Στα μισά του δρόμου της επιστροφής στην κανονικότητα βρίσκονται πλέον οι ελληνικές τράπεζες, με το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να προχωρά μέσα σε σχεδόν ένα μήνα σε μεγάλα βήματα για τη διάθεση των ποσοστών που κατέχει στον κλάδο.

Μετά την «εύκολη» διαδικασία της Eurobank, όπου το ΤΧΣ έδωσε το 1,4% που κατείχε έναντι 93,7 εκατ. ευρώ, τα ύδατα τάραξε η UniCredit με μια προσφορά – πακέτο για την Alpha Bank. Παρά τις δυσκολίες, το 9% της Alpha Bank δόθηκε εν τέλει έναντι 293,4 εκατ. ευρώ, ανοίγοντας το σύντομο δρόμο για τη διάθεση και του 22% της Εθνικής, έναντι 1,06 δις. ευρώ.

Ανεβαίνει λοιπόν ο απολογισμός του ΤΧΣ στα 1,44 δισ. ευρώ, ενώ αναμένεται επίσης η διάθεση του υπόλοιπου 18% της Εθνικής, αλλά και του 27% της Πειραιώς, η οποία θα πραγματοποιηθεί από το 2024 και μετά, ενώ η αγορά έχει πλέον μία πρώτη γεύση για το πώς αποτιμάται σήμερα ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.

 Θετικές προοπτικές

Κοινή πεποίθηση πλέον της αγοράς είναι ότι η ιδιωτικοποίηση των Eurobank και Alpha Bank, και το μεγάλο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση της Εθνικής, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, με τον κλάδο να επανέρχεται σταδιακά στην κανονικότητα.

Άλλωστε, ήδη αυτό είχε φανεί στις επιδόσεις του, τόσο σε επίπεδο κερδοφορίας όσο και σε επίπεδο εκκαθάρισης των ισολογισμών από τα «κόκκινα δάνεια», ενώ η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από το ελληνικό Δημόσιο θα ανοίξει αργά ή γρήγορα και την επιστροφή του κλάδου σε αυτές τις αξιολογήσεις.

Η υψηλή κερδοφορία, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης των οργανικών επιδόσεων, η ενίσχυση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας, καθώς και η μείωση των κόκκινων δανείων στη ζώνη του 5% κατά μέσο όρο, καταδεικνύουν τις θετικές προοπτικές. Άλλωστε, έχει γίνει και ένα μεγάλο βήμα προκειμένου ο κλάδος να επιστρέψει στη διανομή μερίσματος από τα κέρδη της εφετινής χρήσης, για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια.

Η κριτική του ΚΕΠΕ

Βέβαια, στο παρασκήνιο του θετικού κλίματος, η αγορά γνωρίζει πολύ καλά ότι ο απολογισμός των εσόδων του ΤΧΣ από τον κλάδο είναι πολύ μικρός. Κάτι που επιβεβαίωσε και το ΚΕΠΕ, αλλά και η Moody’s, η οποία υπολόγισε τα αναμενόμενα έσοδα του ΤΧΣ από την αποεπένδυση των ελληνικών τραπεζών να είναι 3 δισ. με 4 δισ. ευρώ (προ των τελευταίων εξελίξεων).

Ως εκ τούτου, με βάση το ποσό της συνολικής επένδυσης 46 δισ. από το ΤΧΣ, οι υπαινισσόμενες ζημίες (implied losses) ανέρχονται σε 42 δισ. με 43 δισ. ή, εναλλακτικά, η υπαινισσόμενη απόδοση (implied return) κυμαίνεται μεταξύ -91,3% και -93,5%, υπολογίζει το ΚΕΠΕ.

 Η πρόκληση της επόμενης ημέρας

Αφού κοπάσει ο θόρυβος των τελευταίων εξελίξεων, ο κλάδος θα πρέπει να λύσει μια δύσκολη εξίσωση για την επόμενη ημέρα. Αυτή της πιστωτικής επέκτασης και της μεγέθυνσης των εκτός Ελλάδος εργασιών, δεδομένου ότι η ώθηση από τα επιτοκιακά έσοδα (λόγω της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) αναμένεται να κορυφωθεί το τρέχον ή στο ερχόμενο τρίμηνο. Η μέχρι τώρα αύξησή τους άλλωστε στο 9μηνο ήταν εντυπωσιακή, καθώς έφτασαν 6 δισ. ευρώ συνολικά.

Μία ακόμη πρόκληση είναι η περαιτέρω μείωση των δεικτών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κάτω από το 3% έως και το 2025, ώστε να πλησιάσουν τον μέσο ευρωπαϊκό όρο που σήμερα διαμορφώνεται στο 1,8% περίπου. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο εποπτικός βραχίονας της ΕΚΤ (SSM) έχει ζητήσει από τις ελληνικές τράπεζες να εντατικοποιήσουν τις προσπάθειες για την επίτευξη αυτού του στόχου.

Κι αυτό διότι έχει τεθεί ως όρος για να επιτραπεί η επαναγορά θεραπευμένων δανείων που αποενοποίησαν την τελευταία τριετία.

Διαβάστε ακόμη: