Επιφυλακτική αισιοδοξία επικρατεί επί ελληνικού εδάφους για την βραδινή, της Παρασκευής και 13, ετυμηγορία του οίκου Moody’s για την οικονομία, με την επενδυτική βαθμίδα να έχει εξελιχθεί ως το “κλειδί” που λείπει για να σφραγιστεί η πρόοδος που έχει κάνει η Ελλάδα την τελευταία πενταετία.
Και μπορεί να είναι μόνο το πέμπτο από τα “κλειδιά” της επενδυτικής βαθμίδας που λείπει, καθώς οι άλλοι τέσσερις μεγάλοι οίκοι (DBRS, Fitch, S&P, Scope) της την έχουν δώσει, όμως είναι ότι θα λείψει εκείνο το “αλλά” που διατυπώνεται όταν τα ελληνικά assets βρίσκονται το ραντάρ των επενδυτών, αλλά και στους μεγάλους δείκτες των κρατικών ομολόγων.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο ίδιος ο επικεφαλής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), Δημήτρης Τσάκωνας είναι αναφέρει το καλοκαίρι στο συνέδριο του Economist τον σημαντικό ρόλο που θα διαδραματίσει στην ελληνική οικονομία η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και από τον οίκο Moody’s.
Και ήταν σαφής όταν εξηγούσε ότι η πρόθεση για επενδύσεις στην Ελλάδα κυμαίνεται από 6 έως 10 δισ. αλλά εάν είχαμε τη βαθμίδα και από τους 3 οίκους, αυτό το ποσό θα διπλασιαζόταν μεταξύ 12, 14 και 20 δισ. ευρώ.
Η διαφορά αυτή φαντάζει μεγάλη, και ίσως ανούσια, αν κριθεί και από τις ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας, αφού τα τελευταία χρόνια δεν ξεπερνούν τα 12 δισ. Ωστόσο, αυτό που έχει σημασία είναι ότι εάν υπάρχει προσφορά, τότε το κόστος του χρήματος μειώνεται, με σημαντικά μακροπρόθεσμα οφέλη για την ίδια τη χώρα. Και όχι μόνο, αφού ανάλογη θα είναι και η τάση για τον δανεισμό πρωτίστως των τραπεζών και κατ’ επέκταση των επιχειρήσεων.
Τι εμποδίζει την Moody’s
Η αξιολόγηση της Moody’s παραμένει σε Ba1 (μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική) με σταθερές προοπτικές επαναξιολόγησης. Επί της ουσίας όμως, είναι η επιφυλακτικότητα που δείχνει ο οίκος να αναβαθμίσει μια οικονομία που όταν άρχισε η δίνη της δημοσιονομικής κρίσης την άνοιξη του 2010 της έδινε βαθμολογία Α3, δηλαδή στην μεσαία, αν και η ίδια την ονομάζει upper, δηλαδή ανώτερη, δέσμη των αξιολογήσεων. Δύο μήνες μετά, την έριξε στα “σκουπίδια” (σε junk βαθμίδες), όπου τη διατηρεί και σήμερα.
Όπως όλα δείχνουν όμως, για τον οίκο, η ανάπτυξη και μόνο δεν αποτελεί ένα απλό αριθμητικό στοιχείο. Ένας ήπιος ρυθμός, σημαίνει ενδεχομένως και χαμηλότερα φορολογικά έσοδα, μεγαλύτερη δυσκολία στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, αλλά και ακόμη ένα εμπόδιο προς τον στόχο του να κλείσει το περιβόητο επενδυτικό κενό.
Η Moody’s είχε και άλλους λόγους για τη μη αναβάθμιση της Ελλάδας, όπως το ότι παραμένει υψηλός ο λόγος χρέους ως προς το ΑΕΠ. Παράλληλα, διαπίστωσε ότι παραμένει μεγάλο το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, ενώ η ελληνική οικονομία παραμένει ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς καθώς σημαντικοί κλάδοι της οικονομίας είναι ναυτιλία και τουρισμός. Επίσης, ζητά να υπάρξει συνέχιση μεταρρυθμίσεων ειδικά στο δικαστικό σύστημα, αλλά και ταχύτερη από την αναμενόμενη βελτίωση της δημοσιονομικής ισχύος.
Και αυτούς τους λόγους θα επικαλεστεί και πάλι, εάν δεν δώσει την επενδυτική βαθμίδα σήμερα, ή διαφορετικά θα δει πρόοδο ώστε να δικαιολογεί έστω το πρώτο σκαλοπάτι των επενδύσιμων assets, δηλαδή το… πέμπτο κλειδί του investment grade.