Μόλις προ ημερών, από αυτή εδώ τη στήλη, όταν άλλοι σας έλεγαν ότι οι ζημιές στη Θεσσαλία δεν θα ξεπεράσουν το 1,5 δισ. ευρώ, σας έλεγα ότι αυτές, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τοπικών παραγόντων , γεωπόνων και στελεχών ενώσεων αγροτών και συνεταιρισμών, θα υπερβούν τα 4 δισ., αλλά μπορεί να πλησιάσουν ακόμα και τα 7 δισ. ευρώ.

Τώρα, ημιεπίσημα, διαρρέεται ότι μπορεί όχι μόνο να πλησιάσουν τα 7 δισ., αλλά ακόμα και να υπερβούν τα 10 δισ. ευρώ.

Στο τεράστιο αυτό κόστος συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο οι κάθε είδους αποζημιώσεις που θα δοθούν σε πληγέντες κατοίκους της Θεσσαλίας – απλούς πολίτες, αγρότες, καλλιεργητές και κτηνοτρόφους – αλλά και τα μεγάλα και ανυπολόγιστα ακόμη, όπως και τα πρώτα, κόστη για την αποκατάσταση εκατοντάδων κατεστραμμένων υποδομών – δρόμων, γεφυρών, φραγμάτων (παλιών και νέων που πρέπει επειγόντως να κατασκευαστούν) στηρίξεων και αντιστηρίξεων, διαπλάτυνσης ροής μικρών και μεγάλων ποταμών.

Σύμφωνα με τους μέχρι τώρα υπολογισμούς έχουν πλημμυρίσει πάνω από 850.000 καλλιεργήσιμα στρέμματα χωραφιών, καταστρέφοντας όποια καλλιέργεια υπήρχε και καθιστώντας στα περισσότερα από αυτά αδύνατη την χρήση τους, τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες.

Και με ένα πρώτο πρόβλημα, την αδυναμία σποράς σιτηρών, καθώς αυτή την περίοδο πάντα γίνεται.

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημάνω και την καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους των αποθηκευμένων σιτηρών και ζωοτροφών, πράγμα που σημαίνει ότι ο εφοδιασμός της αγοράς και με αυτά τα προϊόντα, που ήταν έτοιμα για το εμπόριο, μένει στον αέρα και προφανώς θα καλυφθεί με πανάκριβες εισαγωγές.

Αλλά και οι άλλες καλλιέργειες, σε πρώτη φάση αυτές των οπωροκηπευτικών και κάθε είδους λαχανικών, τουλάχιστον μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου δεν πρόκειται να γίνουν, αν και οι γεωπόνοι κάνουν λόγο ακόμα και για ακαταλληλότητα των πλημμυρισμένων εδαφών, λόγω εκτεταμένων μολύνσεων, ακόμα και για 2 ή και περισσότερα χρόνια.

Τεράστιες είναι και οι καταστροφές των ζώων σε όλη τη Θεσσαλία, καθώς υπολογίζεται, πάντα μέχρι τώρα, ότι πάνω από 55.000 παραγωγικά ζώα έχουν χαθεί, συνιστώντας μία πρωτόγνωρη σε έκταση απώλεια ζωικού κεφαλαίου, που δεν μπορεί να αντικατασταθεί πλέον και σίγουρα όχι στους επόμενους 12 μήνες, καθώς ουδείς γνωρίζει αν οι κτηνοτρόφοι που υπέστησαν την καταστροφή, θα θελήσουν να επανέλθουν στη μέχρι τώρα δραστηριότητά τους.

Σύμφωνα με έμπειρους γεωπόνους, αυτό ίσως είναι πλέον ο μεγαλύτερος κίνδυνος, δηλαδή, η μη αντικατάσταση του μεγαλύτερου μέρους του πολύτιμου ζωικού κεφαλαίου που υπήρχε και κάλυπτε μεγάλα μερίδια της συνολικής εθνικής παραγωγής, τόσο σε όλη τη γκάμα των γαλακτοκομικών προϊόντων, όσο και σε κρέας και υποπροϊόντα του.

Αλλά, οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης θα πλήξει άμεσα και τις μονάδες που επεξεργαζόταν ή συσκεύαζαν ή εξήγαγαν παρόμοια προϊόντα, αφήνοντας ανενεργά εργοστάσια σε όλη την περιφέρεια, αλλά και δεκάδες εργαζόμενους χωρίς εργασία. Με τις πρώτες και κύριες συνέπειες, όμως, να τις υφίστανται ήδη οι κτηνοτρόφοι.

Άφησα τελευταίο το θέμα της καταστροφής των υποδομών, που επεκτάθηκαν και σε ορεινά διαμερίσματα -Πήλιο κυρίως, αλλά και χωριά πέριξ της λίμνης Πλαστήρα στην Καρδίτσα, πέραν των τεράστιων πληγμάτων που δέχθηκε σχεδόν όλο το οδικό δίκτυο της Θεσσαλίας, οι γέφυρες και τα όποια φράγματα υπήρχαν.

Τα οποία, αφρόντιστα όπως ήταν είτε κατέρρευσαν εύκολα είτε άνοιξαν για να μην πλημμυρίσουν παρακείμενα χωριά, αλλά αυτό είχε σαν συνέπεια τον κατακλυσμό άλλων περιοχών κατά τον ρου των νερών, που ουσιαστικά μετατράπηκαν σε κινούμενη λάσπη, ισοπεδώνοντας ότι έβρισκαν μπροστά τους.

Η αποκατάσταση των υποδομών σε όλη την περιφέρεια Θεσσαλίας – δρόμων, γεφυρών, στηρίξεων όσων άντεξαν, κατασκευής τοιχίων, έστω και προσωρινών σε σαθρά εδάφη για να αποκατασταθεί εν μέρει η επικοινωνία με αποκλεισμένα χωριά και οικισμούς – εκτιμάται από μηχανικούς της περιοχής που έχουν ανάλογη σχετικά εμπειρία (λόγω “Ιανού”, αλλά όχι μόνο), ότι θα απαιτήσουν μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά και τεράστια κονδύλια, που “μπορεί να ξεπεράσουν σε επίπεδο αρχικού προϋπολογισμού, ακόμα και τα 3-4 δισ. ευρώ”.

Διαβάστε ακόμη: