Κομβικής σημασίας εξέλιξη για το σύνθετο και απαιτητικό έργο της ανάπλασης της ΔΕΘ, χαρακτηρίζουν το Υπερταμείο και η ΔΕΘ Helexpo την έγκριση από την αρμόδια Κυβερνητική Επιτροπή της ένταξης του έργου στο Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας.
Σύμφωνα με το πλαίσιο που ορίζεται από τον ν.4413/2016 θα πραγματοποιηθεί Διεθνής Ανοικτός Διαγωνισμός Παραχώρησης. H περίοδος Παραχώρησης ορίζεται στα 35 χρόνια και θα ξεκινήσει με την υπογραφή της Σύμβασης Παραχώρησης.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση, υπήρξε συμφωνία μεταξύ του Δήμου Θεσσαλονίκης και τγς Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας σχετικά με το βέλτιστο μοντέλο χρηματοδότησης και βάσει αυτού, το έργο θα υλοποιηθεί μέσω Σύμβασης Παραχώρησης, με τη μορφή σύμπραξης ιδιωτικών και δημόσιων πόρων.
Σύμφωνα με το Υπερταμείο και τη ΔΕΘ Helexpo, το έργο αναμένεται να αναβαθμίσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των κατοίκων, δεδομένου ότι σχεδόν το 60% της έκτασης μετατρέπεται σε Μητροπολιτικό Πάρκο με πυκνή φύτευση (περισσότερες από 3.000 νέες δεντροφυτεύσεις), σε συνέχεια συμφωνίας με τον Δήμο Θεσσαλονίκης. Δημιουργείται ένας «πνεύμονας πρασίνου» μέσα στην πόλη, με 100.000 τ.μ. πρασίνου χωρίς περίφραξη, ανοικτός και προσβάσιμος 365 μέρες το χρόνο.
Μέχρι σήμερα το Υπερταμείο και η ΔΕΘ-HELEXPO έχουν ολοκληρώσει μια σειρά κρίσιμα βήματα, τα οποία αποτελούσαν προϋπόθεση για την διεξαγωγή του Διαγωνισμού. Πιο συγκεκριμένα, έχουν ολοκληρωθεί όλες οι απαραίτητες προκαταρκτικές μελέτες, εκπονήθηκαν και αξιολογήθηκαν ποικίλα σενάρια με διάφορες χρηματοοικονομικές παραδοχές, ενώ πραγματοποιήθηκε και μία πρώτη διαβούλευση με την αγορά. Κατά τη διάρκεια ωρίμανσης του έργου αξιοποιήθηκε γνώση από διεθνείς και εγχώριους εμπειρογνώμονες, με εμπειρία και τεχνογνωσία σε παρεμφερή Έργα, οι οποίοι εργάστηκαν εντατικά και συνεργάστηκαν αρμονικά με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη.
Όσον αφορά στον προϋπολογισμό του Έργου, θα απαιτηθούν συνολικές επενδύσεις ύψους €300.000.000. Η Δημόσια Συμμετοχή δύναται να ξεπεράσει το 1/3 του προϋπολογισμού του έργου με εξασφαλισμένους πόρους έως €120.000.000 (αθροιστικά από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και το Περιφερειακό Πρόγραμμα ΕΣΠΑ της Κεντρικής Μακεδονίας). Η καταβολή του ποσού της Δημόσιας Συμμετοχής θα πραγματοποιηθεί κατά την πενταετία της κατασκευής του Έργου. Οι υπόλοιποι πόροι θα προέλθουν από ιδιωτικές πηγές χρηματοδότησης και τραπεζικό δανεισμό.
Ο δημόσιος χαρακτήρας της ΔΕΘ-HELEXPO διασφαλίζεται οριστικά, καθώς η εταιρεία παραμένει 100% θυγατρική του Υπερταμείου. Η Σύμβαση Παραχώρησης θα προβλέπει πως ο ιδιώτης που θα οριστεί ανάδοχος μετά τον Διαγωνισμό, θα κληθεί να παρέχει υπηρεσίες στη ΔΕΘ-HELEXPO, η οποία είναι ο Αναθέτων φορέας του Έργου.
Η ωρίμανση των τευχών του Διαγωνισμού θα πραγματοποιηθεί από τη μονάδα PPF (Project Preparation Facility) του ΤΑΙΠΕΔ, ενώ η Διοίκηση της ΔΕΘ – HELEXPO υπό το συντονισμό του Υπερταμείου θα παρακολουθούν στενά την εξέλιξη του Έργου και το χρονοδιάγραμμα, σύμφωνα με το οποίο:
- Εντός του 2025 αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί οι μελέτες και να έχει δημοσιευτεί το τεύχος του Διαγωνισμού.
- Έως το Α εξάμηνο του 2026 προβλέπεται να έχει ολοκληρωθεί ο Διαγωνισμός και θα έχει αναδειχθεί ο Ανάδοχος.
- Το Β’ εξάμηνο 2026 αναμένεται να ξεκινήσει η κατασκευαστική περίοδος. Το Έργο θα υλοποιείται και θα παραδίδεται τμηματικά, ώστε να μην διακοπεί η λειτουργία του Διεθνούς Εκθεσιακού και Συνεδριακού Κέντρου Θεσσαλονίκης.
- Έως το 2031 εκτιμάται πως θα έχει ολοκληρωθεί το σύνολο των εργασιών.
Τα οφέλη για την Οικονομία είναι πολλαπλά.
Συγκεκριμένα, η ΔΕΘ γίνεται πραγματικά Διεθνής με σύγχρονες υποδομές και εγκαταστάσεις ικανές να φιλοξενήσουν επισκέπτες από το εξωτερικό. Επίσης, ενισχύεται το προφίλ της Θεσσαλονίκης ως διεθνούς τουριστικού προορισμού και επιχειρηματικού κόμβου για τη ΝΑ Ευρώπη και επιπλέον το αναβαθμισμένο εκθεσιακό προϊόν της πόλης θα οδηγήσει σε σημαντική επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου.
Η επίδραση στη συνολική οικονομική δραστηριότητα της πόλης μετά από την ολοκλήρωση του έργου εκτιμάται ότι θα ανέρχεται στα €500.000.000/χρόνο.
Οι θέσεις εργασίας που αναμένεται ότι η ανάπλαση θα επιφέρει άμεσα και έμμεσα υπολογίζονται σε 1.500 τον χρόνο μετά την ολοκλήρωση.