Απόβαση στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη ξεκίνησαν οι Έλληνες τραπεζίτες προκειμένου τις επόμενες 20 ημέρες να συμμετάσχουν σε τρία πολύ σημαντικά roadshows όπου και θα έχουν την ευκαιρία να αναλύσουν στους επενδυτικούς κολοσσούς του πλανήτη την στρατηγική τους για την επόμενη χρονιά και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Έπειτα από μία δεκαετία κρίσης και διαρθρωτικής προσαρμογής, η Ελλάδα έχει πετύχει σήμερα να μετασχηματίσει δραστικά την οικονομία της και είναι μία από τις χώρες με τις υψηλότερες επιδόσεις στη ζώνη του ευρώ.

Από το 2019 μέχρι σήμερα ο ρυθμός αύξησης του ελληνικού ΑΕΠ υπερβαίνει σταθερά τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Το α’ εξάμηνο του 2025 το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε με ρυθμό περίπου 2% σε ετήσια βάση -σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ- και η Τράπεζα της Ελλάδος αναμένει να διατηρηθούν παρόμοιοι ρυθμοί ανάπτυξης τουλάχιστον έως και το 2027.

Έμπειρός τραπεζίτης μιλώντας στην «a» επισημαίνει την αυξημένη σημασία των συγκεκριμένων συναντήσεων καθώς πραγματοποιούνται σε μια κρίσιμη μεταβατική περίοδο που σηματοδοτείται από τις αναβαθμίσεις της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς καθώς και την αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος στο ΧΑ που περνάει στον έλεγχο του Euronext.

Η αρχή έγινε στο Λονδίνο που ήταν προγραμματισμένο το European Financials Conference της JP Morgan Chase όπου έδωσε το παρών ο επικεφαλής του ομίλου JPMC Τζέιμι Ντάιμον.

Θα ακολουθήσει το διήμερο 1η και 2 Δεκεμβρίου όπου ελληνικές τράπεζες θα βρεθούν εκ νέου στο Λονδίνο για το μεγάλο συνέδριο της Morgan Stanley με παρουσία και του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Υπουργού Οικονομικών Κυριάκου Πιερρακάκη και το «καυτό» 20ήμερο θα κλείσει στη Νέα Υόρκη με την ημερίδα της Capital Link.

Σε αυτές τις εκδηλώσεις, που περιλαμβάνει συζητήσεις για τις χρηματοπιστωτικές αγορές και παρουσιάσεις εταιρειών,τα εγχώρια τραπεζικά επιτελεία θα έχουν την ευκαιρία να συνομιλήσουν με όλα τα μεγάλα επενδυτικά «σπίτια του πλανήτη» μεταξύ των οποίων της Barclays, της Citadel της Amundi, της Capital και της Morgan Stanley.

Αυτό που καθιστά τα επικείμενα roadshow ιδιαίτερα, τονίζει έμπειρος αναλυτής είναι ότι θα συμμετέχουν και ένα μείγμα από funds που επιθυμούν να προσδιορίσουν τις θέσεις τους σε μια αγορά που μέσα στην επόμενη χρονιά θα θεωρείται αναπτυγμένη. Οι διοικήσεις των τραπεζών που είναι στην πρώτη γραμμή των αλλαγών και αναβαθμίσεων της αγοράς, θέλουν ιδανικά η μετάβαση να γίνει ομαλά χωρίς εμφανείς ανισορροπίες και μεγάλες διακυμάνσεις.

Ο Fitch αναβάθμισε την Ελλάδα σε BBB, ένα σκαλί πάνω από το BBB- που είχε οριστεί τον Δεκέμβριο του 2023

Ο θετικός ρόλος της Fitch

Στο μεταξύ, οι ελληνικές συστημικές τράπεζες έχοντας ολοκληρώσει τις ανακοινώσεις αποτελεσμάτων εννεαμήνου που επιβεβαίωσαν ότι θα επιτύχουν τους στόχους του έτους κι έχοντας ως επιπλέον ατού την τελευταία αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από τον οίκο Fitch αναμένουν την αξιολόγησή του για τις ελληνικές τράπεζες.

Από την αξιολόγηση αυτή η αγορά περιμένει αναβάθμιση, τουλάχιστον για κάποιες από τις 4 συστημικές σε πρώτη φάση. Όλες έχουν ισχυρά εννεάμηνα, ενώ κάθε μία έχει τα δικά της ισχυρά σημεία που θέλει να προβάλει προς τους επενδυτές.

Η έκθεση των τραπεζών στο ελληνικό χρέος με τα ομόλογα που διαθέτουν, οι αναβαλλόμενες επιστροφές φόρων και η αλληλεπίδρασή τους με το θετικό δημοσιονομικό περιβάλλον, φέρνει τις τράπεζες να επωφελούνται περισσότερο από την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου, αλλά και να συμβάλλουν περισσότερο στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Την ίδια στιγμή ο κλάδος θα έχει στη διάθεσή του ακόμη πιο φθηνά καύσιμα για την ταχύτερη ανάπτυξη των εργασιών του στις χορηγήσεις και την προσφορά πιο ελκυστικών προγραμμάτων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.Κι αυτό σε μία περίοδο που το κόστος του χρήματος έχει υποχωρήσει κατά τουλάχιστον 50% σε σχέση με τα υψηλά του κατά τη φάση αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής την προηγούμενη διετία.

Σε κάθε περίπτωση οι τράπεζες κερδίζουν από τη μείωση των spreads με τα οποία δανείζονται, λόγω της υποχώρησης του κινδύνου χώρας, όπως αυτή αποτυπώνεται στις συνεχείς αναβαθμίσεις τους από τους οίκους αξιολόγησης.

Ταυτόχρονα όμως η αποκλιμάκωση των επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ δίνει την ευχέρεια στις διοικήσεις τους να λανσάρουν ακόμη πιο προνομιακά δανειακά προϊόντα, σε μία συγκυρία που η διατήρηση της κερδοφορίας τους στα περυσινά ιστορικά υψηλά, περνά μέσα από τους υψηλούς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης.

Τα φθηνότερα δάνεια με πιο προνομιακούς όρους, σε συνδυασμό με την επιθετικότερη προώθηση των προγραμμάτων τους, αποτελούν συνθήκες αναγκαίες για την περαιτέρω ενίσχυση της χρηματοδοτικής δραστηριότητας.

Καλοκαίρι αλλαγών στις διοικήσεις των τραπεζών - Αλλαγές και στις θέσεις των Προέδρων - Καταλυτικός ο ρόλος του Πρωθυπουργού - Οι ακλόνητοι στις θέσεις τους και οι καρέκλες που τρίζουν!

Πού θα εστιάσουν οι τραπεζίτες

Στο επίκεντρο των συζητήσεων με τους επενδυτές οι διοικήσεις των τραπεζών, ο Φ. Καραβίας για την Eurobank, ο Χρ. Μεγάλου για την Τράπεζα Πειραιώς, ο Β. Ψάλτης για την Alpha Bank και ο Π. Μυλωνάς για την Εθνική Τράπεζα με τα επιτελεία τους, πέραν των αυξημένων μερισμάτων που έχουν προαναγγείλει, αναμένεται να δώσουν στοιχεία για τις προοπτικές τους και τα πλάνα τους το 2026 και ειδικότερα για τις εξαγορές που έκαναν ή σχεδιάζουν και οι οποίες θα αλλάξουν το τραπεζοασφαλιστικό τοπίο στην Ελλάδα.

Κομβικό σημείο για τους επενδυτές είναι πώς θα κινηθούν τα πιστωτικά ιδρύματα στη μετά RRF εποχή καθώς η πιστωτική επέκταση είναι η βασική εργασία των τραπεζών παρά τη διαφοροποίηση των εσόδων.

Οι Έλληνες τραπεζίτες, όπως έχουν δηλώσει, στα τέλη του 2024, σε συναντήσεις τους με μεγάλους διεθνείς επενδυτικούς οίκους είχαν στόχο για νέα δάνεια τουλάχιστον ύψους 10 δισ. ευρώ το 2025.

Όμως με βάση το εννεάμηνο, οι διοικήσεις των συστημικών τραπεζών προχώρησαν σε αναβάθμιση των στόχων πιστωτικής επέκτασης και με βάση τις νέες εκτιμήσεις θα ξεπεράσουν τα 13,8 δισ. ευρώ του 2024.

Ειδικότερα αναμένεται να εστιάσουν:

  • Στις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και στο ρόλο των τραπεζών που έχουν ρευστότητα για να επεκταθούν με νέα δάνεια σε αντίθεση με τράπεζες σε άλλες οικονομίες στην Ευρώπη,
  • Στις εξαγορές που ολοκληρώνονται και σε αυτές που μπορεί να έρθουν,
  • Στην εξισορρόπηση των εσόδων τους με την πιθανή ολοκλήρωση των μειώσεων επιτοκίων και τα περιθώρια μείωση του χρηματοδοτικού τους κόστους,
  • Την ισχυρή πιστωτική επέκταση που ξεπερνά τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους χάρη στα επιχειρηματικά δάνεια,
  • Την αύξηση των εσόδων τους από προμήθειες με το βάρος να πέφτει σε τραπεζοασφαλιστικές εργασίες και διαχείριση κεφαλαίων,
  • Την αναθέρμανση της λιανικής τραπεζικής και την αναδιάρθρωση των μοντέλων τους με ενίσχυση της ψηφιοποίησης,
  • Την αλλαγή δομής με απορρόφηση των holding εταιριών και το σχέδιο δημιουργίας ομίλων, για τις Eurobank και Πειραιώς
  • Την βελτίωση ποιότητας των ιδίων κεφαλαίων τους με παράλληλη διανομή μεγάλων μερισμάτων στους μετόχους.

Moody’s: Θετική εικόνα για τις ελληνικές τράπεζες κατά το πρώτο εξάμηνο

Ισχυρά αποτελέσματα

Στις βαλίτσες τους οι τραπεζίτες θα έχουν φυσικά και όλα εκείνα τα στοιχεία που αναδεικνύουν την εντυπωσιακή ανάκαμψη έχει να επιδείξει και ο ελληνικός τραπεζικός τομέας. Μόλις πριν από λίγες ημέρες, οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες ανακοίνωσαν τα αποτελέσματα εννεαμήνου 2025, τα οποία απέδειξαν τη δυναμική τους για ισχυρή οργανική και μη ανάπτυξη και ισχυρή κερδοφορία, υψηλή πιστωτική επέκταση -μακράν υψηλότερη των άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών- και ισχυρή επάρκεια κεφαλαίων και ρευστότητας.

Οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες παρουσίασαν στο εννεάμηνο συνολικά καθαρά κέρδη 3,522 δισ. ευρώ, με έσοδα από τόκους 6,061 δισ. και έσοδα από προμήθειες 1,721 δισ. ευρώ, ενώ υπερέβησαν και τους αναβαθμισμένους στόχους που είχαν δώσει στους αναλυτές για την πιστωτική επέκταση, τα κεφάλαια υπό διαχείριση και την απόδοση ιδίων κεφαλαίων, ανεβάζοντας εκ νέου τον πήχη για το τέλος του έτους.

Οι ισχυρές επιδόσεις γ’ τριμήνου/9μήνου επιτρέπουν στις ελληνικές τράπεζες διανομή προμερισμάτων 581 εκατ. ευρώ από τα κέρδη του 2025, ενώ ενδέχεται να αυξηθεί και το ύψος διανομής κερδών στους μετόχους σε ποσοστό άνω του 60% (σ.σ. τα τελικά ποσοστά διανομής θα οριστικοποιηθούν με τα αποτελέσματα χρήσης 2025).

Παράλληλα η κάθε μια τράπεζα θα προτάξει και τα δικά της ισχυρά σημεία.

Η Τράπεζα Πειραιώς αναμένει από μέρα σε μέρα την άδεια του SSM για να ολοκληρώσει την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής και αναμένει να ενσωματώσει τα αποτελέσματά της στη φετινή χρήση. Θα αποκτήσει και το 10% της Εθνικής Ασφαλιστικής που έχει η Εθνική Τράπεζα. Η Πειραιώς θα αυξήσει σημαντικά το ενεργητικό της και θα δώσει έμφαση στα τραπεζοασφαλιστικά μη επιτοκιακά έσοδα, ενώ αναμένει πολλά από την ψηφιακή τράπεζα Snappi.

Η Eurobank θα επικοινωνήσει τις μεγάλες αλλαγές που δρομολογεί στη διαχείριση κτίζοντας γέφυρα κεφαλαίων μεταξύ Ανατολής και Δύσης ενώ θα δώσει έμφαση στο διαφοροποιημένο μοντέλο, στην επενδυτική τραπεζική και στην ψηφιοποίηση καθώς και το ατού της παρουσίας της στη Βουλγαρία όπου ετοιμάζεται να μπει στην ευρωζώνη.

Η Alpha Bank θα παίξει το βαρύ «χαρτί» της συνεργασία με το νέο της μεγαλομέτοχο τη UniCredit, ενώ σχεδιάζει ολοκλήρωση των συμπληρωματικών εξαγορών με εξαγορά ασφαλιστικής στην Κύπρο.

Η Εθνική Τράπεζα χωρίς να μπει σε λεπτομέρειες θα κινηθεί για συνεργασίες στις ασφάλειες και πιθανή εξαγορά μεριδίου ή μεριδίων σε ασφαλιστικές εταιρίες. Ολοκληρώνει την πλήρη ψηφιοποίηση των εργασιών της τράπεζας και θέλει να παγιώσει τα μεγάλα μερίσματα στους μετόχους.

Σε τροχιά βιώσιμης και ισχυρής κερδοφορίας οι τράπεζες – Οι εκτιμήσεις των ξένων οίκων

Τα κέρδη του 2025

Την ίδια στιγμή θα ενημερώσουν τις αναλυτές και για τις επιδόσεις του 2025 όπου τα κέρδη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών αναμένεται να διαμορφωθούν για το σύνολο του 2025 στα 4,7 δις. ευρώ έναντι 4,3 δισ. ευρώ το 2024, υποστηριζόμενα από τη διατήρηση των επιτοκιακών εσόδων στα περυσινά υψηλά επίπεδα, την αύξηση των εσόδων από προμήθειες και την ανάκαμψη των χρηματοοικονομικών εσόδων. Συγκεκριμένα:

• Η Alpha Bank αναμένει καθαρά κέρδη άνω των 900 εκατ. ευρώ έναντι 654 εκατ. ευρώ το 2024.
• Η Εθνική Τράπεζα αναμένει κέρδη 1,3 δισ. ευρώ έναντι 1,1 δισ. ευρώ το 2024.
• Η Eurobank 1,4 δισ. ευρώ έναντι 1,4 δισ. ευρώ επίσης το 2024.
• Η Τράπεζα Πειραιώς 1,1 δισ. ευρώ έναντι 1,06 δισ. ευρώ το 2024.

Εκτός από τα έσοδα από τόκους, που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών αναμένεται να συνεισφέρουν 8,1 δισ. ευρώ το 2025, σημαντική πηγή εσόδων αποτελούν και οι προμήθειες, οι οποίες θα αποφέρουν συνολικά έσοδα 2,3 δισ. ευρώ, ενώ στα 350 εκατ. ευρώ υπολογίζονται τα χρηματοοικονομικά έσοδα, ανεβάζοντας τα συνολικά έσοδα στα 10,8 δισ. ευρώ.

Γιάννης Στουρνάρας: Το «οικονομικό θαύμα» της Ελλάδας - Σταθερότητα με Μητσοτάκη

Τα εύσημα

Παράλληλα συχνές είναι πλέον οι αναφορές «ειδικού κύρους» που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά ότι η Ελληνική οικονομία και το εγχώριο πιστωτικό σύστημα έχουν εδώ και καιρό γυρίζει ουσιαστικά σελίδα. Την περασμένη εβδομάδα το φημισμένο ιταλικό Ινστιτούτο Bruno Leoni επέδωσε στον διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, βραβείο για την Ελλάδα (είναι η πρώτη φορά που το βραβείο απονεμήθηκε σε χώρα) «για τη δύναμη και την αποφασιστικότητα που επέδειξε, παρά το άμεσο κοινωνικό κόστος, να ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο της οικονομικής εξυγίανσης και της ανάπτυξης».

Πρόσφατη μελέτη της UBS (Global Economics Markets Outlook 2026-2027), έρχεται να υπογραμμίσει την αλλαγή σελίδας από το ζοφερό παρελθόν.

Όπως λέει η ελβετική τράπεζα, η Ελλάδα αναμένεται να καταγράψει ρυθμό ανάπτυξης 2,4% το 2026 και 1,8% το 2027, διατηρώντας σταθερά θετική τροχιά σε μια περίοδο όπου οι περισσότερες οικονομίες της Ευρωζώνης κινούνται γύρω ή κάτω από το 1,5%. Η UBS τονίζει ότι η χώρα, αν και παραμένει με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά χρέους προς ΑΕΠ, έχει την καλύτερη δυναμική δημόσιου χρέους παγκοσμίως.

Το ελληνικό δημόσιο χρέος μειώνεται με τον ταχύτερο ρυθμό από κάθε άλλη χώρα και η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα όπου η σχέση χρέους προς ΑΕΠ αποκλιμακώνεται σταθερά έως το 2031. Και αυτό την ώρα που οικονομίες όπως των ΗΠΑ, της Ιταλίας και της Βραζιλίας βλέπουν την καμπύλη του χρέους τους να αυξάνεται και πολλές οικονομίες (π.χ. Βραζιλία, Γερμανία) χρειάζονται δημοσιονομική προσαρμογή για να σταθεροποιήσουν το χρέος τους.

Η πτωτική πορεία του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι αποτέλεσμα ισχυρής ανάπτυξης, χαμηλών επιτοκίων εξυπηρέτησης και πρωτογενών πλεονασμάτων, όπως σημειώνει η UBS.

Διαβάστε ακόμη: