Δεν ξέρω ποια θα είναι τελικά η επιθυμία του ΤΧΣ, να συνεχίσει ή όχι ότι ξεκίνησε με το ποσοστό της Eurobank και στις άλλες 3 συστημικές τράπεζες, με δεδομένο το κλίμα που επικρατεί και διεθνώς, αλλά και εγχωρίως, με την καθίζηση των τιμών στο Χρηματιστήριο και τις μεγάλες απώλειες των τραπεζών.

Οι οποίες, όπως πάνε, θα χάσουν και τα όντως μεγάλα κέρδη που κατέγραψαν μέχρι και τα μέσα Ιουλίου περίπου.

Μπορεί οι σχετικές διαδικασίες να έχουν ξεκινήσει, αλλά υπό το πρίσμα των τελευταίων διεθνών οικονομικών και χρηματοπιστωτικών εξελίξεων, οι συνθήκες δεν φαντάζουν και οι καλύτερες δυνατές και πάντως όχι αυτές που υπήρχαν όταν γινόταν οι αρχικοί σχεδιασμοί και είχαν ξεδιπλωθεί οι πρώτες διερευνητικές επαφές με εν δυνάμει ενδιαφερόμενους για τα προς πώληση πακέτα του Ταμείου.

Από την άλλη πλευρά, ακριβώς λόγω και των τελευταίων εξελίξεων, όλα τα business plan των τραπεζών έχουν εκτροχιαστεί, αποθαρρύνοντας τους ξένους κυρίως ενδιαφερόμενους.

Προσθέστε και τους ολοένα αυξανόμενους φόβους ότι μπορεί να υπάρξει (όχι και τόσο) απρόσμενη κρίση στις ΗΠΑ, με τις συνέπειες να φορούν όλες τις επενδυτικές τράπεζες και τα κάθε είδους funds, αλλά και το γεγονός ότι η Ε.Ε. ολοένα και περισσότερο βυθίζεται στην ύφεση.

Κάπως έτσι σχηματίζεται το συνολικό παζλ, που μεταφραζόμενο, μάλλον για αποτρεπτικές διαθέσεις προϊδεάζει, παρά για στοχευμένες επενδυτικές κινήσεις.

Αυτές, όσο και αν φαίνεται περίεργο, αυτή την ώρα μπορούν να προέλθουν κυρίως από το εσωτερικό, με την έννοια ότι Χόλτερμαν και Πόλσον θεωρούνται “επενδυτές εσωτερικού” πλέον.

Ο μεν πρώτος κατέχει ήδη σημαντικό ποσοστό στην Alpha Bank (κάποιες πληροφορίες τον φέρουν να πλησιάζει το 9% της τράπεζας ήδη…) και διακαώς επιθυμεί να αποκτήσει και το 9% του ΤΧΣ, ενώ ο δεύτερος κατά τις πληροφορίες έχει αποφασίσει να αποχωρήσει από την Alpha Bank και να επικεντρωθεί στην αύξηση του ποσοστού του στην Πειραιώς.

Αυτή που θα μπορούσε να προσελκύσει και τώρα ισχυρά ξένα χαρτοφυλάκια είναι η Εθνική, αλλά αν το Δημόσιο αποφασίσει πράγματι να διακρατήσει ένα ισχυρό ποσοστό, αυτό μάλλον δημιουργεί παρά λύνει προβλήματα προσέλκυσης.

Πέραν φυσικά της τιμής εξαγοράς, η οποία, για να κριθεί ικανοποιητική, μέχρι πριν την βύθιση του Χρηματιστηρίου, υπολογιζόταν με ένα premium κατά 30% περίπου.

Αλλά, με βάση τα τωρινά δεδομένα, δεν μπορεί να υπάρξει παρόμοιος στόχος, παρά μόνο προσαρμοσμένος, γεγονός που θα προκαλούσε φυσικά σοβαρές αντιδράσεις, ακόμα και εντός του κυβερνητικού οικονομικού επιτελείου, αν υπάρξει καθαρά πολιτική απόφαση, που θα αγνοήσει τις τρέχουσες εξελίξεις εντός και εκτός χώρας…

Διαβάστε ακόμη: