Έρχεται καπέλο στους λογαριασμούς ρεύματος από τα τέλη δικτύου διανομής που ακριβαίνουν ως απόρροια απόφασης που έλαβε πρόσφατα η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.

Κάθε νοικοκυριό θα πληρώσει καπέλο πάνω-κάτω 80 ευρώ το χρόνο για φέτος.

Όσο και αν ακούγεται παράδοξο, στην αύξηση της τιμής έπαιξε ρόλο και η μεγάλη μείωση της ζήτησης.

Οι λόγοι για την μείωση της ζήτησης είναι γνωστοί και συνδέονται κατά κύριο λόγο με την ενεργειακή κρίση και την αδυναμία πολιτών και επιχειρήσεων να ανταπεξέλθουν στα αυξημένα κόστη.

Όμως δύο είναι οι λόγοι της αύξησης:

  • Α) έχει μεσολαβήσει, ταυτόχρονα, η σοβαρή μείωση της κατανάλωσης ρεύματος σε σχέση με τα επίπεδα του 2019, πράγμα που σημαίνει ότι το αυξημένο έσοδο πρέπει να εισπραχθεί από λιγότερες «κιλοβατώρες», συνεπώς αυξάνει η επιβάρυνση ανά κιλοβατώρα. Δηλαδή ακόμα και αν δεν είχε αυξηθεί το απαιτούμενο έσοδο του Διαχειριστή, πάλι θα ήταν αυξημένα τα τέλη για τον καταναλωτή με δεδομένη την κατάρρευση της ζήτησης.
  • Β) αυξήθηκε, το ετήσιο έσοδο που εγκρίθηκε για το Διαχειριστή του συστήματος διανομής. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, το απαιτούμενο έσοδο του ΔΕΔΔΗΕ αυξάνεται από 744 εκατ. ευρώ κατά την προηγούμενη ρυθμιστική περίοδο, σε 981 εκατ. ευρώ την φετινή χρονιά, γεγονός που αυξάνει σημαντικά τα προς ανάκτηση κεφάλαια που πρέπει να εισρεύσουν στα ταμεία του Διαχειριστή μέσω των τελών χρέωσης δικτύου.

«Τα τιμολόγια χρήσης δικτύου υπολογίζονται με αριθμητή το απαιτούμενο έσοδο και παρονομαστή τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Με αύξηση του αριθμητή και μείωση του παρανομαστή, προκύπτει αποτέλεσμα σημαντικά αυξημένο για τον καταναλωτή» μας λέει στέλεχος του ΑΔΜΗΕ και συνεχίζει: «ένας μέσος καταναλωτής (25 KVA ισχύ και 3.750 kWh ετήσια κατανάλωση) θα χρεωθεί με 174 ευρώ ετησίως για τέλη δικτύου διανομής, από 98 ευρώ που χρεωνόταν μέχρι τώρα».

Ποια νοικοκυριά θα πληρώσουν «καπέλο» για το ρεύμα

Γιατί αυξάνεται το έσοδο του διαχειριστή

Σύμφωνα με όσα αναφέρει η ΡΑΕ στην αιτιολογική έκθεση, για την αύξηση του απαιτούμενου εσόδου του ΔΕΔΔΗΕ έλαβε υπόψη τα εξής:

Το μεγάλο χρονικό διάστημα για το οποίο Μοναδιαίες Χρεώσεις Χρήσης του ΕΔΔΗΕ δεν έχουν μεταβληθεί μετά την υπ’ αριθ. 2/2020 απόφαση ΡΑΕ, παρά τη σημαντική μεταβολή στο Απαιτούμενο Έσοδο που σημειώνεται ιδίως το 2021,

Την αναθεώρηση του Επιτρεπόμενου Εσόδου του ΔΕΔΔΗΕ για την περίοδο 2021-2024 λόγω της οποίας προκύπτουν πρόσθετες υποανακτήσεις Απαιτούμενου Εσόδου και τον περιορισμό δημιουργίας περαιτέρω σημαντικών υποανακτήσεων του Απαιτούμενου Εσόδου.

«Η αύξηση των επενδύσεων του ΔΕΔΔΗΕ και το φορτσάρισμα σε ότι αφορά τη σύνδεση σταθμών ΑΠΕ, όπως αποδεικνύεται από τα στοιχεία που παρουσίασε πρόσφατα ο Διαχειριστής, μπορεί να δημιουργούν την ανάγκη αύξησης του ετήσιου εσόδου, από την άλλη όμως εξασφαλίζουν μείωση της τιμής του ρεύματος (δηλαδή της ενέργειας) και συνεπώς το τελικό ισοζύγιο είναι θετικό για τον καταναλωτή» λένε από τη ΡΑΕ.

Ταυτόχρονα, θα υπάρξει μια προσαύξηση της τάξης του 15% στις μοναδιαίες χρεώσεις προκειμένου να αναπληρωθεί η υποανάκτηση του πρώτου τετραμήνου του έτους, όταν και εφαρμόζονταν ακόμη οι προηγούμενες χρεώσεις, και έτσι η ανάκτηση του 2023 να «κλείσει» κανονικά.

Τα στελέχη της ΡΑΕ τονίζουν πως «για τον υπολογισμό των χρεώσεων, θεωρώντας ότι αυτές θα εφαρμοστούν από 1.5.2023, ο Διαχειριστής του Δικτύου περιλαμβάνει προσαύξηση προκειμένου το Απαιτούμενο Έσοδο του 2023 να συλλεγεί εντός του έτους, λαμβάνοντας υπόψη την υποανάκτηση του Απαιτούμενου Εσόδου 2023 κατά το 1ο τετράμηνο, όταν και εφαρμόζονταν οι προηγούμενες χρεώσεις για την ανάκτηση του Απαιτούμενου Εσόδου ΔΕΔΔΗΕ για το έτος 2019 (744 εκατ. ευρώ). Η προσαύξηση λόγω υποανάκτησης Α’ Τετραμήνου 2023 εκτιμάται σε 15% περίπου, σε σχέση με τις μοναδιαίες χρεώσεις που υπολογίζονται θεωρώντας ανάκτηση ποσού ίση με το Απαιτούμενο Έσοδο 2023 σε 12 μήνες από την έναρξη εφαρμογής των χρεώσεων».

Με την απόφαση της ΡΑΕ μπαίνει σε εφαρμογή νέα μεθοδολογία για τον υπολογισμό των χρεώσεων για το δίκτυο διανομής που προκρίνει τη χρέωση των καταναλωτών με βασικό κριτήριο την ισχύ των εγκαταστάσεων τους και λιγότερο το ύψος της κατανάλωσης. Αυτό πρακτικά σημαίνει επιμερισμό των χρεώσεων σε ποσοστό 60%/40% ανάμεσα σε ισχύ και ύψος κατανάλωσης, αναλογία που θα αλλάξει το 2024 σε 90/10.

Στα 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα η χονδρική

Εν τω μεταξύ, κοντά στο ψυχολογικό όριο των 100 ευρώ η μεγαβατώρα μειώθηκε την περασμένη εβδομάδα η μέση χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος, σημειώνοντας σημαντική πτώση όπως συνέβη και με τη ζήτηση. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία η μέση τιμή εκκαθάρισης της αγοράς διαμορφώθηκε στα €106.49/MWh, καταγράφοντας χαμηλό 84 εβδομάδων.

Η μέση ΤΕΑ εμφανίζεται μειωμένη κατά 17.13% από την μέση ΤΕΑ της προηγούμενης, με μέγιστη και ελάχιστη ΤΕΑ στα €186.55/MWh και στα €7.71/MWh αντίστοιχα. Αξίζει να αναφερθεί ότι η μεγαλύτερη μέση ΤΕΑ ανά ημέρα της προηγούμενης εβδομάδας επετεύχθη την περασμένη Κυριακή (2/4) φτάνοντας τα €127.50/MWh.

Για τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη την προηγου´μενη εβδομάδα κυμάνθηκαν από €54/MWh έως €133/MWh, ενώ χθες η διακύμανση των τιμών ηλεκτρισμού ήταν μεταξύ των €62/MWh και €142/MWh.

Αναφορικά με τη ζήτηση, η άνοδος της θερμοκρασίας έφερε πτώση, η οποία σε συνδυασμό με την υψηλή παραγωγή των μονάδων ΑΠΕ άσκησε καθοδικές πιέσεις στις τιμές του χρηματιστηρίου ενέργειας. Η εγχώρια εβδομαδιαία ζήτηση ηλεκτρισμού σημείωσε πτώση, παραμένοντας λίγο πάνω από τις 0.8 TWh (813 GWh).

Η συνολική εβδομαδιαία ζήτηση στο Χρηματιστήριο Ενέργειας διαμορφώθηκε στις 899 GWh, λαμβάνοντας υπόψη και τις εξαγωγικές ροές του ελληνικού συστήματος (86 GWh)

Οι μονάδες ΑΠΕ, με μέση ημερήσια παραγωγή 58 GWh, είδαν τη συνεισφορά τους στο εβδομαδιαίο μίγμα καυσίμου να διαμορφώνεται στο ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο του 52%.

Η εβδομαδιαία παραγωγή των ΑΠΕ διαμορφώθηκε στις 405 GWh, σημειώνοντας αύξηση 55% σε επίπεδο εβδομάδας. Οι υδροηλεκτρικές μονάδες κάλυψαν το 2% της ζήτησης, εγχέοντας στο σύστημα μόλις 19 GWh (-8% σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα). Οι μονάδες φυσικού αερίου είχαν εβδομαδιαία παραγωγή 157 GWh καλύπτοντας το 20% της ζήτησης, ενώ η λιγνιτική παραγωγή με 82 GWh κάλυψε το 11% της ζήτησης ηλεκτρισμού.

Σχετικά με τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, αυτή κορυφώθηκε στις 122,670 MWh την περασμένη Τετάρτη, με το χαμηλό εβδομάδας να καταγράφεται την Κυριακή στις 103,729 MWh και με τη συνολική ζήτηση όλης της εβδομάδας να φτάνει τις 812,903 MWh1, πιο χαμηλά κατά 2.29% σε σύγκριση με την προηγούμενη εβδομάδα που ανήλθε στις 831,972 MWh. Το μέσο φορτίο συστήματος ανήλθε στα 4,839 MW, με ελάχιστο και μέγιστο φορτίο συστήματος για την προηγούμενη εβδομάδα 3,410 MW και 6,360 MW αντίστοιχα.

To 54% της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας την προηγούμενη εβδομάδα αφορούσε την χαμηλή τάση (πάνω από τις 441 GWh), συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυριών, το 19% την μέση τάση (πάνω από τις 153 GWh), το 18% αντιστοιχούσε στην υψηλή τάση (περί τις 148 GWh), δηλ. στην ενεργοβόρα βιομηχανία, το 6% (πάνω από τις 48 GWh) στο σύστημα της Κρήτης, ενώ υπήρξαν και απώλειες της τάξεως του 3%.

Τέλος το εβδομαδιαίο μίγμα καυσίμου της Ελλάδας διαμορφώθηκε κυρίως από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) (52%), φυσικό αέριο (20%), καθαρές εισαγωγές (15%), λιγνίτη (11%) και μεγάλα υδροηλεκτρικά (2%).

Σε σύγκριση με την προηγούμενη εβδομάδα, παρατηρήθηκε αύξηση στα μερίδια του λιγνίτη (ήταν στο 9%) και των ΑΠΕ (ήταν στο 33%), ενώ καταγράφηκε πτώση στα μερίδια των καθαρών εισαγωγών (ήταν στο 27%), του φυσικού αερίου (ήταν στο 29%) και των μεγάλων υδροηλεκτρικών (ήταν στο 3%). Το σύστημα της Ελλάδας είχε εισαγωγικό χαρακτήρα στα τέλη Μαρτίου με τις καθαρές εισαγωγές να ανέρχονται στις 114,511 ΜWh.

Διαβάστε περισσότερα