Ένα από τα κόστη που ήδη επωμίζεται η ελληνική οικονομία εξαιτίας της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης, είναι η διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο εμπορευμάτων, δηλαδή του ανοίγματος της ψαλίδας ανάμεσα στις εισαγωγές και τις εξαγωγές εμπορευμάτων.

Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Eurobank,η επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών αναμένεται να αποτελέσει ένα κοινό αποτέλεσμα για τις περισσότερες χώρες που εισάγουν ένα μεγάλο ποσοστό της ενέργειας που καταναλώνουν. Οι όροι εμπορίου εξελίσσονται προς το δυσμενέστερο, με την τιμή των εισαγωγών να ενισχύεται σε σχέση με την αντίστοιχη των εξαγωγών.

Στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, ο δείκτης εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας ανέρχεται στο 81,4% (πηγή: Eurostat, στοιχεία 2020) επί του συνόλου των διαθέσιμων ενεργειακών πόρων (gross available energy) και είναι από τους υψηλότερους ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ27 (62,1% Ευρωζώνη και 57,5% για ΕΕ-27).

Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσίευση της ΕΛΣΤΑΤ, στο δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2022, το έλλειμμα του ισοζυγίου εμπορευμάτων της Ελλάδας διαμορφώθηκε στα €6,1 δισεκ., ενισχυμένο κατά €3,5 δισεκ. ή 131,5% σε σύγκριση με το αντίστοιχο δίμηνο του προηγούμενου έτους. Σε διάστημα 2 μηνών, η προαναφερθείσα επιδείνωση είναι η εντονότερη που έχει καταγραφεί στο σύνολο των διαθέσιμων παρατηρήσεων που δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ.

Αν ληφθεί υπόψην, 1ον η χαμηλή ελαστικότητα ζήτησης ως προς την τιμή των προϊόντων ενέργειας, 2ον ο χρόνος που απαιτείται για την υποκατάσταση των ακριβών πρώτων υλών με άλλες φθηνότερες και 3ον τη χρονική διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων (σχεδόν 50 μέρες), χωρίς να υπάρχει η προοπτική άμεσης αποκλιμάκωσης, το έλλειμμα του ισοζυγίου εμπορευμάτων της Ελλάδας θα συνεχίσει να βρίσκεται σε τροχιά διεύρυνσης τους επόμενους μήνες.

Η εξέλιξη των εξαγωγών και των εισαγωγών

Σύμφωνα με την εξέταση των στοιχείων για τις εξαγωγές, τις εισαγωγές και το ισοζύγιο εμπορευμάτων της Ελλάδας (δισεκ. € σε τρέχουσες τιμές) στο δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου για τα έτη 2020, 2021 και 2022 από την Eurobank, προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

  • Οι εξαγωγές εμπορευμάτων ανήλθαν στα €7,1 δισεκ., ενισχυμένες σε ετήσια βάση κατά €1,6 δισεκ. ή 30,2%. Η κατηγορία των εκτός πετρελαιοειδών και πλοίων (εκτός Π&Π) συνεισέφερε το €1 δισεκ. της προαναφερθείσας αύξησης, με τα πετρελαιοειδή να προσθέτουν τα υπόλοιπα €0,6 δισεκ.
  • Οι εισαγωγές εμπορευμάτων διαμορφώθηκαν στα €13,2 δισεκ., αυξημένες σε ετήσια βάση κατά €5,1 δισεκ. ή 63,3%, δηλαδή, σε όρους ποσοστιαίας μεταβολής, τρέξανε με διπλάσιο ρυθμό σε σύγκριση με τις εξαγωγές, οδηγώντας σε μεγάλη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου εμπορευμάτων. Οι εισαγωγές της κατηγορίας των εκτός Π&Π κινήθηκαν ανοδικά σε ετήσια βάση κατά €2,6 δισεκ., με τις εισαγωγές των πετρελαιοειδών να αυξάνονται σχεδόν ισόποσα κατά €2,5 δισεκ.
  • Βάσει των παραπάνω στοιχείων, η επιδείνωση του ισοζυγίου εμπορευμάτων κατά €3,5 δισεκ. το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2022, προήλθε κατά 52,4% από την κατηγορία των πετρελαιοειδών και κατά 47,1% από την κατηγορία των εκτός Π&Π.

Η διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου εμπορευμάτων στην Ελλάδα το 2μηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2022, η οποία αναμένεται να μεγεθυνθεί όταν προστεθεί η παρατήρηση του Μαρτίου 2022 (δημοσίευση 6/5/2022), θα αποτυπωθεί στα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών του 1ου τριμήνου 2022 , με αρνητική συνεισφορά στον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης, ποιοτικό χαρακτηριστικό που ήδη καταγράφηκε το 4ο τρίμηνο 2021. Ο ρόλος των τουριστικών εισπράξεων είναι ιδιαίτερα κρίσιμος, έτσι ώστε μέσω ενίσχυσης του πλεονάσματος των υπηρεσιών να αντισταθμιστεί σε έναν βαθμό το προαναφερθέν έλλειμμα.

Παρά ταύτα, όσο δεν καταγράφεται αποκλιμάκωση στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων, η αβεβαιότητα αναφορικά με μια πιθανή έξαρση παραμένει, ο ρυθμός αύξησης των εισοδημάτων διεθνώς επιβραδύνεται και τα κόστη παραγωγής αυξάνονται, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανησυχιών για τη δυναμική της ανάκαμψης των τουριστικών εσόδων φέτος. Προς το παρόν οι ενδείξεις είναι θετικές.