«… Η άντληση χρηματοδότησης έχει γίνει πιο δαπανηρή για τις τράπεζες, τα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων και των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων αυξήθηκαν ξανά τον Αύγουστο, σε 5,0% και 3,9% αντίστοιχα και η δυναμική των πιστώσεων έχει εξασθενήσει περαιτέρω…».

Ποιος τα λέει αυτά; Η ίδια η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, εξηγώντας το αιτιολογικό της σχετικής απόφασης της ΕΚΤ, να αφήσει τώρα αμετάβλητα τα επιτόκια. Φαίνεται ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες είχαν πιο καθαρό μυαλό στην Αθήνα και βλέποντας την κατάσταση των οικονομιών, των επιχειρήσεων και των δανειοληπτών στην ευρωζώνη, “πάγωσαν” τα επιτόκια, για να επανεξετάσουν τις συνθήκες στο προσεχές διάστημα.

Κυρίαρχο ήταν βέβαια και το στοιχείο ότι οι δέκα διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες, έχουν δημιουργήσει ένα ασφυκτικό τοπίο στο τομέα των νέων χορηγήσεων των τραπεζών προς την πραγματική οικονομία, τόσο από πλευράς ζήτησης όσο και από πλευράς προσφοράς.

Ενισχυτικά προς την ίδια κατεύθυνση λειτούργησαν και στοιχεία που έχει η ίδια συλλέξει και τα οποία καταγράφουν μία καθόλου ευοίωνη κατάσταση σε οικονομία και επιχειρήσεις.

Σύμφωνα, λοιπόν, με έρευνα της ΕΚΤ για τον δανεισμό στην ευρωζώνη που έγινε από 15 Σεπτεμβρίου μέχρι 2 Οκτωβρίου 2023, διαπιστώθηκε ότι σε 157 τράπεζες, εξαιτίας της αύξησης των επιτοκίων, τα πιστωτικά κριτήρια έγιναν πιο αυστηρά σε όλες τις κατηγορίες δανείων.

Άμεσο αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η ζήτηση για δάνεια από επιχειρήσεις και νοικοκυριά να μειωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό.

Το ρόλο της βέβαια έπαιξε και η συνεχιζόμενη πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που περιόρισε την ρευστότητα των τραπεζών, οδηγώντας τις σε αυστηρότερους όρους δανεισμού για επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Αλλά, από την άλλη, οι τράπεζες είδαν τα επιτοκιακά τους έσοδα να απογειώνονται, λόγω των αυξήσεων των επιτοκίων της ΕΚΤ και συνεπακόλουθα και τα κέρδη τους να κάνουν άλματα.

Ειδικά οι ελληνικές τράπεζες, εμφάνισαν από την περασμένη χρήση υψηλή κερδοφορία μετά από χρόνια, καθώς από τη μια απαλλάχθηκαν από τον μεγαλύτερο όγκο των “κόκκινων” δανείων και από την άλλη άφησαν τα επιτόκια καταθέσεων στο ναδίρ, προκαλώντας και έντονες κοινωνικές αντιδράσεις.

Και το καλό για αυτές είναι ότι δεν φαίνεται στον ορίζοντα προοπτική μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ, τουλάχιστον πριν τον ερχόμενο Ιούνιο.

Διαβάστε ακόμη: