Με τη Eurobank να κάνει το τελευταίο βήμα για την πλήρη απεμπλοκή από το Ελληνικό Δημόσιο εξαγοράζοντας το 1,4% των μετοχών της που κατέχει σήμερα το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και την ολοκλήρωση την επομένη εβδομάδα των διαδικασιών για την εισαγωγή στο Χρηματιστήριο των μετοχών της Optima Bank, μπορεί να ανοίγει (ή και να κλείνει) ένας κύκλος για τη χρηματιστηριακή αγορά.

Αυτές οι ειδήσεις υπό διαφορετικές συνθήκες θα αρκούσαν και μόνο για επικράτηση θετικού κλίματος στο χρηματιστήριο που θα ενισχυόταν από το πλήθος των θετικών εταιρικών ειδήσεων.

Οι συνθήκες όμως και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα σε πολλά επίπεδα δεν φαίνεται να το ευνοούν.

Πρώτο και κύριο, τώρα μόλις αρχίζει να γίνεται αντιληπτό το μέγεθος των προβλημάτων για τη χώρα και την οικονομία, αλλά και την κοινωνία, που αφήνουν πίσω τους οι καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία.

Αν και η ανθρώπινη φύση μπορεί να απωθεί τα αρνητικά γεγονότα, οι τεράστιες ζημίες που προκάλεσαν τα πρωτοφανή καιρικά φαινόμενα απαιτούν πολύ χρόνο και σημαντικά κεφάλαια για να αποκαταστήσουν τις ζημίες έστω και σε περιορισμένο πεδίο.

Τρεις σημαντικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία

Βαρύς ο χειμώνας

Από την άλλη πλευρά, το μέσο ελληνικό νοικοκυριό θα κληθεί να πληρώσει ακριβά κατά τους επόμενους μήνες τις συνέπειες της θεομηνίας, αλλά και τη ανεξέλεγκτη αξιοποίησή τους από τους κάθε λογής κερδοσκόπους.

Η κυβέρνηση δηλώνει, βέβαια, ότι έχει λάβει και θα εξακολουθεί να λαμβάνει όλα τα μέτρα για την καταπολέμηση της ακρίβειας, αλλά το ζητούμενο είναι αυτό να περάσει από τον χώρο των διακηρύξεων και στην πράξη, πράγμα που προς το παρόν δεν διαπιστώνεται.

Το αντίθετο θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς, καθώς και οι συνθήκες στην Ευρωζώνη διατηρούν τις ανατιμητικές τάσεις, όπως αναφέρουν τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων, σύμφωνα με τα οποία το ελαιόλαδο στην Ισπανία πωλείται σε προστατευόμενες συσκευασίας με… συναγερμό έναντι των κλοπών λόγω της εκτόξευσης των τιμών του.

Όσο για τα επιτόκια, οι τιμές τους καλά κρατούν αφού η ΕΚΤ τα αύξησε για δέκατη συνεχόμενη φορά, με τους σκληρούς του Βορρά να επιμένουν.

Εξαίρεση ο Γιάννης Στουρνάρας που όπως μεταδίδει το Reuters την ώρα που πολλοί υπεύθυνοι χάραξης νομισματικής πολιτικής, όπως οι συντηρητικοί από τον Βορρά, κρατούν σταθερά στο τραπέζι ακόμη μια αύξηση επιτοκίων, ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης δηλώνει ότι ούτε η τελευταία κίνηση ήταν απολύτως απαραίτητη και ότι η υπερβολική αυστηροποίηση της πολιτικής έχει προκαλέσει κινδύνους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

«Πιστεύω ότι έχουμε φτάσει στην κορυφή των επιτοκίων», ανέφερε στην Boersen-Zeitung. «Όπως έχουν τα πράγματα, υποθέτω ότι το επόμενο βήμα μας θα είναι η μείωση των επιτοκίων». Όμως ο ίδιος δεν τρέφει αυταπάτες, εκτιμά ότι ο πληθωρισμός, που βρίσκεται ακόμη πάνω από το 5%, θα υποχωρήσει ξανά στον στόχο του 2% μέχρι το τέλος του 2025 ή λίγο νωρίτερα.

Τέλη Σεπτεμβρίου ξεκινάει επίσημα η «φυγή» του ΤΧΣ από τις Ελληνικές Τράπεζες

Το ΤΧΣ και οι τράπεζες

Με τις οικονομίες να βρίσκονται σε περιδίνηση, το πολιτικό σκηνικό στη χώρα τρεις μόλις μήνες μετά τις εκλογές παρουσιάζει πρωτοφανή ρευστότητα.

Τα πανθομολούμενα προβλήματα αποτελεσματικής λειτουργίας της κυβέρνησης αντί να επιλύονται κρύβονται κάτω από περίεργα λεκτικά σχήματα και πολιτικούς ακροβατισμούς και απειλούν να επανεμφανιστούν στην, κατά τον Κυριάκο Μητσοτάκη, πρώτη «αναποδιά».

Έτσι το ερώτημα -γιατί ανάλογες καταστάσεις καταγράφονται στο σύνολο του πολιτικού προσωπικού- είναι πόσο μπορεί να αντέξει ακόμη η επικοινωνία έναντι της ουσίας και της πραγματικότητας.

Υπό αυτά τα δεδομένα, δίχως άλλο θετική κίνηση αποτελεί η εξαγορά του ποσοστού του ΤΧΣ από την Eurobank, όπως και η απόφαση της Εθνικής Τράπεζας να εξαγοράσει το 1,5% των μετοχών της μέσω του Χρηματιστηρίου με εύρος τιμών 1-15 ευρώ, αλλά το γενικότερο κλίμα εξακολουθεί να μην επηρεάζεται σημαντικά.

Όσο για τα σχέδια για την αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις τρεις μεγάλες συστημικές τράπεζες, για αυτά υπάρχει ο κίνδυνος να εξακολουθήσουν να βρίσκονται επί χάρτου για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, εκτός βέβαια και αν οι συνθήκες τόσο διεθνώς όσο και εσωτερικά δείξουν ότι το κλίμα αισιοδοξίας επανέρχεται στις αγορές.

Σε διαφορετική περίπτωση ο γενικός δείκτης του Χρηματιστηρίου θα συνεχίσει την πλαγιοκαθετική του πτήση και οι 1.200 μονάδες θα περάσουν στο παρελθόν.

Άλλωστε, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ για τον Σεπτέμβριο το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα αυξηθεί κατά μόλις 0,6% το 2023 και κατά 1,1% το 2024.

Τα εν λόγω μεγέθη είναι μειωμένα κατά 0,3% και κατά 0,4%, αντίστοιχα, σε σχέση με τις προβλέψεις του Ιουνίου.

Στις επιμέρους χώρες της Ευρωζώνης, η Γερμανία θα εμφανίσει οριακή ύφεση 0,2% το 2023 και ανάπτυξη 0,9% το 2024, με τον ΟΟΣΑ να «κατεβάζει» κατά 0,2% και κατά 0,4%, αντίστοιχα, τις εκτιμήσεις του σε σχέση με το report του καλοκαιριού.

Από την άλλη πλευρά, η Γαλλία θα καταγράψει ανάπτυξη 1%, η Ιταλία 0,8% και η Ισπανία 2,3% μέσα στο τρέχον έτος, ενώ για το 2024 ο ΟΟΣΑ περιμένει αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,2%, κατά 0,8% και κατά 1,9%, αντίστοιχα.

Αποκλειστικό στο Radar: Κρυφό ραντεβού του Νίκου Παππά με τον Στέφανο Κασσελάκη στο Μαρούσι, συμφωνία κάτω από το τραπέζι για την επόμενη μέρα στον ΣΥΡΙΖΑ – Οι κινήσεις Φίλη, Σκουρλέτη, Τσακαλώτου στο πλευρό της Αχτσιόγλου και πότε θα γίνει η διάσπαση!

Θα μπει η χώρα στην εποχή Κασσελάκη;

Μετά την σαρωτική εκλογική νίκη της Ν.Δ., πολλοί έσπευσαν να εκτιμήσουν ότι διανοίγεται ένας σημαντικός κύκλος χρόνου απόλυτης κυριαρχίας της κυβέρνησης και του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Δεν χρειάστηκε να περάσουν παρά μερικές μόνο εβδομάδες για να διαφανεί πως μετά Χριστόν προφήτες δεν υπάρχουν, αφού η κυβέρνηση ήλθε αντιμέτωπη με κύμα ζητημάτων η αντιμετώπιση των οποίων αμφισβητήθηκε ζωηρά από τον μέσο πολίτη.

Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση φαινόταν αδύναμη να ανταποκριθεί στα στοιχειώδη καθήκοντά της, που έχουν σχέση με τον αυστηρό έλεγχο της εξουσίας, ο ΣΥΡΙΖΑ λόγω της εσωστρέφειας μετά την εκλογική ήττα και το ΠΑΣΟΚ λόγω εγγενών αδυναμιών επικοινωνίας του Νίκου Ανδρουλάκη με τους πολίτες.

Ξαφνικά προέκυψε η υποψηφιότητα του Στέφανου Κασσελάκη για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ και τα λιμνάζοντα νερά της πολιτικής σκηνής άρχισαν να ταράσσονται.

Μένει να δούμε αν πρόκειται για έναν απλό παφλασμό λόγω συγκυρίας ή πρόκειται για ένα άξιο παρατήρησης φαινόμενο, που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μόνιμες και ουσιαστικές αλλαγές στο διαπιστούμενο από πολλούς αναλυτές σημερινό πολιτικό κενό της χώρας.

Όμως, όπως τουλάχιστον ο ίδιος ο Στέφανος Κασσελάκης μάς διαβεβαιώνει, ήλθε για να μείνει.

Το αν και τι θα προσφέρει στη χώρα είναι παρακινδυνευμένο να προσεγγιστεί εκ των προτέρων, πιθανόν και ο ίδιος ακόμη να «ψάχνεται».

Υπό όρους πολιτικού μάρκετινγκ πρόκειται για διαφορετικό «προϊόν», που όπως δείχνουν επιδοκιμασίες και αποδοκιμασίες αρχίζει να ενδιαφέρει.

Αρκεί να δείξει ότι μαθαίνει, μπορεί να βελτιώνεται και αναγνωρίζει τα λάθη του: Αυτό προσπάθησε μετά το ατόπημά του να αποκαλέσει το ψευδοκράτος της Βόρειας Κύπρου με όρο που δεν γίνεται δεκτός από τον απανταχού ελληνισμό.

Ας ληφθεί υπ’ όψιν, όμως, πως καμιά κυβέρνηση στον κόσμο πλέον δεν αναφέρεται σε αυτόν τον νεολογισμό αλλά σε Βόρεια Κύπρο, έτσι, χωρίς πρόσημο, και οι Κύπριοι σήμερα χρησιμοποιούν αντί τον όρο ψευδοκράτος, τον χαρακτηρισμό «αυτοαποκαλούμενη Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου», ή απλούστερα «τα κατεχόμενα».

Διαβάστε ακόμη: