Σταθεροποίηση της κατάστασης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στα προ πανδημίας επίπεδα με σημάδια περαιτέρω βελτίωσης δείχνει η δεύτερη έρευνα που πραγματοποίησε η ΓΣΕΒΕΕ κατά το διάστημα από 14 έως 28 Ιουλίου 2023 σε μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, μετά τη σημαντική ενίσχυση που κατέγραψε το δεύτερο εξάμηνο του 2022 στις 69,5 μονάδες αποτελώντας την υψηλότερη επίδοση που έχει καταγραφεί σε έρευνα κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, υποχώρησε ήπια το πρώτο εξάμηνο του 2023 στις 66,7 μονάδες.
Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα ευρήματα της έρευνας, υποδηλώνει ότι η κατάσταση των επιχειρήσεων μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις έχει σταθεροποιηθεί και σε γενικές γραμμές έχει επανέλθει στα προ πανδημίας επίπεδα.
Στα θετικά ευρήματα συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων για το 2022, όπου το 51% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είχε κέρδη, ποσοστό εμφανώς αυξημένο σε σχέση τόσο με το αντίστοιχο 37,5% του 2021 όσο και το 27,3% του 2020.
Επιπλέον, αποκλιμάκωση παρουσιάζουν οι καθυστερημένες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων σε επίπεδα μάλιστα χαμηλότερα και από εκείνα της περιόδου πριν την πανδημία.
Όπως λέει το Ινστιτούτο, το πλήρες άνοιγμα της οικονομίας, συνδυαστικά με τα μέτρα στήριξης που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των κρίσεων, αλλά και τις ευρύτερες πολιτικές μείωσης των φορολογικών βαρών, βοήθησαν ένα σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων να βελτιώσουν τη θέση τους.
Από την άλλη μεριά, τα σοβαρά προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις παραμένουν.
Συγκεκριμένα, σχεδόν 1 στις 2 επιχειρήσεις δήλωσε ότι έχει μηδενικά ρευστά διαθέσιμα (25,6%) ή διαθέσιμα που επαρκούν το πολύ για ένα μήνα (21,2%).
Επιπλέον, το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες-ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις παραμένει ακόμα υψηλό (27,2%).
Για τις επιχειρήσεις αυτές, τα προβλήματα ρευστότητας είναι εντονότερα καθώς και η δυνατότητά τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης.
Τέλος, οι επιπτώσεις από τις ανατιμήσεις αν και βαίνουν μειούμενες συνεχίζονται.
Το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων συνεχίζει να αυξάνεται καθώς με βάση τα ευρήματα της έρευνας αυξήθηκε μεσοσταθμικά το κόστος ενέργειας κατά 20,8%, το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 19,5%, το κόστος καυσίμων οχημάτων κατά 17,3% και το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων κατά 7,9%.
Συνέπεια του αυξημένου κόστους λειτουργίας ήταν περισσότερες από 4 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις να αυξήσουν τις τιμές τους.
Μέλλον των μικρών επιχειρήσεων – Αύξηση τζίρου
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας περίπου η 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (ποσοστό 30,2%) ανακοίνωσε αύξηση τζίρου το α’ εξάμηνο του 2023 έναντι του αντίστοιχου περυσινού διαστήματος έναντι 32,3% που δήλωσε μείωση και 35,2% που δήλωσε σταθερό τζίρο.
Η εικόνα είναι καλύτερη για τις επιχειρήσεις των τομέων μεταποίησης και υπηρεσιών έναντι των εμπορικών επιχειρήσεων.
Επιπλέον, παρατηρείται μια θετική σχέση μεταξύ του μεγέθους των επιχειρήσεων και της εξέλιξης στον κύκλο εργασιών, αφού οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις με βάση τόσο τον κύκλο εργασιών (πάνω από 300.000€) όσο και τον αριθμό εργαζομένων (πάνω από 5 άτομα) παρουσιάζουν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τις μικρότερες επιχειρήσεις (έως 50.000 € κύκλο εργασιών ή/και χωρίς προσωπικό).
Μέλλον των μικρών επιχειρήσεων – Στερεύει η ρευστότητα
Άλλη εικόνα δείχνουν τα ταμεία των επιχειρήσεων.
Οι περισσότερες δήλωσαν μείωση της ρευστότητας το πρώτο εξάμηνο του 2023, έναντι του 23,3% που ανακοίνωσε αύξηση, ενώ για το 36,5% η κατάσταση δεν μεταβλήθηκε.
Ως προς τα ρευστά διαθέσιμα, παρά τη βελτίωση που καταγράφεται, η κατάσταση παραμένει ιδιαίτερα δύσκολη για ένα πολύ μεγάλο μέρος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Ειδικότερα, το 25,6% των επιχειρήσεων έχουν μηδενικά ρευστά διαθέσιμα, ενώ για το 21,2% των επιχειρήσεων τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν το πολύ για ένα μήνα.
Τα μεγαλύτερα προβλήματα ρευστότητας αντιμετωπίζουν οι μικρότερες με βάση τον αριθμό εργαζομένων και τον κύκλο εργασιών επιχειρήσεις, ενώ πολύ σοβαρό πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις εστίασης όπου το ποσοστό εκείνων που δεν έχουν ταμειακά διαθέσιμα ή τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν το πολύ για ένα μήνα ανέρχεται στο 53,7% (35,8% δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα και το 17,9% έχει ταμειακά διαθέσιμα που επαρκούν το πολύ για έναν μήνα). Το ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων είναι θετικό για όλους τους κλάδους με το 16,1% των επιχειρήσεων να δηλώνει αύξηση προσωπικού το πρώτο εξάμηνο του 2023 έναντι 4% που δήλωσε μείωση. Θετικές είναι και οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για το δεύτερο εξάμηνο του 2023 εξάμηνο, καθώς το 7,4% δήλωσε ότι θα αυξήσει το προσωπικό του έναντι 4,7% που θα το μειώσει.
Μέλλον των μικρών επιχειρήσεων – Μικρές επενδύσεις
Περίπου 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (32,1%) πραγματοποίησε κάποια μορφής επένδυση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023.
Το 19,1% πραγματοποίησε επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό και ψηφιακές τεχνολογίες, το 16,1% επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και λοιπά μηχανήματα, το 8,2% σε κτιριακές εγκαταστάσεις και λοιπό εξοπλισμό και το 7% για κατάρτιση και εκπαίδευση προσωπικού.
Υπάρχει μία σαφής θετική σχέση μεταξύ των επιχειρήσεων που δήλωσαν ότι έχουν πραγματοποιήσει επενδύσεις και του μεγέθους τους σε όρους αριθμού εργαζομένων και κύκλου εργασιών.
Παρά τα υψηλά ποσοστά επιχειρήσεων που δήλωσαν ότι έχουν κάνει επενδύσεις αυτές ήταν μικρής κλίμακας.
Για περισσότερες από 1 στις 2 επιχειρήσεις (55,5%) που πραγματοποίησαν επενδύσεις το ύψος της επένδυσης ήταν έως 10.000 €.
Το πρόβλημα της πρόσβασης σε χρηματοδότηση για επενδύσεις παραμένει έντονο. Οι 8 στις 10 επιχειρήσεις (79,5%) που πραγματοποίησαν επενδύσεις τις χρηματοδότησαν με ίδιους πόρους.
Το 9,3% τις χρηματοδότησε μέσω προγραμμάτων χρηματοδότησης ενώ μόλις το 3,9% μέσω τραπεζικού δανεισμού.