Στη δημοσιονομική υπεραπόδοση της Ελλάδας αποδίδει η Citigroup την επιστροφή της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα, 10 χρόνια μετά τη χρεοκοπία. Όπως υπενθυμίζει η Citi, ο οίκος αξιολόγησης S&P αποφάσισε την Παρασκευή (20/10) να αυξήσει την αξιολόγηση του ελληνικού δημοσίου κατά μία βαθμίδα σε BBB-, με σταθερές προοπτικές. Αυτό καθιστά την S&P τον πρώτο από τους τρεις “μεγάλους” οίκους αξιολόγησης που αναβαθμίζει την Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα από το 2010 και 10 χρόνια μετά τη χρεοκοπία του δημόσιου χρέους της χώρας το 2012.
Η Ελλάδα βγήκε από τη σειρά προγραμμάτων διάσωσης της ΕΕ τον Αύγουστο του 2022. Η αναβάθμιση ήταν ευρέως αναμενόμενη, κατά την Citi, δεδομένης της συνεχιζόμενης οικονομικής και δημοσιονομικής υπεραπόδοσης. Όπως και στην περίπτωση της Ιταλίας, ο S&P δήλωσε ότι αναμένει “πρόσθετες διαρθρωτικές οικονομικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, σε συνδυασμό με τα μεγάλα κονδύλια της ΕΕ” που θα στηρίξουν την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη την περίοδο 2023-2026.
Συνέχεια
Ο S&P δήλωσε ότι εάν ο δείκτης δημόσιου χρέους της Ελλάδας συνεχίσει να μειώνεται, η χώρα ενδέχεται να λάβει άλλη μια αναβάθμιση της αξιολόγησης. Το χρηματοδοτικό πρόγραμμα της ΕΕ, το ταμείο διευκόλυνσης για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα, που ξεκίνησε το 2020 ως απάντηση στις προκλήσεις της πανδημίας, θα βοηθήσει την Ελλάδα, σύμφωνα με την Citi. Αν και συνδέεται χαλαρά με την έκταση του σοκ της πανδημίας, η χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης είχε στην πραγματικότητα στόχο να κλείσει περαιτέρω τις εισοδηματικές διαφορές μεταξύ των χωρών και να καταστήσει τις δημοσιονομικά ευάλωτες χώρες της ΕΕ πιο ανθεκτικές.
Η Ελλάδα έχει ήδη λάβει μέχρι στιγμής κονδύλια που αντιστοιχούν στο 5,4% του ΑΕΠ του 2022. Με την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης του χρέους και την επιβράδυνση της ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ, η αξιοποίηση των κονδυλίων θα μπορούσε να έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στις αναλύσεις βιωσιμότητας του χρέους, ιδίως σε χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος όπως η Ιταλία ή η Ελλάδα, εκτιμά η Citi.