Πολύ πιθανό πλέον να αναβληθούν για αργότερα οι βαθιές μεταρρυθμίσεις που έχουν προαναγγελθεί στη δομή της ηλεκτρικής αγοράς της ΕΕ. Αυτό προκύπτει από το Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας που έγινε στη Στοκχόλμη.

Αφορμή η μείωση των τιμών ενέργειας που ανακουφίζει έστω και προσωρινά τις ευρωπαϊκές οικονομίες, αλλά αιτία ο σκεπτικισμός (έως και η άρνηση) των χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά με προεξάρχουσα στη Γερμανία, να στέρξουν στο πρόγραμμα αναδόμησης του μοντέλου ενέργειας στην ΕΕ.

Στις 27 και 28 Φεβρουαρίου, συνεδρίασε το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ στη Στοκχόλμη όπου τη χώρα μας εκπροσώπησε η γενική γραμματέας του ΥΠΕΝ Αλεξάνδρα Σδούκου.

Η ατζέντα του συμβουλίου

Σύμφωνα με την ατζέντα του Συμβουλίου, υπήρχε βασικό θέμα ο «Σχεδιασμός αγοράς Ενέργειας και ασφάλεια εφοδιασμού – προετοιμάζοντας τον επόμενο χειμώνα και μετά» ενώ επίσης υπήρχε το κεφάλαιο «Η μελλοντική ενεργειακή πολιτική για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας σε όλα τα κράτη μέλη».

Στη διάρκεια του Συμβουλίου διεξήχθη συζήτηση σχετικά με τη μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ενόψει της νομοθετικής πρότασης που θα υποβληθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 14 Μαρτίου.

Παράλληλα, οι συμμετέχοντες συζήτησαν τις πολιτικές για την ενέργεια και τις μεταφορές για την ταχύτερη ενεργειακή μετάβαση του τομέα των μεταφορών μετά το 2030, ενώ ανέλυσαν διάφορες επιλογές της ενεργειακής πολιτικής με στόχο την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας.

Στα πλαίσια του Συμβουλίου, η σουηδική προεδρία κάλεσε κάθε κράτος-μέλος να τοποθετηθεί επί της διαβούλευσης και ζήτησε να αναφέρει η κάθε χώρα ποιο πρόβλημα θεωρεί ότι πρέπει να λυθεί κατά προτεραιότητα.

«Αυτό το θεωρώ ως χάσιμο χρόνου, δηλαδή η …μπάλα στην εξέδρα καθώς τα προβλήματα που ανέκυψαν λόγω της ενεργειακής κρίσης έχουν αναλυθεί επαρκώς του τελευταίους μήνες, όπως αντίστοιχα και οι πιθανές λύσεις» μας λέει Έλληνας των Βρυξελλών που γνωρίζει τα θέματα.

ΤτΕ: Η αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης είναι η νέα πρόκληση για τα κράτη - μέλη της ΕΕ

Η θέση της Ελλάδας για «μεταρρύθμιση τώρα»

Η Ελλάδα πάντως επιμένει στην ανάγκη για άμεσες ριζικές αλλαγές. Αυτές αφορούν στην «διχοτόμηση» των αγορών επόμενης ημέρας με στόχο την αποσύνδεση των τιμών ηλεκτρισμού από εκείνες του φυσικού αερίου, ώστε η τελική τιμή να αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος παραγωγής και να μην «παρασύρεται» από τις αυξομειώσεις του καυσίμου που παρότι έχουν εξομαλυνθεί το τελευταίο διάστημα, παραμένουν μια σταθερή «απειλή», δεδομένης της οριακής τιμολόγησης στις χονδρεμπορικές αγορές.

Η κα Σδούκου παρουσίασε τα μέτρα της ελληνικής κυβέρνησης για τη διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας κατά τον τρέχοντα και επόμενο χειμώνα, με έμφαση μεταξύ άλλων στην αύξηση της δυναμικότητας του τερματικού LNG της Ρεβυθούσας με την προσθήκη ενός FSU, την κατασκευή του FSRU στην Αλεξανδρούπολη, τη μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου κατά 22,7% μεταξύ Αυγούστου 2022 – Ιανουαρίου 2023, ενώ στήριξε την προσπάθεια της Ενεργειακής Πλατφόρμας της Ε.Ε. για κοινή προμήθεια φυσικού αερίου.

«Ήδη έχει ολοκληρωθεί η δημόσια διαβούλευση της Κομισιόν, συγκεντρώνοντας συνολικά 1350 έγκυρα σχόλια από 34 χώρες και από μια πλειάδα κατηγοριών που περιλαμβάνουν τόσο ιδιώτες όσο και συλλογικούς φορείς, εκπροσώπους της αγοράς» προσθέτει ο Έλληνας τεχνοκράτης της Κομισιόν.

Η «κορυφή» της Κομισιόν όμως, πέραν ορισμένων βασικών γραμμών που έχει δώσει μέσω των ερωτήσεων και των επιλογών που έθεσε στη δημόσια διαβούλευση, δεν προχώρησε σε προτάσεις.

«Αυτή η τακτική δεν ευνοεί τη λήψη αποφάσεων» παρατηρεί η ίδια ελληνική πηγή της Κομισιόν.

Τα κράτη μέλη παρεμβαίνουν στη διαδικασία μέσω εισηγήσεων και non paper που ανταλλάσσουν, χωρίς ωστόσο, να υπάρχει μια βάση συζήτησης, γεγονός που ευνοεί τις «αέναες» συζητήσεις περί αλλαγών που εκ των προτέρων βρίσκονται «εκτός κάδρου», τουλάχιστον προσώρας, δεδομένου κιόλας, ότι η μείωση των τιμών έχει απομακρύνει σημαντικά το ενδεχόμενο για ριζικές παρεμβάσεις στην αγορά.

Μάλιστα, όπως εκτιμάται, η τρέχουσα κατάσταση της αγοράς αίρει την πίεση για ταχεία λήψη αποφάσεων και συνεπώς είναι πολύ πιθανό να μπούμε σε μια μακρά περίοδο γενικών συζητήσεων έως ότου ωριμάσουν, πιθανόν, οι συνθήκες για αποφάσεις.

Ο Έλληνας αξιωματούχος της ΕΕ προσθέτει: «αυτή η παρελκυστική τακτική δεν αντιστοιχίζεται με την πραγματική ανάγκη αλλαγής του target model και γενικά της αρχιτεκτονικής της ηλεκτρικής αγοράς της Ε.Ε., ανάγκη που προκύπτει από τη ριζική αλλαγή του μείγματος της ηλεκτροπαραγωγής με ευρύτατη και συνεχώς ογκούμενη εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ».

Προειδοποίηση ΙΕΑ: Ζούμε την πρώτη πραγματικά παγκόσμια ενεργειακή κρίση

Οι διαφορές μεταξύ των κρατών – μελών

Η ομάδα χωρών που αποτελείται από Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, αλλά και Ρουμανία κάνει προτάσεις ώστε να ενισχυθούν τα PPAs και να μην καθορίζονται με απόλυτο τρόπο οι τιμές από την προημερήσια αγορά.

Η Δανία και η Ολλανδία προκρίνουν μόνον παραμετρικές και όχι κύριες αλλαγές του μοντέλου, ενώ υπάρχουν και χώρες όπως το Βέλγιο και η Ουγγαρία που προτείνουν να μη γίνει καμία αλλαγή και να μείνει το target model ως έχει.

Η Γερμανία προτείνει πλέον να μην ληφθεί καμία απόφαση και να αναβληθεί η συζήτηση για το 2024. Σε μια από τις παρεμβάσεις της, η γερμανική κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να διασφαλιστούν τα οφέλη της ενοποιημένης ευρωπαϊκής αγοράς, τα οποία ήδη αθροίζονται χονδρικά στα 34 δις ευρώ σε εξοικονόμηση πόρων σε σχέση με το να μην υπήρχε η δυνατότητα διασυνοριακών ροών ενέργειας.

Ενδεικτικό είναι ότι μια σειρά γερμανικές ενώσεις πιέζουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αρκεστεί σε περιορισμένες παρεμβάσεις στην αρχιτεκτονική της αγοράς, όπως αναφέρει σχετικό δημοσίευμα του Montel, επικαλούμενο σχόλια που κατατέθηκαν στα πλαίσια της δημόσιας διαβούλευσης από συμμετέχοντες στην μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρισμού της Ευρώπης.

Οι αιχμιακές τιμές δεν αντανακλούν «αποτυχίες της αγοράς», αναφέρει χαρακτηριστικά η Γερμανική Ένωση Καινοτομίας στην Αγορά Ενέργειας (BNE), μια ένωση που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των μη παραδοσιακών παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. Η εξάρτηση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας από τις τιμές φυσικού αερίου «δεν είναι πρόβλημα οριακού κόστους. Το μοντέλο του merit-order είναι ακριβώς το μοντέλο προσφοράς και ζήτησης που επικρατεί σε κάθε άλλη αγορά».

Στις δύο αντιθετικές τάσεις που διαμορφώνονται στην ΕΕ, από την μια ξεχωρίζουν οι οργανισμοί της αγοράς που αναγνωρίζουν τα οφέλη του ισχύοντος μοντέλου της αγοράς και συζητούν επιμέρους βελτιώσεις, χωρίς να αμφισβητούν εν γένει την λειτουργία της αγοράς και από την άλλη φωνές με περισσότερο πολιτική «χροιά» που προκρίνουν ριζικές αλλαγές.

«Σε κάθε περίπτωση το ζητούμενο είναι η λήψη συγκεκριμένων ρυθμιστικών μέτρων που θα εφαρμόζονται από το σύνολο των κρατών-μελών, δηλαδή σε όλη την έκταση της ενοποιημένης ευρωπαϊκής αγοράς. Μάλιστα, οι ίδιες εκτιμήσεις αναφέρουν ότι εκεί θα καταλήξει η σχετική συζήτηση, ακόμη κι αν τώρα δεν φαίνεται ξεκάθαρα, παρά σε μια εκ βάθρων αναμόρφωση της αγοράς» μας λέει ο Έλληνας αξιωματούχος της Κομισιόν.

Ρεύμα: Δίνει τα ρέστα της η κυβέρνηση στους καταναλωτές με τιμολόγια προ κρίσης

Το σχέδιο που επεξεργάζεται η Κομισιόν

Έναν χρόνο μετά την πρωτοφανή ενεργειακή κρίση που συγκλόνισε την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες θα παρουσιάσουν έστω και καθυστερημένα το σχέδιό τους για να αποτρέψουν τους καταναλωτές από το να αντιμετωπίσουν στο μέλλον τεράστιες διακυμάνσεις στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, αναφέρει το Bloomberg.

Ενώ ορισμένοι ηγέτες της ΕΕ υποσχέθηκαν μαζική αναμόρφωση, αυτό που είναι πιθανό να προκύψει δεν είναι τίποτα άλλο παρά ριζοσπαστικό. Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου έχουν υποχωρήσει σε ένα κλάσμα των επιπέδων ρεκόρ στο αποκορύφωμα της κρίσης το περασμένο καλοκαίρι, αφαιρώντας μέρος της πολιτικής πίεσης για βαθιά παρέμβαση.

Μετά από μήνες διαβουλεύσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόκειται να δημοσιεύσει την πρότασή της στις 14 Μαρτίου. Στόχος είναι να καταστεί η αγορά ενέργειας της περιοχής πιο ανθεκτική όταν λήξουν τα εργαλεία έκτακτης ανάγκης. Μεταξύ των κορυφαίων στόχων: θωράκιση των καταναλωτών από την εκτίναξη των τιμών, αποδυνάμωση της σύνδεσης μεταξύ ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και ώθηση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

“Η αγορά είναι πολύ περίπλοκη και δεν θέλετε να παρεμβαίνετε στην αγορά με βιαστικό τρόπο”, δήλωσε η Kάθριν Μακ Γκρέκορ, διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας κοινής ωφέλειας Engie, σε εκδήλωση την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο. “Πρέπει πραγματικά να βεβαιωθείτε ότι καταλαβαίνετε τις συνέπειες, διότι πρέπει να έχουμε μια αγορά που να λειτουργεί, που να λειτουργεί”.

Για δελτίο ενέργειας στην Ευρώπη τον χειμώνα προειδοποιεί ο πρόεδρος της ΙΕΑ

Οι σκληρές κόντρες μέσα στην ΕΕ και την κομισιόν

Η αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης βρίσκεται στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας και είναι ένα έργο γεμάτο προκλήσεις. Οι επικριτές μιας επιθετικής αναθεώρησης λένε ότι η υπερβολική παρέμβαση θα μπορούσε να διαταράξει τη ροή της ενέργειας σε ολόκληρη την περιοχή, να αποστραγγίσει τη ρευστότητα της αγοράς βραχυπρόθεσμα και ενδεχομένως να αποτρέψει την εξάπλωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Ο χρόνος είναι ζωτικής σημασίας για να τεθεί σε ισχύ οποιαδήποτε αλλαγή. Αφού παρουσιαστεί, το μέτρο θα χρειαστεί την υποστήριξη των εθνικών κυβερνήσεων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μια δυνητικά χρονοβόρα διαδικασία που θα περιλαμβάνει τροποποιήσεις. Η μεταρρύθμιση πρέπει να είναι αρκετά εύπεπτη ώστε να κερδίσει την έγκριση πριν από τις επόμενες εκλογές του κοινοβουλίου τον Μάιο του 2024 και το τέλος της θητείας της σημερινής επιτροπής αργότερα το ίδιο έτος.

Η ΕΕ προσπαθεί επί του παρόντος να ανταποκριθεί στις ανησυχίες ότι οι πράσινες βιομηχανίες θα μπορούσαν να μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ και την Κίνα, με την τιμή που πληρώνει η Ευρώπη για την ενέργειά της να αποτελεί κινητήριο παράγοντα. Οι τιμές αναφοράς για το φυσικό αέριο είναι επτά φορές υψηλότερες στην ήπειρο από ό,τι στις ΗΠΑ, ενώ οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας είναι τρεις φορές υψηλότερες από ό,τι στην Κίνα, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας.

Έκτακτη εισφορά στις βιομηχανίες πετρελαίου, φυσικού αερίου, άνθρακα και διυλιστηρίων, ύψους τουλάχιστον 33% των επιπλέον κερδών τους,

Τι ακριβώς είναι η «στοχευμένη μεταρρύθμιση»

Με περιορισμένα περιθώρια ελιγμών για τον ρυθμιστικό βραχίονα της ΕΕ, η μεταρρύθμιση θα επικεντρωθεί πιθανότατα σε εργαλεία που θα βοηθήσουν την περιοχή να αποκομίσει τα οφέλη των φθηνότερων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, όπως η επέκταση των συμβάσεων σταθερής τιμής.

Αυτό θα μπορούσε επίσης να επιταχύνει την ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας, σύμφωνα με τη φιλόδοξη ευρωπαϊκή στρατηγική για το κλίμα Green Deal, σύμφωνα με διπλωμάτες με γνώση του θέματος.

“Η Επιτροπή εργάζεται προς την κατεύθυνση μιας στοχευμένης μεταρρύθμισης του σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας”, δήλωσε στο Bloomberg News ο επίτροπος Ενέργειας της ΕΕ, Κάντρι Σίμσον. “Προτεραιότητα θα είναι η καλύτερη προστασία των καταναλωτών από την αστάθεια των τιμών και η παροχή της δυνατότητας να επωφεληθούν περισσότερο από την ανάπτυξη και το χαμηλό λειτουργικό κόστος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας”.

Σύμφωνα με τον τρέχοντα σχεδιασμό της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ, το φυσικό αέριο καθορίζει την τιμή για όλη την ενέργεια που πωλείται στην αγορά. Αυτό σημαίνει ότι οι καταναλωτές επωμίζονται το κύριο βάρος των περικοπών του ρωσικού εφοδιασμού της ηπείρου μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι λογαριασμοί τους δεν αντικατοπτρίζουν το αυξανόμενο μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας χαμηλού κόστους, όπως τα αιολικά πάρκα, που πωλούν με μεγάλα περιθώρια κέρδους.

Η ΕΕ δεν σκοπεύει να αλλάξει το μοντέλο οριακής τιμολόγησης – κάτι τέτοιο δεν θα είχε λάβει την έγκριση των εθνικών κυβερνήσεων.

Η Επιτροπή σχεδιάζει να αποδυναμώσει τον δεσμό μεταξύ φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας με την αυξημένη χρήση συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και των λεγόμενων Συμβάσεων Διαφοράς, όπου οι κυβερνήσεις μπορούν να εγγυηθούν στους επενδυτές μια σταθερή τιμή.

Η ΕΕ εξετάζει αν οι CfD θα πρέπει να καλύπτουν μόνο τη νέα δυναμικότητα χαμηλών εκπομπών άνθρακα ή και ορισμένους υφιστάμενους τύπους παραγωγής.

Τα συμβόλαια διαφοράς, εάν σχεδιαστούν κατάλληλα, θα μπορούσαν να περιορίσουν αποτελεσματικά τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας από καθαρές τεχνολογίες, σύμφωνα με τον Σβεν Κάιζερ, αξιωματούχο του Συμβουλίου Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας.

“Οι τιμές που είδαμε, ιδίως πέρυσι, είναι σαφώς επιβάρυνση για τους Ευρωπαίους πολίτες και την οικονομία”, δήλωσε. “Είναι απολύτως κατανοητό ότι κάτι πρέπει να γίνει – απλά είναι σημαντικό να γίνει όσο το δυνατόν πιο στοχευμένα”.

Διαβάστε περισσότερα