search

DOCUMENTS

Οι προβλέψεις, οι προσδοκίες και τα «αγκάθια» του προϋπολογισμού

Οι βασικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2023!

Οι προβλέψεις, οι προσδοκίες και τα «αγκάθια» του προϋπολογισμού

Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, καθώς αναμένεται να επιδεινωθούν, κυρίως λόγω του υψηλού πληθωρισμού ο οποίος περιορίζει το διαθέσιμο εισόδημα και την ιδιωτική κατανάλωση.

Την ίδια ώρα, η περιοριστική νομισματικής πολιτική παγκοσμίως αναμένεται να επιβαρύνει τις ανεπτυγμένες οικονομίες και να προκαλέσει επιδείνωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών για τις αναδυόμενες οικονομίες.

Μέσα σε αυτό το αβέβαιο διεθνές οικονομικό περιβάλλον, το οποίο περιγράφεται αναλυτικά στον Κρατικό Προύπολογισμό του 2023, καλείται να πορευτεί η ελληνική οικονομία, με τον σημαντικότερο κίνδυνο βραχυπρόθεσμα να προέρχεται από τις τιμές ενέργειας και τον πληθωρισμό και τις επιπτώσεις τους στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και στην κατανάλωση, στις επενδύσεις (μέσω της επιβάρυνσης του κόστους δανεισμού) και στις διεθνείς συναλλαγές της χώρας (τουρισμός, εμπόριο καυσίμων) λόγω του πληθωρισμού και της αύξησης του μεταφορικού κόστους.

Σύμφωνα λοιπόν με την ανάλυση του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, το ΑΕΠ της παγκόσμιας οικονομίας, εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, συνεχίζει να επιβραδύνεται με ασύμμετρες επιπτώσεις μεταξύ των οικονομιών και προβλέπεται να ανακάμψει από το 2024, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να αποκλιμακωθούν. Ειδικότερα, η οικονομία της ΕΕ βρίσκεται σε σημείο καμπής και οι προοπτικές της έχουν αποδυναμωθεί σημαντικά.

Εν μέσω υψηλής αβεβαιότητας, οι αυξημένες πιέσεις της ενέργειας, η διάβρωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, το ασθενέστερο εξωτερικό περιβάλλον και οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης αναμένεται να οδηγήσουν την ΕΕ και την Ευρωζώνη σε σημαντική επιβράδυνση. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ για την ΕΕ και την Ευρωζώνη εκτιμάται σε 3,3% και 3,2% αντίστοιχα το 2022 και προβλέπεται να διαμορφωθεί μόλις σε 0,3% το 2023 τόσο για την ΕΕ όσο και για την Ευρωζώνη έναντι 5,4% και 5,3% αντίστοιχα το 2021.

Καταρρέει η αγορά: Πάνω από 5 δισ. ευρώ τα νέα «φέσια» σε Εφορία και Ε

Παγκόσμια πληθωριστική κρίση

Την ίδια ώρα ο πληθωρισμός διεθνώς, από 4,7% το 2021 προβλέπεται σε 8,8% το 2022 και σε 6,5% το 2023 2, λόγω της αύξησης των τιμών τροφίμων και ενέργειας καθώς και των ανισορροπιών προσφοράς – ζήτησης και στη συνέχεια αναμένεται να διαμορφωθεί σε 4,1% το 2024.

Στις αναπτυγμένες οικονομίες, ο πληθωρισμός από 3,1% το 2021 προβλέπεται να ανέλθει σε 7,2% το 2022 και σε 4,4% το 2023 και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, από 5,9% το 2021 εκτιμάται να αυξηθεί σε 9,9% το 2022 και σε 8,1% το 2023. Οι παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την πορεία του πληθωρισμού διαφοροποιούνται μεταξύ των οικονομιών.

Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2023, οι πληθωριστικές πιέσεις στις ΗΠΑ έχουν μετριαστεί στον τομέα των αγαθών, ενώ έχουν ενταθεί στον τομέα των υπηρεσιών.

Στις υπόλοιπες προηγμένες οικονομίες οι πληθωριστικές πιέσεις παρέμειναν υψηλές, ωθούμενες από τις τιμές της ενέργειας και τη στενότητα των αγορών εργασίας παρά την επιβράδυνση της ζήτησης και την περιοριστική νομισματική πολιτική. Στις περισσότερες αναδυόμενες αγορές, όπου τα τρόφιμα και η ενέργεια επιδρούν σημαντικά στη διαμόρφωση του πληθωρισμού, οι αυξημένες τιμές εμπορευμάτων επιβαρύνονται και από την ισχυρή υποτίμηση των νομισμάτων έναντι του δολαρίου.

Degrowth: Μία επικίνδυνη ιδέα ή απάντηση στην κρίση;

Παγκόσμιοι οικονομικοί κίνδυνοι

Με βάση όλα τα παραπάνω, είναι λογικό οι προοπτικές της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής οικονομίας επισκιάζονται από σημαντικό αριθμό προκλήσεων και κινδύνων. Στους σημαντικότερους κινδύνους περιλαμβάνονται οι γεωπολιτικοί και κυρίως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση, οι αναδυόμενοι προστατευτισμοί, η κλιμάκωση του πληθωρισμού καθώς και οι επιλογές κατά την άσκηση νομισματικής πολιτικής.

Συγκεκριμένα, η άσκηση υπερβολικά αυστηρής νομισματικής πολιτικής θα έχει ως συνέπεια την πρόκληση ύφεσης, ενώ η άσκηση υπερβολικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής θα έχει ως συνέπεια τη διατήρηση υψηλού πληθωρισμού για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η περαιτέρω αυστηροποίηση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών θα επιφέρει χρηματοπιστωτικές δυσκολίες, κυρίως στις αναδυόμενες γορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Παράλληλα, παρά τον προσωρινό χαρακτήρα της ενίσχυσης του δολαρίου, βραχυπρόθεσμα δεν μπορεί να αποκλειστεί περαιτέρω ανατίμησή του. Άλλοι κίνδυνοι για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας συνδέονται με το ενδεχόμενο υποτροπής της υγειονομικής κρίσης, της επιδείνωσης του στεγαστικού τομέα στην Κίνα και της κατάτμησης της παγκόσμιας αγοράς σε σφαίρες επιρροής με αποτέλεσμα τον περιορισμό του εμπορίου, αλλά και την έλλειψη συντονισμού για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της επισιτιστικής και της κλιματικής κρίσης.

Εν κατακλείδι, όπως σημειώνεται στον προϋπολογισμό του 2023, οι προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία, λόγω των υφιστάμενων πολυεπίπεδων κρίσεων, περιβάλλονται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μεσοπρόθεσμα. Και φυσικά όλα αυτά επιδρούν αρνητικά στις προοπτικές και της ελληνικής οικονομίας, με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να προβληματίζεται ιδιαίτερα για τις ευρύτερες παρενέργειες της πληθωριστικής κρίσης.

Η μεγάλη επιστροφή της οικονομίας: Αύξηση του ΑΕΠ +10% το Β´ τρίμηνο!

Η θέση της ελληνικής οικονομίας

Αναλυτικότερα, το 2023 η ενεργειακή κρίση και οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία θα συνεχίσουν αναπόφευκτα να επιδρούν στην ελληνική οικονομία τόσο μέσω των καναλιών του πληθωρισμού και της αβεβαιότητας, όσο και μέσω της επιβράδυνσης της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη οριακά πάνω από το επίπεδο της στασιμότητας.

Την ίδια στιγμή, ο βαθμός μετακύλισης του ενεργειακού κόστους σε αγαθά και υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στον πυρήνα του πληθωρισμού βαίνει αυξανόμενος τους τελευταίους μήνες, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία σε Ελλάδα και Ευρωζώνη.

Αυτό, όπως σημειώνεται στον προϋπολογισμό του 2023, καθιστά πρόδηλο ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα συνεχίσουν να επηρεάζουν τις βραχυπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές και το 2023, με ένταση που αναμένεται να εξομαλυνθεί αργότερα απ’ ό,τι είχε αρχικά εκτιμηθεί.

Παρόλα αυτά η ελληνική οικονομία, έχοντας το 2022 σχεδόν ανακτήσει τις απώλειες λόγω της πανδημίας για τις βασικές οικονομικές μεταβλητές από την πλευρά της παραγωγής, της ζήτησης και του εισοδήματος, προβλέπεται να συνεχίσει σε τροχιά ανάπτυξης το 2023, με ρυθμό που αντανακλά μεγαλύτερη ανθεκτικότητα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης απέναντι στην ενεργειακή κρίση.

Ο αντίκτυπος της κρίσης πληθωρισμού στο ελληνικό ΑΕΠ προβλέπεται διαχειρίσιμος αν συνυπολογιστούν κάποια σημαντικά δεδομένα, όπως είναι η κατάταξη της Ελλάδας στις πρώτες θέσεις της ΕΕ όσον αφορά την κατανομή, εκταμίευση και απορρόφηση πόρων του ΤΑΑ, η συνεχιζόμενη ισχυρή στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών από την ελληνική κυβέρνηση έναντι της ενεργειακής ακρίβειας, τα νέα μόνιμα αναπτυξιακά μέτρα από το 2023 και η προϋπάρχουσα της ενεργειακής κρίσης εύρωστη δυναμική της εγχώριας και εξωτερικής ζήτησης.

Την ίδια στιγμή το 2023 είναι το πρώτο έτος κατά το οποίο η ελληνική οικονομία θα λειτουργήσει εκτός της στενής δημοσιονομικής επιτήρησης που ξεκίνησε το 2010 με το πρώτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής. Το γεγονός αυτό δίνει σήμα αναβάθμισης των οικονομικών προοπτικών της χώρας αποτελώντας μοχλό προσέλκυσης επενδύσεων και φέρνοντας τη χώρα πιο κοντά στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, δεδομένου, μεταξύ άλλων, του χαμηλού κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, του σημαντικού ταμειακού αποθέματος ασφαλείας, αλλά και των συνετών δημοσιονομικών πολιτικών.

Στο πλαίσιο αυτό, το 2023 ο δημοσιονομικός σχεδιασμός αναμένεται να κινηθεί σε συγκριτικά στενότερα περιθώρια έναντι της μεγάλης δημοσιονομικής επέκτασης που ακολουθήθηκε για τις κρίσεις της πανδημίας και της ενέργειας την περίοδο 2020 – 2022. Ωστόσο, η δημοσιονομική πολιτική, που στήριξε την ανάκαμψη σχήματος «V» της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να φέρει μακροοικονομικά οφέλη και στο 2023.

Οι αυτόματοι σταθεροποιητές της ελληνικής οικονομίας, που στην παρούσα συγκυρία δρουν προς αποφυγή μιας μεγάλης επιβράδυνσης της ανάπτυξης, ενισχύονται από το 2023 με τα νέα μέτρα ελάφρυνσης των νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Προϋπολογισμός: Πως θα «τρέξει» η ελληνική οικονομία το 2020

Τα δημοσιονομικά δεδομένα

Στο πλαίσιο αυτό, τα δημοσιονομικά μεγέθη του έτους 2023 ενσωματώνουν μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης ως απόρροια της συνεχιζόμενης εξέλιξης του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς και όλα τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν στην ΔΕΘ. Βασική προτεραιότητα στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής αποτελεί η αντιμετώπιση των συνεπειών που επέφερε η ενεργειακή κρίση στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις.

Για τον σκοπό αυτό, προωθούνται όλες οι απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να καλυφθεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος από τις ανατιμήσεις στην ηλεκτρική ενέργεια, στα καύσιμα και στα λοιπά προϊόντα, εξασφαλίζοντας παράλληλα την αποφυγή δημοσιονομικού εκτροχιασμού της ελληνικής οικονομίας.

Επιπλέον προωθούνται δράσεις για τη μείωση του κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, όπως π.χ. η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάνελ. Παράλληλα με την εφαρμογή παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των ανατιμήσεων στην ενέργεια, λαμβάνονται νέα μέτρα, με σκοπό την αύξηση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και των συνταξιούχων, με τα κυριότερα από αυτά να έχουν μόνιμο χαρακτήρα.

Ωστόσο, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αναγνωρίζει ότι, οι κίνδυνοι που περιβάλλουν την πρόβλεψη για το 2023 παραμένουν αυξημένοι, συνδεόμενοι κατά κύριο λόγο με τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία (διάρκεια πολέμου, βαθμός έντασης των κυρώσεων, συνθήκες εφοδιασμού της Ευρώπης με φυσικό αέριο). Μάλιστα, η αβεβαιότητα γύρω από τις ευρύτερες γεωπολιτικές εξελίξεις αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα που δυσχεραίνει τη διενέργεια ασφαλών μακροοικονομικών προβλέψεων, τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.

 

Οι παρεμβάσεις αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης

Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2023, οι πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία οδήγησαν σε πρωτόγνωρη ενεργειακή κρίση και ραγδαία αύξηση των τιμών της ενέργειας στην ΕΕ και κατά συνέπεια και στη χώρα μας. Οι παρεμβάσεις που θεσμοθετήθηκαν για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων είχαν ως κύριο στόχο να απορροφήσουν μεγάλο μέρος των ανατιμήσεων της ενέργειας. Το δημοσιονομικό κόστος των ανωτέρω παρεμβάσεων για το 2022 εκτιμάται στα 4,8 δισ. ευρώ, το οποίο αναλύεται ειδικότερα σε:

• 102 εκατ. ευρώ μείωση των εσόδων της Γενικής Κυβέρνησης,
• 10,6 δισ. ευρώ αύξηση δαπανών Γενικής Κυβέρνησης. Εκ του συνόλου των παρεμβάσεων δαπανών ποσό ύψους 8,1 δισ. ευρώ καλύπτεται μέσω του ΤΕΜ, ποσό ύψους 2,5 δισ. ευρώ καλύπτεται απευθείας από τον τακτικό προϋπολογισμό, ενώ ποσό ύψους 12 εκατ. ευρώ χρηματοδοτείται από το ΠΔΕ.

Το μεγαλύτερο μέρος (5,9 δισ. ευρώ) των δαπανών που θα χρηματοδοτηθούν από το ΤΕΜ θα καλυφθούν από έσοδα του Ταμείου, που προέρχονται κυρίως από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, από την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και από την αγορά χονδρικής πώλησης παραγωγής ενέργειας.

Το 2023 προκειμένου να καλυφθούν οι δαπάνες από την εφαρμογή μέτρων για την αντιμετώπιση του αυξημένου πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης, πέραν των πιστώσεων που έχουν προβλεφθεί για το επίδομα θέρμανσης (250 εκατ. ευρώ), προβλέπονται επιπλέον πιστώσεις ύψους 1 δισ. ευρώ υπό κατανομή, πρωτίστως για την επιδότηση λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος, αναλόγως της εξέλιξης των τιμών της ενέργειας και την αντιμετώπιση των αυξημένων ενεργειακών δαπανών των φορέων Γενικής Κυβέρνησης.

Επιπλέον, εκτός από τις προαναφερθείσες παρεμβάσεις με σκοπό την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, συνεχίστηκε η εφαρμογή παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας Covid19. Το κόστος αυτών των παρεμβάσεων για το έτος 2022 είναι σαφώς μειωμένο σε σχέση με τα δύο προηγούμενα έτη, κυρίως λόγω της μείωσης των συνεπειών της πανδημίας, ωστόσο είναι σημαντικό. Το συνολικό δημοσιονομικό κόστος των παρεμβάσεων για το 2022 ανέρχεται σε 4,4 δισ. ευρώ. Από το σύνολο των παρεμβάσεων αυτών τα 1,7 δισ. ευρώ καλύπτονται από τον τακτικό προϋπολογισμό και ποσό ύψους 518 εκατ. ευρώ χρηματοδοτείται από το ΠΔΕ.

Επισημαίνεται ότι η υλοποίηση των περισσότερων παρεμβάσεων είχε ξεκινήσει κατά τα δύο πρώτα έτη εμφάνισης της πανδημίας, ωστόσο κρίθηκε σκόπιμη η επέκτασή τους και το 2022. Για το 2023, πέραν την μόνιμης πλέον υιοθέτησης της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και της εισφοράς αλληλεγγύης, έχουν προβλεφθεί επιπλέον πιστώσεις 180 εκατ. ευρώ για την κάλυψη του μισθολογικού κόστους του έκτακτου υγειονομικού προσωπικού, ενώ το μέρος των δαπανών του συστήματος υγείας που έχει παγιωθεί, έχει μεταφερθεί στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας, των Νοσοκομείων και του ΕΟΠΥΥ.

Επιπρόσθετα, το 2022 θεσπίστηκαν στοχευμένες παρεμβάσεις για την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και τη στήριξη των οικογενειακών προϋπολογισμών που πλήττονται από τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις. Το συνολικό κόστος αυτών εκτιμάται σε 301 εκατ. ευρώ για το 2022 και σε 4,2 δισ. ευρώ για το 2023 .

Από το σύνολο των παρεμβάσεων έτους 2022, τα 262 εκατ. ευρώ χρηματοδοτούνται από το ΠΔΕ, ενώ τα 39 εκατ. ευρώ καλύπτονται από τον τακτικό προϋπολογισμό. Αντίστοιχα, το 2023 τα 1,1 δισ. ευρώ θα χρηματοδοτηθούν από το ΠΔΕ, τα 696 εκατ. ευρώ αποτελούν δαπάνη του τακτικού προϋπολογισμού και τα 2,4 δισ. ευρώ αποτελούν απώλεια εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού.

Οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις φορολογικού και ασφαλιστικού χαρακτήρα για το 2023 αφορούν:
• στη μόνιμη κατάργηση της καταβολής της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στους υπαλλήλους του δημοσίου, στους συνταξιούχους και στον ιδιωτικό τομέα από το 2023 με σκοπό την αύξηση του πραγματικού εισοδήματός τους (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 1,24 δισ. ευρώ),
• στη διατήρηση σε μόνιμη βάση της μείωσης κατά τρείς ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 871 εκατ. ευρώ),
• στη συνέχιση και εντός του 2023 της μείωσης του συντελεστή ΦΠΑ σε υπηρεσίες μεταφοράς προσώπων, σε υπηρεσίες διάθεσης μη αλκοολούχων ποτών και ροφημάτων, στα εισιτήρια κινηματογράφων, θεατρικών παραστάσεων και συναυλιών, στα γυμναστήρια και τις σχολές χορού και στο τουριστικό πακέτο (δημοσιονομικό κόστος 246 εκατ. ευρώ) και
• στην αναστολή του ΦΠΑ για νέες οικοδομές έως το τέλος του 2024 (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 18 εκατ. ευρώ).

Διαβάστε ακόμη: