Το βράδυ της Κυριακής μπορούμε να πούμε πως ο μεγαλύτερος δήμος της χώρας, ο δήμος Αθηναίων γύρισε σελίδα, με τους πολίτες – που επέλεξαν να πάρουν τον δήμο στα χέρια τους – να στέλνουν στο καναβάτσο όλες τις εκτιμήσεις και προβλέψεις περί μη αναστρέψιμου αποτελέσματος.
Ο μέχρι πριν δύο μήνες άγνωστος στο ευρύτερο κοινό, Χάρης Δούκας, κατάφερε να κερδίσει ένα βαρύ επίθετο, έναν έμπειρο αυτοδιοικητικό παράγοντα.
Είχε, όμως, να αντιμετωπίσει μόνο ένα επίθετο και μια πολύχρονη εμπειρία στην αυτοδιοίκηση; Προφανέστατα και όχι. Έπρεπε να σταθεί όρθιος απέναντι στον πιο ισχυρό κομματικό μηχανισμό αυτή τη στιγμή στη χώρα, τον μηχανισμό της Νέας Δημοκρατίας.
Ο κ. Δούκας κατέρριψε τη λογική. Ανακοίνωσε αρχές Αυγούστου την υποψηφιότητά του. Κατήλθε στις εκλογές, έχοντας αριθμητικά σχεδόν το μισό ψηφοδέλτιο του κ. Μπακογιάννη, με λίγους εθελοντές και με ακόμη λιγότερα οικονομικά και μιντιακά μέσα στη διάθεσή του. Έλαβε τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ, αλλά και από κόμματα και κινήσεις του Κοινωνικού Φιλελευθερισμού και της Πολιτικής Οικολογίας, και βάλθηκε να διαψεύσει τους πάντες.
Από τους περισσότερους θεωρήθηκε υπέρβαση ήδη το γεγονός ότι κατάφερε να εισέλθει στον δεύτερο γύρο και πράγματι ότι και να γινόταν το βράδυ της 15ης Οκτωβρίου, χωρίς καμία αμφιβολία ήταν νικητής. Ωστόσο, οι Αθηναίες και οι Αθηναίοι δεν είχαν πει την τελευταία τους κουβέντα.
Αυτό που σίγουρα έπαιξε σημαντικό ρόλο ήταν το debate μεταξύ των δύο διεκδικητών για τον δημαρχιακό θώκο. Δεν έχει σημασία -πλέον – ποιος ήταν ο «νικητής» του debate ως προς το περιεχόμενο, αλλά το επικοινωνιακό φάουλ (απόρροια κακών συμβουλών ή αλαζονεία;) του Κώστα Μπακογιάννη να ζητήσει τηλεμαχία από τον Χάρη Δούκα. Επί της ουσίας αναγνώρισε τον αντίπαλό του ως ισότιμο και έδωσε την ευκαιρία στις Αθηναίες και τους Αθηναίους να γνωρίσουν ακόμη περισσότερο τις θέσεις του ή, για να είμαστε ειλικρινείς, κάποιοι να τον ακούσουν για πρώτη φορά, γιατί, όπως προαναφέρθηκε, ο κ. Δούκας ήταν άγνωστος μέχρι πριν δύο μήνες.
Την επομένη του debate ξεκίνησε ένας πόλεμος από ορισμένα μέσα ενημέρωσης, τα οποία από εκεί που μιλούσαν για έναν «συμπαθή και σοβαρό καθηγητή», ξαφνικά άρχισαν να γράφουν και να μιλούν για έναν υποψήφιο δήμαρχο που «δεν θέλει κάμερες στην Αθήνα», «δεν θέλει το μετρό στα Εξάρχεια», «κλείνει το μάτι στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά». Μόνος που η περίοδο των «παραπλανημένων» ψηφοφόρων έχει περάσει ανεπιστρεπτί, όπως η περίοδος της άτεχνης προπαγάνδας.
Όλο αυτό που μεσολάβησε από την Τετάρτη το βράδυ έως και το Σάββατο πριν τον δεύτερο γύρο, έδωσε κίνητρο σε κόσμο που ενδεχομένως δεν είχε πάει να ψηφίσει ούτε την πρώτη Κυριακή, ενώ δημιούργησε μια αίσθηση εφησυχασμού και δεδομένου αποτελέσματος.
Στην πολιτική καλό είναι να μην θεωρούμε τίποτα και κανέναν δεδομένο. Ο Χάρης Δούκας αντιλήφθηκε νωρίς πως τίποτα δεν είναι δεδομένο και πως αξίζει να διεκδικήσεις τη νίκη ακόμη κι αν όλοι οι άλλοι ισχυρίζονται το αντίθετο.
Μπορούμε να μιλήσουμε, λοιπόν, για ένα αυτοδιοικητικό φαινόμενο; Ίσως θα πρέπει να περιμένουμε, για να έχουμε και ένα πρώτο χειροπιαστό έργο από τον νεοεκλεγέντα δήμαρχο Αθηναίων. Το σίγουρο είναι ότι μπορούμε, για αρχή, να πιστώσουμε στον κ. Δούκα ότι οδήγησε την έπαρση και την αλαζονεία σε μια εκλογική συντριβή. Και αυτό είναι μια πάρα πολύ καλή αρχή…