωτοφανή οικονομική κρίση και, άρα, επιθυμεί η ατζέντα της συζήτησης να είναι τα κατορθώματά τους στην εξωτερική πολιτική, η πιθανότητα να εισβάλει στη Συρία, το ενδεχόμενο μιας σύγκρουσης στο Αιγαίο για να επιβάλει το καθεστώς της “Γαλάζιας Πατρίδας”. Προφανώς και τον ευνοεί αυτό πολιτικά». Αντιστοίχως, πρόσθεσε, «θα έλεγε κανείς ότι και την ελληνική κυβέρνηση θα την ευνοούσε να μη συζητά για την ακρίβεια, αλλά να συζητάμε για την πιθανότητα του τουρκικού κινδύνου». Σημειώνει ότι «ωστόσο, είναι προφανές ότι στην προκειμένη περίπτωση αυτός ο οποίος έχει προκαλέσει την κλιμάκωση της ρητορικής της έντασης είναι ο Ερντογάν και αυτό δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει για ποιος λόγους το κάνει».

Ακόμη,  ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σημείωσε ότι «σε αυτή τη φάση δεν φαίνεται ευτυχώς να υπάρχει και μια κλιμάκωση στο πεδίο» και πως όμως η αναβαθμισμένη κλιμάκωση στο ρητορικό επίπεδο μας ανησυχεί γιατί «η Τουρκία τούτη την ώρα αναβαθμίζεται. Ο ρόλος της διεθνώς».

Όπως είπε, «η Τουρκία, η οποία κατέχει παρανόμως εδώ και 48 χρόνια το βόρειο τμήμα της Κύπρου, παρουσιάζεται ως ειρηνοποιός δύναμη. Είναι η δύναμη η οποία θέλει να διαμεσολαβήσει για ειρήνευση στην Ουκρανία και αναβαθμίζεται και στα μάτια της Δύσης και στα μάτια της Ανατολής». Προσθέτει ότι ‘αυτό μας ανησυχεί στον βαθμό που η Ελλάδα, την ίδια στιγμή, όχι μόνο εγκαταλείπει το σταθερό της δόγμα στην εξωτερική πολιτική, αλλά γίνεται ένας πειθήνιος και δεδομένος σύμμαχος της Δύσης που, στο τέλος της ημέρας, καταντά να είναι πιόνι στη σκακιέρα τρίτων δυνάμεων».

Επιπλέον, ο Αλέξης Τσίπρας ανάφερε ότι πάντα, και επί πρωθυπουργίας του, υπήρχαν δίαυλοι επικοινωνίας με τον Ερντογάν και «σε όλες αυτές τις κρίσιμες φάσεις υπήρχε ανοιχτό κανάλι επικοινωνίας και αποσοβήθηκαν τα χειρότερα», όμως «αυτό δεν υπάρχει σήμερα εξ όσων γνωρίζω, εξ όσων βλέπω και αυτό με ανησυχεί». Ερωτηθείς με «ποιανού την ευθύνη», απαντά ότι «ανεξαρτήτως του ότι η Τουρκία είναι αυτή η οποία ανεβάζει την ένταση, θεωρώ ότι είναι αμεριμνησία της ελληνικής κυβέρνησης να μην επιδιώκει ενεργά να κρατάει ανοιχτό το δίαυλο».

Και πρόσθεσε πως θεωρεί «αλλοπρόσαλλη στάση να πηγαίνει ο πρωθυπουργός στην Κωνσταντινούπολη πριν από 3 μήνες περίπου, τέλη Μαρτίου, να μας λέει ότι από εδώ και στο εξής θα έχουμε ένα ήρεμο καλοκαίρι και μέσα σε 15 μέρες να έχουμε τη μεγαλύτερη ένταση στις σχέσεις μας». «Αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί», σχολιάζει, «ή δεν έχει μια στρατηγική σοβαρή στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής ή, εν τοιαύτη περιπτώσει, κάτι άλλο συμβαίνει  το οποίο όμως καλό θα ήταν να το γνωρίζουνε και να μην αναρωτιόμαστε οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου, διότι τα ζητήματα αυτά, ξέρετε, δεν είναι θέματα κομματικής αντιπαράθεσης, είναι εθνικά θέματα».