Με μπαράζ εξαγορών στην εκπνοή του χρόνου σφραγίζει η ΔΕΗ το 2022, επενδύοντας τόσο στην αγορά των συμβατικών καυσίμων και του ηλεκτρισμού όσο και στις τεχνολογίες των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.
Λίγα 24ωρα μετά την ανακοίνωση για την έναρξη αποκλειστικών διαπραγματεύσεων με την Enel Ρουμανίας για την εξαγορά μιας πλήρως καθετοποιημένης εταιρείας στην αγορά των Βαλκανίων, η ΔΕΗ έκανε το επόμενο αποφασιστικό βήμα αποκτώντας πλειοψηφικό πακέτο μετοχών στη νέα μονάδα φυσικού αερίου ισχύος 840 MW στην Αλεξανδρούπολη, σε συνεργασία με τη ΔΕΠΑ Εμπορίας και τον Ομιλο Κοπελούζου.
Τον ρυθμό των deals που φρέναραν η ενεργειακή κρίση και οι δυσκολίες της αγοράς ανατροφοδότησε η ΔΕΗ Ανανεώσιμες, που αποτελεί τον «πράσινο» πυλώνα της Επιχείρησης, με δύο σημαντικές εξαγορές που προσθέτουν στο χαρτοφυλάκιό της 210 MW στην αγορά της Ρουμανίας. Είχαν προηγηθεί η απόκτηση από την Piraeus Equity Partners έργων ΑΠΕ 46 MW και η συμφωνία με τη Volterra, πριν από μερικούς μήνες, για την εξαγορά χαρτοφυλακίου έργων αιολικής και ηλιακής ενέργειας συνολικής ισχύος 112 MW.
Οι κινήσεις στη Ρουμανία
Τρία χρόνια στο τιμόνι της ΔΕΗ και έναν χρόνο μετά την ολοκλήρωση της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, με την οποία χάραξε την πορεία της εξωστρεφούς πολιτικής της, φαίνεται ότι για τη διοίκηση Στάσση έφτασε η ώρα της εκπλήρωσης των στόχων.
Να αποκτήσει η ΔΕΗ τα χαρακτηριστικά μιας βιώσιμης επιχείρησης στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και να εξελιχθεί σε ισχυρό επενδυτή στην αγορά των Βαλκανίων που θα εκμεταλλευτεί τη γεωπολιτική συγκυρία και την ενεργειακή δίψα στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ και Κεντρικής Ευρώπης, η οποία απομακρύνεται σταδιακά από το φυσικό αέριο των ρωσικών αγωγών.
Αφετέρου η καινούρια μονάδα φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη, όπου η ΔΕΗ αποκτά το 51% του μετοχικού κεφαλαίου, και επιτρέπει στην Ελλάδα από εισαγωγέας ενέργειας να μετατραπεί σε εξαγωγέα, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της παραγόμενης ενέργειας θα εξάγεται σε χώρες όπως η Βουλγαρία, η Βόρεια Μακεδονία και η Σερβία.
Πώς υλοποιείται το «πράσινο» όραμα
Ενα σημαντικό πλεονέκτημα για τη διοίκηση Στάσση είναι ότι η Ρουμανία δεν είναι μια ξένη αγορά, αλλά μια αγορά που γνωρίζει από την καλή και την ανάποδη, έχοντας το τιμόνι της Εnel Ρουμανίας για τρία χρόνια αλλά και μια περιοχή με μεγάλη δυναμική στην ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Τον «πράσινο» διάδρομο μεταξύ Ελλάδας και Βαλκανίων θα ανοίξει η εξαγορά δύο φωτοβολταϊκών πάρκων στη Ρουμανία, ισχύος 210 MW, από τη Μυτιληναίος, που αναμένεται να τεθούν σε εμπορική λειτουργία κατά τη διάρκεια του 2024.
Το μεγαλύτερο από αυτά, δυναμικότητας 130 MW, θα είναι έτοιμο για κατασκευή στις αρχές του 2023, ενώ για τα υπόλοιπα 80 MW η κατασκευή θα ξεκινήσει το α’ τρίμηνο του έτους.
Με τα έργα αυτά και όσα αναπτύσσονται στην Ελλάδα, ο όμιλος αποκτά ένα γιγαντιαίο πλάνο ανάπτυξης ΑΠΕ που εξελίσσεται συνεχώς. Ηδη η εταιρεία έχει κατορθώσει τους τελευταίους μήνες να διαμορφώσει ένα χαρτοφυλάκιο έργων υπό ανάπτυξη που ξεπερνά τα 10 GW με ισχυρή παρουσία και στην αποθήκευση και με έργα δυναμικότητας άνω του 1 GW.
Στις ΑΠΕ αυτή την περίοδο βρίσκονται υπό κατασκευή μονάδες συνολικής ισχύος περίπου 490 MW, από τα οποία τα 409 MW είναι φωτοβολταϊκά, τα 73,5 MW αιολικά πάρκα και τα υπόλοιπα 5 μικρά υδροηλεκτρικά, μαζί με τα έργα που προωθούνται μέσω της συνεργασίας με την RWE Renewables.
Σήμερα η Επιχείρηση έχει σε λειτουργία μονάδες ΑΠΕ 280 MW και μέσα στο επόμενο εξάμηνο θα φτάσουν στα 569 MW. Σε εξέλιξη βρίσκεται ο διαγωνισμός για το μεγάλο φωτοβολταϊκό στο Αμύνταιο (210 MW), ενώ στην Πτολεμαΐδα (550 MW) πρόσφατα ανάδοχος ανακηρύχθηκε η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.
Με το κοινό σχήμα με την RWE Renewables το χαρτοφυλάκιο της ΔΕΗ φτάνει στα 5,9 GW, με τα περίπου 4 GW, δηλαδή το 80% του στόχου μέχρι το 2026, να είναι εξασφαλισμένα, αφού είτε έχουν όρους σύνδεσης είτε αναμένουν να τους λάβουν.
Διαβάστε ακόμη:
- Πανικός στην Lamda μετά την αποχώρηση της Eurobank από τη χρηματοδότηση του Ελληνικού
- Ποιος επιχειρηματίας πρώτου μεγέθους έχει τη χειρότερη φήμη σχετικά με τη συμπεριφορά του σε πρώην κορυφαία στελέχη του;
- Οι επεξηγήσεις της Attica Bank και οι δεσμεύσεις που έγιναν… «παραδοχές»
- Νίκη Λυμπεράκη: Δέχθηκα μεγάλο κόστος από τοξικές συνεργασίες