Η επενδυτική βαθμίδα της Ελλάδας δεν κινδυνεύει από εξωτερικά σοκ, εκτιμά ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης Scope Ratings, ο οποίος έγινε πρόσφατα επιλέξιμος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ενώ ήταν ο πρώτος οίκος που αναβάθμισε την ελληνική οικονομία.
«Μέχρι στιγμής, οι συνθήκες υψηλότερου πληθωρισμού έχουν βοηθήσει την ταχεία μείωση του χρέους της Ελλάδας, γεγονός που στήριξε την απόφασή μας το περασμένο καλοκαίρι να αναβαθμίσουμε το κράτος σε επενδυτική βαθμίδα. Ο υψηλός πληθωρισμός μειώνει το υψηλό απόθεμα χρέους της Ελλάδας, ενώ τα υψηλότερα επιτόκια μετακυλίονται στη δομή του χρέους της Ελλάδας με χαμηλό επιτόκιο πιο αργά από ότι για τα ομότιμα κράτη μετά από μια δεκαετία αναδιάρθρωσης του χρέους, συμπεριλαμβανομένων των παρατάσεων στις λήξεις και των μειώσεων των επιτοκίων.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδας διασφαλίζουν τη συμμόρφωσή της με την επικείμενη επαναφορά των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ και, συνεπώς, τη συνέχιση της επιλεξιμότητας για διευκολύνσεις του Ευρωσυστήματος. Δεν αναμένουμε ότι η επενδυτική βαθμίδα της Ελλάδας θα τεθεί σε κίνδυνο ακόμη και σε ένα δυσμενές σενάριο στασιμοπληθωρισμού», εξηγούν οι αναλυτές της Scope, σε ανάλυσή τους για την Ευρωζώνη, στην οποία προειδοποιούν ότι ένα πιθανό σοκ στην τιμή του πετρελαίου θα μπορούσε να αποδυναμώσει την ανάπτυξη, να αυξήσει τον πληθωρισμό και να δοκιμάσει τις αξιολογήσεις.
Πιέσεις στην Ιταλία
Όπως προειδοποιεί η Scope, «το δυσμενές σενάριο μιας ευρύτερης σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να ασκήσει μεγαλύτερες πιέσεις σε υπερχρεωμένα κράτη, όπως η Ιταλία (BBB+/σταθερό), με τις αποδόσεις των 10ετών κρατικών τίτλων της να διαμορφώνονται γύρω στο 4,4%.
Η Ιταλία θα μπορούσε να τεθεί υπό αυξημένο έλεγχο της αγοράς σε περίπτωση που χρειαστεί να στηρίξει περαιτέρω την οικονομία της. Ένα σενάριο στο οποίο τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα διευρύνονταν θα μπορούσε να αυξήσει τις αποδόσεις, δεδομένης της υψηλότερης προσφοράς ομολόγων και της πιθανής επανεκτίμησης από τους επενδυτές της ικανότητας της χώρας να εξυγιάνει τα δημόσια οικονομικά της, ώστε να διασφαλιστεί η επιλεξιμότητα της Ιταλίας στο πλαίσιο του μηχανισμού προστασίας της μετάδοσης της ΕΚΤ».