Ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία έδωσε η Moody’s προχωρώντας σε αναβάθμιση του outlook από «σταθερό» σε «θετικό». Αν και ο διεθνής οίκος αξιολόγησης κράτησε για μια ακόμη φορά αμετάβλητη τη βαθμολογία του ελληνικού αξιόχρεου σε Βa1, ήτοι μόλις ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα.

Με τον τρόπο αυτό η Moody’s επιβεβαίωσε τη φήμη που έχει ως ο πλέον «αυστηρός» διεθνής οίκος αξιολόγησης δεδομένου πως συνεχίζει να στερεί από το ελληνικό αξιόχρεο τον μοναδικό… τίτλο επενδυτικής βαθμίδας που του λείπει.

Πάντως, το ελληνικό αξιόχρεο έχει ήδη λάβει επενδυτική βαθμίδα από τους άλλους τέσσερις μεγάλους οίκους, την S&P, την Fitch, την Scope και την DBRS. Μάλιστα, η τελευταία στην αξιολόγηση της, στις 6 Σεπτεμβρίου, προχώρησε και σε αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας από σταθερές σε θετικές.

Τα αποτελέσματα των αναβαθμίσεων αυτών είναι ήδη ορατά, καθώς οι αγορές έχουν ήδη αλλάξει στάση απέναντι στα ελληνικά assets και αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων με το περιθώριο τους έναντι των γερμανικών να παραμένει κάτω από το 1%.

Μετά την αποψινή ετυμηγορία της Moody΄s, την σκυτάλη θα πάρει η Standard & Poor’s, στις 18 Οκτωβρίου, ενώ ακολουθεί στις 22 Νοεμβρίου η Fitch Ratings. Τον κύκλο των αξιολογήσεων για το 2024 θα «κλείσει» η Scope, στις 6 Δεκεμβρίου.

Τι αναφέρει η έκθεση

Η αλλαγή στο outlook αντανακλά την αυξημένη πιθανότητα σταθερής ενδυνάμωσης στην υγεία του τραπεζικού κλάδου, μειώνοντας τα ρίσκα για την κυβέρνηση.

Επιπλέον, οι πιθανότητες οικονομικής ανάπτυξης και καλής δημοσιονομικής επίδοσης μπορεί να ξεπεράσουν τις προσδοκίες, ανοίγοντας το δρόμο ώστε η δημοσιονομική ισχύς της χώρας να βελτιωθεί ταχύτερα από το αναμενόμενο

Την ίδια ώρα η διατήρηση της βαθμολογίας Ba1 αντανακλά τη σημαντική βελτίωση που έχει κάνει η χώρα τα τελευταία χρόνια σε ότι αφορά την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής εξυγίανσης παρά τις συνεχιζόμενες προσκλήσεις σε τομείς όπως η βελτίωση της αποτελεσματικότητας της Δικαιοσύνης, η μείωση των μακροοικονομικών ανισοτήτων και το πολύ υψηλό κρατικό χρέος.

Ώθηση από τις τράπεζες
Η κατάσταση του τραπεζικού κλάδου έχει ήδη βελτιωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια και οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον πιο κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε πολλούς δείκτες χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Για το πρώτο τρίμηνο του 2024, οι δείκτες κεφαλαιοποίησης είναι πλέον κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ, με δείκτη CET1 για 15,5% έναντι 16% για το σύνολο της ΕΕ. Η κερδοφορία είναι ισχυρότερη για τις ελληνικές τράπεζες και εμφανίζουν τη χαμηλότερη αναλογία κόστους-εσόδων στην ΕΕ. Αν και o δείκτης NPLs εξακολουθεί να είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, οι προοπτικές για περαιτέρω μείωση κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 1,9% τα επόμενα ένα με δύο χρόνια είναι καλές. Η προοπτική περαιτέρω μείωσης των δεικτών NPL θα ενισχυθεί από την επέκταση του συστήματος εγγυήσεων Ηρακλής κατά 1 δισ. ευρώ.

Σημάδια βελτίωσης της υγείας του τραπεζικού τομέα και συνεπώς μειωμένων κινδύνων ενδεχόμενης ευθύνης για το Δημόσιο είναι επίσης ορατά από την πώληση του μεριδίου του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην Τράπεζα Πειραιώς τον Μάρτιο του 2024, ενώ σχεδιάζει να εκχωρήσει το μεγαλύτερο μέρος των μετοχών του στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος πριν το τέλος του έτους.

Διαβάστε ακόμη: