Λίγες ώρες μετά την αναβάθμιση των προοπτικών των ελληνικών τραπεζών από τον οίκο Fitch, o Standard & Poor’s προχώρησε και αυτός σε αναβάθμιση, καθώς ο κλάδος έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο προς τη βελτίωση των προφίλ κινδύνου και της πιστοληπτικής του ικανότητας.

Ειδικότερα, όπως ανέφερε ο S&P μετά την εκκαθάριση περίπου 80 δισεκατομμυρίων ευρώ από επισφαλή περιουσιακά στοιχεία από το 2019, οι ελληνικές τράπεζες είναι έτοιμες να αξιοποιήσουν τις σταθερές προοπτικές ανάπτυξης της χώρας, την επανέναρξη της πιστωτικής ζήτησης, τη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, την ανάκαμψη των τιμών των ακινήτων και τη μείωση της ανεργίας.

Τα εναπομείναντα επισφαλή στοιχεία ενεργητικού στους ισολογισμούς των τραπεζών σημαίνουν σημαντικά χαμηλότερες προβλέψεις για τις τράπεζες για τη συνεχιζόμενη εκκαθάριση, μειώνοντας τις πιστωτικές απώλειες κατά την περίοδο 2024-2025 και οδηγούν σε θετικές αξιολογήσεις.

Η μείωση των κινδύνων του δημοσίου και του χρηματοπιστωτικού συστήματος ενίσχυσε το επενδυτικό κλίμα και επέτρεψε στις ελληνικές τράπεζες να ανακτήσουν πρόσβαση στις αγορές χρέους του εξωτερικού, να αποπληρώσουν στοχευμένα δάνεια μακροπρόθεσμων πράξεων αναχρηματοδότησης (TLTRO) και να περιορίσουν τη μετακύλιση των υψηλότερων επιτοκίων στις καταθέσεις πελατών.

Οι τράπεζες στην Ελλάδα έχουν επίσης μεμονωμένα σημειώσει σημαντική πρόοδο προς τη βελτίωση των προφίλ κινδύνου και της πιστοληπτικής τους ικανότητας.

Ως εκ τούτου, ο οίκος αύξησε τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις τους στις Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς, με θετικές προοπτικές. Επίσης, αναθεώρησε τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές για την Aegean Baltic Bank, την Alpha Bank, και επιβεβαίωσε τις αξιολογήσεις γι’ αυτές.

Αναλυτικά οι αξιολογήσεις

Aegean Baltic Bank: Αναθεώρηση των προοπτικών σε θετικές από σταθερές και επιβεβαίωση στις μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας «B+/B».

Alpha Bank: Αναθεώρηση των προοπτικών σε θετικές από σταθερές και επιβεβαίωση στις μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας «BB-/B» και τις αξιολογήσεις αντισυμβαλλομένων εξυγίανσης «BB+/B» (RCR).

Alpha Services and Holdings: Αναθεώρηση των προοπτικών σε θετικές από σταθερές και επιβεβαίωση στις μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας «Β/Β».

Eurobank: Αύξηση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας σε ‘BB’ από ‘BB-‘ και επιβεβαίωση της βραχυπρόθεσμης αξιολόγησης ‘B’. Οι προοπτικές είναι θετικές. Επίσης, αύξηση στο μακροπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο RCR σε ‘BBB-/A-3’ από ‘BB+/B’.

Eurobank Holdings: Αύξηση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας σε «Β+» από «Β» και επιβεβαίωση της βραχυπρόθεσμης αξιολόγησης «Β». Οι προοπτικές είναι θετικές.

Εθνική Τράπεζα: Αύξηση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας σε «ΒΒ» από «ΒΒ-» και επιβεβαίωση της βραχυπρόθεσμης αξιολόγησης «Β». Οι προοπτικές είναι θετικές. Επίσης, αύξηση του μακροπρόθεσμου και βραχυπρόθεσμου RCR σε ‘BBB-/A-3’ από ‘BB+/B’.

Τράπεζα Πειραιώς: Αύξηση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας σε ‘BB-‘ από ‘B+’ και επιβεβαίωση της βραχυπρόθεσμης αξιολόγησης ‘B’. Οι προοπτικές είναι θετικές. Ανέβασε επίσης το μακροπρόθεσμο RCR σε ‘BB+’ από ‘BB’.

Piraeus Financial Holdings: Αύξηση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας σε «Β» από «Β-» και επιβεβαίωση της βραχυπρόθεσμης αξιολόγησης «Β». Οι προοπτικές είναι θετικές.

Οι ενέργειες αξιολόγησης αντικατοπτρίζουν την άποψη του οίκου για τη βελτιωμένη ανθεκτικότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Τους πρώτους εννέα μήνες του 2023, οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) των ελληνικών τραπεζών μειώθηκαν κάτω από το 6% λόγω των περαιτέρω πωλήσεων και των τιτλοποιήσεων, ενώ μείωσαν σημαντικά τις νέες εισροές.

Οι πιστωτικές απώλειες για τους τέσσερις μεγαλύτερους τραπεζικούς ομίλους μειώθηκαν στις 125 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο το 2022, από τα υψηλά των 570 μ.β. το 2021 και 380 μ.β. το 2020. Παρά τις υποτονικές προοπτικές ανάπτυξης στην Ευρώπη, ο Standard & Poor’s αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2,5 % σε πραγματικούς όρους το 2023 και 2,6% την περίοδο 2024-2026–υπέρβαση πολλών χωρών στην ευρωζώνη-με συνεχείς βελτιώσεις στην αγορά εργασίας, που ελαχιστοποιούν τους πιθανούς κινδύνους για την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων.

Διαβάστε ακόμη: