Ως βασικός προορισμός των διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων που αναζητούν έκθεση στις ευρωπαϊκές μετοχικές αγορές αναμένεται να παραμείνει και το 2026 ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος.

Όπως τονίζει στην «a» έμπειρος τραπεζικός αναλυτής «οι τράπεζες της Ευρωζώνης –και ιδιαίτερα οι ελληνικές– δείχνουν ότι διαθέτουν πλέον τα χαρακτηριστικά που προσελκύουν διαφορετικά επενδυτικά προφίλ: από ανάπτυξη και αξία έως και στρατηγικές υψηλών μερισματικών αποδόσεων. Η ενίσχυση της κερδοφορίας, η σταθεροποίηση των επιτοκιακών περιθωρίων και η δυναμική της πιστωτικής επέκτασης συνθέτουν ένα περιβάλλον υψηλών προσδοκιών για το 2026, σε μια περίοδο όπου η παγκόσμια οικονομία αναζητά νέους καταλύτες».

Παρά την ομαλοποίηση των επιτοκίων που βρίσκεται σε εξέλιξη από το 2024, οι ελληνικές τράπεζες κατάφεραν να θωρακίσουν τα επιτοκιακά τους έσοδα αξιοποιώντας παράλληλες πηγές: προμήθειες, εργασίες πληρωμών, asset&wealth management, καθώς και ενισχυμένες δραστηριότητες trading και hedging. Η διαρκής διεύρυνση της «βεντάλιας» των τραπεζικών εργασιών έχει περιορίσει περαιτέρω την κυκλικότητα των κερδών, χτίζοντας ένα πιο ανθεκτικό πλαίσιο εσόδων σε σχέση με το παρελθόν.

Αυτό αποτυπώθηκε έντονα στο τρίτο τρίμηνο του 2025, όπου, παρά την πίεση στα επιτοκιακά περιθώρια, τα συνολικά έσοδα βρήκαν «πάτο» και άρχισαν σταδιακά να σταθεροποιούνται.

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι το 2026 θα είναι χρονιά επαναφοράς στην «επιθετική» στρατηγική: το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο αναμένεται να σταθεροποιηθεί σε υψηλότερα επίπεδα, ενώ η αναμενόμενη αύξηση του όγκου των καταθέσεων –και κυρίως των φθηνότερων– ενισχύει τη δυνατότητα των τραπεζών να επεκτείνουν τα χαρτοφυλάκια ομολόγων και τα hedges τους, επωφελούμενες από τις πιο «απότομες» καμπύλες αποδόσεων.

Πού μετατοπίζεται το επενδυτικό ενδιαφέρον

Την τελευταία τριετία, η επενδυτική «αναβάθμιση» του κλάδου βασίστηκε κυρίως στη θεαματική βελτίωση της απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (ROTE), καθώς η αύξηση των επιτοκίων εκτόξευσε την κερδοφορία. Στη συνέχεια, σημαντικό όφελος προήλθε από τη μείωση του κόστους ιδίων κεφαλαίων (CoE), το οποίο αποκλιμακώθηκε σωρευτικά κατά περίπου 390 μονάδες βάσης από το 2024 έως σήμερα.

Πλέον, όμως, το σκηνικό αλλάζει. Η προσοχή των επενδυτών μετατοπίζεται σταδιακά από τις καθαρά επιτοκιακές επιδόσεις προς τις προοπτικές ανάπτυξης, τη δυναμική της πιστωτικής επέκτασης και τη διατηρησιμότητα της κερδοφορίας. Σε αυτό το νέο πλαίσιο, οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζονται με ιδιαίτερα ευνοϊκά χαρακτηριστικά, τόσο σε όρους ROTE όσο και σε όρους μακροπρόθεσμης αναπτυξιακής τροχιάς.

Η «ακτινογραφία» της Ελληνικής Οικονομίας: Δημοσιονομικές επιδόσεις αλλά και αναπτυξιακες προκλησεις

Ελλάδα: Πιστωτική επέκταση με διψήφιες ταχύτητες

Στις πρόσφατες επαφές που είχαν οι διοικήσεις των ελληνικών συστημικών τραπεζών με διεθνείς επενδυτές στο Λονδίνο, στο πλαίσιο των συνεδρίων της JP Morgan και της Morgan Stanley, επιβεβαιώθηκε ότι η δυναμική της ελληνικής οικονομίας συνεχίζει να τροφοδοτεί ισχυρή ζήτηση για νέα χρηματοδότηση. Το εννεάμηνο του 2025 καταγράφηκε πιστωτική επέκταση της τάξεως των 8,5 δισ. ευρώ, με ρυθμό κοντά στο 9% σε ετήσια βάση.

Αναλυτικά:

Eurobank: Αύξηση καθαρής πιστωτικής επέκτασης κατά 1,1 δισ. ευρώ το γ’ τρίμηνο και συνολικά 3,3 δισ. ευρώ στο εννεάμηνο, οδεύοντας άνετα προς επίπεδα άνω των 4 δισ. για το 2025.

Τράπεζα Πειραιώς: Αναβάθμισε τον στόχο για καθαρή πιστωτική επέκταση άνω των 3,5 δισ. ευρώ, έχοντας εκταμιεύσει 9,5 δισ. στο εννεάμηνο και 3,2 δισ. στο γ’ τρίμηνο. Εντυπωσιακό το γεγονός ότι πέρασε σε θετική στεγαστική πίστη για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια.

Εθνική Τράπεζα: Εκταμιεύσεις 5,7 δισ. στο εννεάμηνο (+10% YoY), με τον στόχο των 2,5 δισ. καθαρής πιστωτικής επέκτασης να αναμένεται να αγγίξει τα 3 δισ..

Alpha Bank: Ήδη πέτυχε τον στόχο της για καθαρή πιστωτική επέκταση μέσα στο εννεάμηνο, φτάνοντας τα 2,2 δισ. ευρώ.

Η προοπτική για το 2026 παραμένει ισχυρή, με ώθηση από τα επιχειρηματικά δάνεια αλλά πλέον και από τη στεγαστική πίστη, η οποία ανακάμπτει σταδιακά ύστερα από μακρά περίοδο υποτονικότητας.

Οι αναλυτές προβλέπουν μέση ετήσια αύξηση ενήμερων δανείων περίπου 8% την περίοδο 2025-2027, ενώ στα υποδείγματά τους τοποθετούν ρυθμό ανάπτυξης (g) από 1,5% έως 2,5% και κόστος ιδίων κεφαλαίων από 11,4% έως 13,75%.

Τράπεζες: Τα τρία μεγάλα επενδυτικά ραντεβού που ξεκαθαρίζουν το τοπίο για το 2026

Γιατί οι αποτιμήσεις παραμένουν ελκυστικές

Παρά τις διαρκείς αναβαθμίσεις των εκτιμήσεων, οι ευρωπαϊκές τράπεζες εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με αξιοσημείωτο discount έναντι τόσο της ευρύτερης ευρωπαϊκής αγοράς όσο και των αμερικανικών τραπεζών.

Ο κλάδος διαπραγματεύεται σήμερα στις:

9,5x P/E για το 2026, επίπεδο ελαφρώς υψηλότερο από τον ιστορικό μέσο όρο, αλλά πολύ χαμηλότερο από το 12x+ του 2018.

35% discount έναντι του ευρύτερου ευρωπαϊκού χρηματιστηρίου.

Σημαντικό discount έναντι των αμερικανικών τραπεζών, που κινούνται γύρω στο 12,6x P/E.

Την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές τράπεζες προσφέρουν μέση μερισματική απόδοση 5,4% για το 2026, έναντι μόλις 2,5% των αμερικανικών – στοιχείο που καθιστά τον κλάδο ιδιαίτερα ελκυστικό για θεσμικούς επενδυτές με στρατηγική εισοδήματος.

Οι προσδοκίες κερδοφορίας ενισχύουν περαιτέρω το επενδυτικό αφήγημα: οι αναλυτές αναμένουν αύξηση κερδών ανά μετοχή (EPS) κατά 8% το 2026 και 10% το 2027, ακολουθώντας μια εντυπωσιακή σειρά 22 συνεχόμενων τριμήνων στις οποίες ο κλάδος έχει ξεπεράσει τις εκτιμήσεις του consensus.

Tράπεζες: Μάιο και Ιούνιο ξεκινούν οι καταβολές μερισμάτων στους μετόχους

Μερίσματα και buybacks: Ο νέος προορισμός των θεσμικών

Ένας από τους βασικούς λόγους που ακόμη και οι πιο συντηρητικοί διαχειριστές κεφαλαίων στρέφονται ξανά προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες είναι το αυξανόμενο yield προς τους μετόχους.

Για το 2025, οι διανομές μερισμάτων αναμένονται να φτάσουν τα 77 δισ. ευρώ, ενώ τα προγράμματα επαναγοράς ιδίων μετοχών τα 47 δισ. ευρώ, συνδυαστικά αποδίδοντας περίπου 7% στους μετόχους.

Για το 2026, οι επαναγορές προβλέπεται να ξεπεράσουν τα 50 δισ. ευρώ, με μετρητές διανομές άνω των 82 δισ. ευρώ. Η ολοκλήρωση του κύκλου αποκλιμάκωσης των επιτοκίων θα αποδειχθεί ευεργετική για την καθαρή κερδοφορία, ενώ η συνεχιζόμενη άνοδος των αποτιμήσεων ενδέχεται να ωθήσει ορισμένες τράπεζες να διοχετεύσουν μέρος των πλεοναζόντων κεφαλαίων σε στοχευμένες εξαγορές που δημιουργούν αξία.

Το 2026 σε μία πρόταση

Ο ευρωπαϊκός –και ειδικά ο ελληνικός– τραπεζικός κλάδος εισέρχεται στο 2026 όχι μόνο με ισχυρά θεμελιώδη, αλλά και με την προοπτική να παραμείνει ένας από τους σημαντικότερους «κράχτες» διεθνών επενδυτών. Με σταθεροποιημένα περιθώρια, ταχείς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης, ενισχυμένες διανομές κεφαλαίου και ελκυστικές αποτιμήσεις, ο κλάδος φαίνεται να διαθέτει όλα τα συστατικά για να παραμείνει στο επίκεντρο των επενδυτικών ροών το επόμενο έτος.

Διαβάστε ακόμη