Μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται ξανά στο επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Τα ομόλογά τους πωλούνται με εντυπωσιακή ταχύτητα στις διεθνείς αγορές, αποδεικνύοντας ότι το τραπεζικό σύστημα έχει αποκαταστήσει πλήρως την αξιοπιστία του.
Τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα έχοντας την απόλυτη – πλέον – στήριξη των αγορών, σχεδιάζουν ένα ακόμη γύρο ομολογιακών εκδόσεων με στόχο την ανάκληση και αντικατάσταση παλαιότερων και ακριβότερων τίτλων.
Την ίδια στιγμή με βασικό «όπλο» την άντληση κεφαλαίων από τις αγορές σκοπεύουν να διατηρήσουν ισχυρά κεφαλαιακά αποθέματα που θα τους επιτρέψουν να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία αλλά και να προχωρήσουν σε κινήσεις ανόργανης ανάπτυξης μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων.
Παράλληλα μέρος των αντληθέντων κεφαλαίων θα αξιοποιηθεί και για την αποπληρωμή εναπομείναντων ομολογιών Tier II, τα οποία είχε καλύψει προ έτων το Δημόσιο.
Ισχυρή ψήφος εμπιστοσύνης
Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη πράσινη έκδοση της Alpha Bank, η οποία αποτέλεσε άλλη μία ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης των επενδυτών.
Με αυτήν, το συνολικό ποσό που έχουν αντλήσει φέτος οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ανέρχεται στα 5,4 δισ. ευρώ, ενισχύοντας την κεφαλαιακή τους επάρκεια και τη δυνατότητα περαιτέρω χρηματοδότησης της οικονομίας.
Η επιτυχία της Alpha Bank επιβεβαίωσε τη διαχρονική βελτίωση της θέσης των ελληνικών τραπεζών.
Πάνω από 140 διεθνείς θεσμικοί επενδυτές συμμετείχαν στην έκδοση, καταθέτοντας προσφορές ύψους 3 δισ. ευρώ, ποσό που υπερκάλυψε κατά έξι φορές το ζητούμενο.

Παρά τη σημαντική συμπίεση της απόδοσης –το spread περιορίστηκε στις 92 μονάδες βάσης πάνω από το mid-swap, από αρχική καθοδήγηση 120 μ.β.– το ενδιαφέρον παρέμεινε αμείωτο, με αρκετές εντολές να ξεπερνούν τα 50 εκατ. ευρώ.
Η έντονη ζήτηση δεν περιορίζεται στο ύψος των κεφαλαίων, αλλά και στην ποιότητα των επενδυτών. Η συμμετοχή μεγάλων διεθνών θεσμών αποδεικνύει ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν πλέον αποκτήσει πρόσβαση σε σταθερή και μακροπρόθεσμη βάση επενδυτών, ικανή να στηρίξει τη μελλοντική τους ανάπτυξη.
Παράλληλα, η επιτυχία αυτών των εκδόσεων δημιουργεί ένα «μαξιλάρι» ρευστότητας, το οποίο επιτρέπει στις διοικήσεις να σχεδιάζουν υψηλές διανομές μερισμάτων χωρίς περιορισμούς από τον SSM.
Η πορεία αυτή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη συνολική μεταμόρφωση του ελληνικού τραπεζικού τοπίου.
Η εξυγίανση των ισολογισμών με την απομάκρυνση του βάρους των μη εξυπηρετούμενων δανείων, συνδυάστηκε με τη θεαματική βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών και τη μείωση του κόστους δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία λειτουργεί πολλαπλασιαστικά για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των αγορών.

Βουτιά στις αποδόσεις
Σύμφωνα με την πρόσφατη Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος, η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς μειώθηκε από 85 μ.β. στις αρχές του 2025 σε 67 μ.β. στο τέλος Σεπτεμβρίου.
Η απόδοση των ελληνικών κρατικών τίτλων, σε σχέση με τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ, είναι πλέον χαμηλότερη από εκείνη χωρών όπως η Σλοβακία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Λιθουανία.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά περαιτέρω πτώση του λόγου χρέους στο 125% του ΑΕΠ έως το 2029, γεγονός που αναμένεται να ενισχύσει ακόμη περισσότερο την ελκυστικότητα των ελληνικών ομολόγων στις διεθνείς αγορές.
Η ίδια έκθεση επισημαίνει ότι και οι αποδόσεις των ομολόγων των ελληνικών τραπεζών παρουσίασαν μικρή αποκλιμάκωση την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2025.
Οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας, η υψηλή κερδοφορία, η συνεχιζόμενη βελτίωση της ποιότητας ενεργητικού και η έγκαιρη επίτευξη των εποπτικών στόχων για τα ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) έχουν συμβάλλει καθοριστικά στη διατήρηση θετικού momentum.
Κατά το εννεάμηνο, οι τράπεζες άντλησαν περίπου 4,3 δισ. ευρώ μέσω εκδόσεων, ενώ ακολούθησαν επιπλέον κινήσεις τον Οκτώβριο — ομόλογο 600 εκατ. ευρώ από την Πειραιώς και η πρόσφατη έκδοση 500 εκατ. ευρώ της Alpha Bank.
Το μέσο επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 3,2% για ομόλογα senior, 4,3% για μέσα κατηγορίας Tier 2 και 6,7% για πρόσθετα μέσα κατηγορίας Tier 1.
Η έντονη δραστηριότητα στις αγορές ομολόγων επιβεβαιώνει ότι οι ελληνικές τράπεζες όχι μόνο έχουν αφήσει πίσω τους την κρίση, αλλά και λειτουργούν πλέον με όρους ώριμων ευρωπαϊκών συστημάτων.
Η νέα γενιά εκδόσεων δημιουργεί ισχυρές προϋποθέσεις για σταθερή πρόσβαση στις αγορές, με χαμηλότερο κόστος δανεισμού και αυξανόμενη εμπιστοσύνη των επενδυτών στην προοπτική του ελληνικού τραπεζικού τομέα και της οικονομίας συνολικά.
Διαβάστε ακόμη:
- Τι φέρνει η ένταξη του Χρηματιστηρίου Αθηνών στη «δεξαμενή» της Euronext
- Χαρίτσης: Την ώρα της κηδείας άκουγα Σαββόπουλο, το θεώρησα πιο τίμιο
- Θάλασσα: Η στάθμη της φτάνει σε επίπεδα ρεκόρ – Τι αποκαλύπτει για την κλιματική αλλαγή
- «ChatGPT, ποιες μετοχές πρέπει να αγοράσω;» – Η τεχνητή νοημοσύνη «μπαίνει» στα χρηματιστήρια