Η περίοδος από τα τέλη Φεβρουαρίου 2022 μέχρι σήμερα χαρακτηρίζεται από την όξυνση της ενεργειακής κρίσης λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων στο μέτωπο της Ουκρανίας και των συνεπακόλουθων κυρώσεων στη Ρωσία από τις χώρες της Δύσης, όπως επισημαίνει σε σχετική ανάλυση η τράπεζα Eurobank. Παράλληλα, παραμένουν τα εμπόδια στο διεθνές εμπόριο και στην παραγωγή, ως “κατάλοιπα” των οικονομικών παρενεργειών της πανδημίας του κορωνοϊού.
Οι εν λόγω πραγματικές διαταραχές αναμένεται να έχουν επιπτώσεις στον ρυθμό μεγέθυνσης των περισσοτέρων οικονομιών παγκοσμίως. Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με την Eurobank, η διαταραχή της ανόδου των τιμών ενέργειας αποτυπώνεται ήδη στη χειροτέρευση του ισοζυγίου εμπορευμάτων λόγω της αύξησης των τιμών εισαγωγών σε σχέση με τις αντίστοιχες των εξαγωγών, στην επιβράδυνση της παραγωγής στη μεταποίηση λόγω της ενίσχυσης του κόστους παραγωγής και στην επιδείνωση του οικονομικού κλίματος και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης λόγω της μεγάλης αύξησης του πληθωρισμού.
Αναμφισβήτητα, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει την τρέχουσα περίοδο η ελληνική οικονομία, είναι αυτό της έξαρσης των πληθωριστικών πιέσεων, λόγω κυρίως των διαταραχών στην παγκόσμια αγορά ενέργειας. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός έφτασε σε διψήφιο ποσοστό τον Απρίλιο, καθώς αυξήθηκε κατά 10,2%. Στην ουσία ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή επέστρεψε 28 χρόνια πίσω, στα επίπεδα του Απριλίου του 1994.Επιπλέον, άνοδος του πληθωρισμού κατά 2,1% καταγράφηκε και μεταξύ Απριλίου και Μαρτίου (8,9%).
Η αύξηση κατά 10,2% του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή προήλθε κυρίως από τις αυξήσεις των δεικτών κατά:
· 35,2% στην ομάδα «Στέγαση», λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ενοίκια κατοικιών, ηλεκτρισμό, φυσικό αέριο, πετρέλαιο θέρμανσης, στερεά καύσιμα
· 15,4% στην ομάδα «Μεταφορές», λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε καύσιμα και λιπαντικά
· 10,9% στην ομάδα «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά», λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ψωμί και δημητριακά, κρέατα (γενικά), ψάρια (γενικά), γαλακτοκομικά και αυγά, έλαια και λίπη, νωπά φρούτα, λαχανικά (γενικά), κ.λ.π.
Παράλληλα, τον Απρίλιο εφέτος σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι, υπήρξαν σημαντικές ανατιμήσεις στον κλάδο της ενέργειας και συγκεκριμένα σε:
Φυσικό αέριο (122,6%), Ηλεκτρισμό (88,8%), Πετρέλαιο θέρμανσης (65,1%), Καύσιμα και λιπαντικά (29%) και Στέρεα καύσιμα (5,3%)
Αυξήσεις τιμών σημειώθηκαν σε όλα τα προϊόντα που απαρτίζουν το λεγόμενο «καλάθι της νοικοκυράς» και ειδικότερα σε:
Έλαια και λίπη (22%), Κρέατα γενικά (14,1%), Λαχανικά γενικά (13,8%), Γαλακτοκομικά και αυγά (11,7%), Ψωμί και δημητριακά (10%), Φρούτα νωπά (8,6%), Καφές- κακάο- τσάι (7,1%), Λοιπά τρόφιμα (5,6%), Μεταλλικό νερό- αναψυκτικά- χυμοί φρούτων (3,8%), Ζάχαρη- σοκολάτες- γλυκά- παγωτά (3,4%) και Ψάρια γενικά (3,2%).
Γιατί η άνοδος του πληθωρισμού προκαλεί ανησυχία
Πάντως, η άνοδος του πληθωρισμού από τα μέσα του καλοκαιριού 2021 ήταν σε έναν βαθμό αναμενομένη. Σύμφωνα με την ανάλυση της Eurobank, αυτό που δεν ήταν αναμενόμενο ήταν η μεγάλη ένταση και διάρκεια του φαινομένου, στοιχεία που κλιμακώθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το συγχρονισμένο άνοιγμα των οικονομιών οδήγησε σε απότομη αύξηση της ζήτησης (υποστηριζόμενη και από τα μέτρα δημοσιονομικής και νομισματικής επέκτασης).
Την ίδια ώρα η προσφορά, λόγω προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα, δεν έτρεξε το ίδιο γρήγορα, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανισορροπιών. Οι τιμές ενέργειας, λόγω της ισχυρής ανάκαμψης των οικονομιών και συγκυριακών παραγόντων που επηρέασαν αρνητικά τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, κινήθηκαν ανοδικά, επιδρώντας αυξητικά στον πληθωρισμό, ενώ αποτελέσματα βάσης, λόγω του αποπληθωρισμού από το 2ο τρίμηνο 2020 μέχρι το 2ο τρίμηνο 2021, συνεισέφεραν θετικά στον πληθωρισμό.
Σε κάθε περίπτωση, ύστερα από την αρνητική επίδραση της πανδημίας στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, η προσφορά δέχεται ένα δεύτερο ισχυρό πλήγμα, εξέλιξη που αναμένεται να οδηγήσει σε αναθεώρηση επί τα χείρω των προβλέψεων επίσημων οργανισμών για την πορεία των οικονομιών.
Όπως ίσχυε στις αρχές της υγειονομικής κρίσης, έτσι και τώρα, ο μεγάλος άγνωστος είναι η χρονική διάρκεια της διαταραχής, κυρίως των εχθροπραξιών στο μέτωπο της Ουκρανίας. Όσο παρατείνεται η γεωπολιτική ένταση οι τιμές ενέργειας θα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και οι αρνητικές επιδράσεις στο εμπόριο και την παραγωγή θα διευρύνονται.
Το ίδιο επισημαίνει και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), καθώς θεωρεί ότι ο σημαντικότερος όμως εξωγενής κίνδυνος βραχυπρόθεσμα συνδέεται με τη διάρκεια των πληθωριστικών πιέσεων, η οποία συναρτάται με την πολεμική κατάσταση στην Ουκρανία και τις επικείμενες γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή. Καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις φαίνεται να λαμβάνουν διεθνώς ένα μονιμότερο και επίμονο χαρακτήρα, επεκτείνονται ευρύτερα στην οικονομία.
Αυτή η επέκταση των πληθωριστικών πιέσεων επιδρά αρνητικά στο διαθέσιμο εισόδημα, στην καταναλωτική και επενδυτική δαπάνη, στα περιθώρια κέρδους, στις αποδόσεις των περιουσιακών στοιχείων, στον πραγματικό πλούτο, στις τουριστικές εισροές και εν τέλει στο ρυθμό μεγέθυνσης.
Παράλληλα, η ισχυροποίηση του πληθωρισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο συνηγορεί στη σταδιακή ομαλοποίηση της ενιαίας νομισματικής πολιτικής και στην αυστηροποίηση των συνθηκών χρηματοδότησης, με αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού. Με δεδομένη την ανάγκη αποκατάστασης της δημοσιονομικής ισορροπίας, τα περιθώρια άσκησης επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής για να μετριαστεί η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας είναι περιορισμένα.
Η άνοδος του πληθωρισμού λόγω του υψηλού κόστους της ενέργειας και των τροφίμων δημιούργησε πιέσεις για τη λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών ώστε να μετριαστούν οι επιπτώσεις από την άνοδο των τιμών και ειδικότερα της ενέργειας στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά.
Στο πλαίσιο αυτό αποφασίστηκε δέσμη μέτρων ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ το 2021 που αφορούσε την έκτακτη ενίσχυση των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Η δέσμη διευρύνθηκε σημαντικά το 2022, καθώς η άνοδος του πληθωρισμού εντάθηκε μετά τη στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, και προβλέπεται σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2022 να ανέλθει σε 4,3 δισ. ευρώ.
Το μεγαλύτερο μέρος των παρεμβάσεων (0,63 δισ. ευρώ το 2021 και 3,6 δισ. ευρώ το 2022) χρηματοδοτείται από τα επιπλέον έσοδα του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης χωρίς να επιβαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Για την ΤτΕ πάντως, ο πιο αποτελεσματικός και βιώσιμος τρόπος ενίσχυσης των εισοδημάτων μεσομακροπρόθεσμα είναι η οικονομική ανάπτυξη μέσω επενδύσεων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Επομένως, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην υλοποίηση των δράσεων που προβλέπονται στο σχέδιο “Ελλάδα 2.0” και στην αξιοποίηση των πόρων του ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Οι επιπτώσεις στο εμπορικό ισοζύγιο και στην παραγωγή
Η ελληνική οικονομία, συν τοις άλλοις, λόγω του υψηλού βαθμού εξάρτησής από τις εισαγωγές ενέργειας επωμίζεται ένα σημαντικό κόστος από την αύξηση των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η διατήρηση του ίδιου επιπέδου εισαγωγών απαιτεί τη θυσία περισσότερων πόρων, όπως σημειώνει στην ανάλυσή της η Eurobank.
Σύμφωνα με τα στοιχεία εμπορευματικών συναλλαγών της ΕΛΣΤΑΤ, οι εξαγωγές εμπορευμάτων (ζήτηση εγχώριων προϊόντων από την αλλοδαπή) διαμορφώθηκαν στα €11,6 δισ. σε τρέχουσες τιμές το 1ο τρίμηνο 2022, ενισχυμένες σε ετήσια βάση κατά 32,0% ή €2,8 δισ.
Την ίδια περίοδο, οι εισαγωγές εμπορευμάτων (ζήτηση προϊόντων της αλλοδαπής από εγχώριους φορείς) ανήλθαν στα €20,1 δισ. σε τρέχουσες τιμές, καταγράφοντας ετήσια αύξηση 48,3% ή €6,5 δισ. Η εν λόγω μεταβολή προήλθε κατά 46,6% από τα πετρελαιοειδή (€3,0 δισ.) και κατά 53,1% από την κατηγορία των εκτός πετρελαιοειδών και πλοίων (€3,5 δισ.), αντανακλώντας την άνοδο των τιμών του πετρελαίου και το υψηλό περιεχόμενο των εισαγωγών στις συνιστώσες της εγχώριας ζήτησης και στις εισροές της εγχώριας παραγωγής.
Άνοιγμα της ψαλίδας
Έτσι, το έλλειμμα του ισοζυγίου εμπορευμάτων διευρύνθηκε σε ετήσια βάση κατά 78,7% ή €3,7 δισεκ το 1ο τρίμηνο 2022. Το προαναφερθέν άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στις εισαγωγές και τις εξαγωγές εμπορευμάτων είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί στο διάστημα από τον Ιανουάριο 2005 μέχρι τον Μάρτιο 2022.
Το αμέσως προηγούμενο ιστορικό υψηλό σημειώθηκε το 4 ο τρίμηνο 2021, δηλαδή το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο, με διεύρυνση του ελλείμματος κατά €3,3 δισ. Ως εκ τούτου, το ισοζύγιο εμπορευμάτων εκτιμάται ότι θα έχει αρνητική συνεισφορά στον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης του 1ου τριμήνου 2022, όπως συνέβη το 4ο τρίμηνο 2021.
Την ίδια ώρα, ο δείκτης παραγωγής στη μεταποίηση, έπειτα από 6 συνεχή τρίμηνα ανοδικής πορείας σε τριμηνιαία βάση, συρρικνώθηκε κατά 1,0% το 1ο τρίμηνο 2022 από άνοδο 3,6% το 4ο τρίμηνο 2021. Σε όρους ετήσιας βάσης, ο ρυθμός ανόδου της παραγωγής στη μεταποίηση επιβραδύνθηκε στο 4,8% το 1ο τρίμηνο 2022 από 9,9% το 4ο τρίμηνο 2021. Η άνοδος του κόστους παραγωγής λόγω της αύξησης των τιμών ενέργειας αποτελεί ένα σημαντικό καθοδικό κίνδυνο για την παραγωγή στη μεταποίηση το 2022. Από την άλλη πλευρά, οι γεωπολιτικές εξελίξεις μέσω των αλλαγών που επιφέρουν στις διεθνείς αγορές ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων μεταποίησης δημιουργούν και ευκαιρίες.
Το Πρόγραμμα Σταθερότητας και οι αβεβαιότητες
Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη τις αρνητικές συνέπειες της δυσμενούς διεθνούς συγκυρίας, κυρίως μέσω της αύξησης των τιμών ενέργειας αλλά και άλλων βασικών προϊόντων, του εισαγόμενου πληθωρισμού, των προβλημάτων στην διεθνή αλυσίδα παραγωγής και μεταφοράς, όπως και της πτώσης του όγκου του εμπορίου της χώρας με το εξωτερικό σε αγαθά και υπηρεσίες, το ΥΠΟΙΚ συνέταξε και απέστειλε στην Κομισιόν το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) 2022 – 2025.
Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση έχει αναθεωρήσει προς το χειρότερο τις εκτιμήσεις της για την αύξηση του ΑΕΠ (3,1% από 4,5% στον προϋπολογισμό) και το πληθωρισμό (5,6% σε μέσα επίπεδα, από 0,8%).
Αβεβαιότητα για το 2022
Στην αξιολόγηση του Προγράμματος Σταθερότητας, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ) επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι αναγνωρίζεται η εξαιρετικά μεγάλη αβεβαιότητα των εκτιμήσεων για το έτος 2022 ως προς τον βαθμό ενσωμάτωσης των αρνητικών συνεπειών του πολέμου στην Ουκρανία και του βαθμού αντιστάθμισης των αντίρροπων θετικών παραγόντων του σεναρίου. Πιθανά ενδεχόμενα που θα συμβάλλουν στην επιτάχυνση της εκτιμώμενης μεγέθυνσης του ΑΕΠ για το 2022 αποτελούν μια άμεση λήξη του πολέμου στην Ουκρανία και μια ταχεία αποκλιμάκωση της διεθνούς γεωπολιτικής κρίσης.
Αυτό θα συνέβαλε θετικά στη στήριξη της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας και των εξαγωγών των ελληνικών επιχειρήσεων αλλά και της εγχώριας ζήτησης με την αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας και του πληθωρισμού. Η εξομάλυνση των διεθνών εντάσεων, η μείωση της αβεβαιότητας και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης θα ευνοούσε περισσότερες επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) από το επίπεδο το οποίο εκτιμάται στο ΠΣ και το οποίο βρίσκεται χαμηλότερα από τον ΚΠ, μέσω της επιτάχυνσης της εφαρμογής του Εθνικού Σχεδίου Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης (ΕΣΑΑ) και της κινητοποίησης περισσότερων διαθέσιμων ιδιωτικών πόρων.
Στους θετικούς παράγοντες συγκαταλέγονται οι επιδράσεις των νέων μέτρων οικονομικής πολιτικής, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στο σενάριο του ΚΠ, στην στήριξη των εισοδημάτων και στην τόνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Δυσκολία διατήρησης της εσωτερικής κατανάλωσης
Αντίθετα, στις δυσμενείς εξελίξεις για το 2022 συγκαταλέγονται μια ενδεχόμενη διατήρηση των συνθηκών διεθνούς αβεβαιότητας και έντασης, της ενεργειακής κρίσης και του υψηλού πληθωρισμού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους με αποτέλεσμα τη δυσκολία διατήρησης της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων στα επίπεδα που εκτιμά το Π.Σ. Στα δυσμενή ενδεχόμενα μπορούν να προστεθούν καθυστερήσεις κατά τη μετάβαση στην μετα-πανδημική περίοδο εντός του τρέχοντος έτους, με πιθανές αναζωπυρώσεις του πανδημικού φαινομένου.
Επιπλέον, το ΕΔΣ σημειώνει ότι, οι πηγές αβεβαιότητας του μεσοπρόθεσμου σεναρίου μετά το τρέχον έτος αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό αυτές του έτους βάσης (2022). Από την άλλη, το μεσοπρόθεσμο σενάριο του ΠΣ 2023-2025 αναδεικνύει συγκεκριμένες προκλήσεις για την μεσοπρόθεσμη εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας. Ειδικότερα, το σενάριο της εξέλιξης του πληθωρισμού ακόμη και αν επιστρέφει σε επίπεδα χαμηλότερα του δύο τοις εκατό το επόμενο έτος (2023) υπονοεί ότι το γενικό επίπεδο τιμών στην οικονομία δεν θα αποκλιμακωθεί στο υπόλοιπο μεσοπρόθεσμο διάστημα.
Αυτό θέτει κινδύνους στα πραγματικά εισοδήματα της οικονομίας και την στήριξη της εσωτερικής ζήτησης, ενώ η συνοδευόμενη αύξηση του κόστους παραγωγής μπορεί να πλήξει την ανταγωνιστικότητα κόστους των ελληνικών επιχειρήσεων διεθνώς. Ο μεσοπρόθεσμος προγραμματισμός της πορείας της δημόσιας κατανάλωσης και των επενδύσεων αναδεικνύει επίσης εμφανείς προκλήσεις:
Τα επίπεδα της δημόσιας κατανάλωσης είναι αυξημένα σε σχέση με το περσινό Π.Σ., στα επίπεδα του Κ.Π., για όλο το μεσοπρόθεσμο διάστημα, γεγονός που αναδεικνύει πιθανούς δημοσιονομικούς κινδύνους, ειδικά όταν το δημόσιο χρέος βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα και μια αποκλιμάκωσή του δεν φαίνεται να είναι γρήγορα εφικτή λόγω των προσφάτων δυσμενών οικονομικών και γεωπολιτικών εξελίξεων.
Αρνητική επίδραση
Επίσης, ο προγραμματισμός των δημόσιων επενδύσεων διαφοροποιείται σημαντικά σε σχέση με το περσινό ΠΣ κυρίως ως προς την αυξημένη επίδραση των δαπανών που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΑΑ. Αυτό εκθέτει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων σε κινδύνους εφαρμογής (implementation risks) του ΕΣΑΑ.
Τέλος, το ΠΣ εμφανίζει έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο που αν και μειώνεται διαχρονικά, καταλήγει σε αρκετά υψηλότερο επίπεδο από το περσινό ΠΣ. Επιπλέον, η επίδραση του ΕΣΑΑ αναμένεται να είναι αρνητική, κυρίως λόγω της αύξησης των εισαγωγών που μπορεί να συνοδεύει ένα αυξημένο επίπεδο επενδύσεων.
Οι παραπάνω παρατηρήσεις σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες δημοσιονομικές προκλήσεις αντιμετώπισης της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης, δημιουργούν σοβαρή πιθανότητα διατήρησης δίδυμων ελλειμμάτων στην ελληνική οικονομία, τα οποία και θα θέσουν περιορισμούς στην χρηματοδότηση των δημόσιων οικονομικών της.