Η τεταμένη κατάσταση που επικρατεί λόγω του πολέμου στην Ουκρανία προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί άνοδο των τιμών στο πετρέλαιο.
Ενδεικτικά, αξίζει να αναφερθεί πως τον Μάρτιο, η τιμή του μαύρου χρυσού αυξήθηκε κατά περίπου 20%. Αυτό το άλμα θα διατηρήσει τις τιμές καταναλωτή 1,5% υψηλότερες για περισσότερα από δύο χρόνια – ακόμα και αν οι τιμές του πετρελαίου πέσουν ξανά γρήγορα.
Αυτό δείχνει μελέτη του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW). Πιο συγκεκριμένα, οι ερευνητές Malte Rieth και Lukas Menkhoff χρησιμοποίησαν ένα μοντέλο που βασίζεται στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των τιμών του πετρελαίου και του πληθωρισμού τα τελευταία 30 χρόνια.
Το συμπέρασμα που εξάγεται είναι πως οι αγορές υπό τον φόβο ακόμη υψηλότερων τιμών ή ελλείψεων παραδόσεων είναι επί του παρόντος η κινητήρια δύναμη του πληθωρισμού.
Λόγω του σοκ στις τιμές του πετρελαίου τον Μάρτιο, οι τιμές παραγωγού είναι κατά 6% υψηλότερες τους τελευταίους έξι μήνες. Η άνοδος στις τιμές του πετρελαίου ενισχύουν έτσι το ήδη πρωτοφανές ράλι στις τιμές παραγωγού.
Οι τιμές που λαμβάνουν οι κατασκευαστές για τα προϊόντα τους αυξήθηκαν κατά 31,4% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα πέρυσι, όπως ανακοίνωσε η στατιστική υπηρεσία της Eurostat την Τετάρτη – αυτό είναι το υψηλότερο ποσοστό από την εισαγωγή του ευρώ πριν από περισσότερες από δύο δεκαετίες. Οι τιμές της ενέργειας αυξήθηκαν ιδιαίτερα απότομα, (+87,2% περισσότερο από πέρυσι).
Μείωση σε έξι μήνες
Σύμφωνα με τη μελέτη DIW, οι τιμές παραγωγού θα αρχίσουν να μειώνονται ξανά μετά από έξι μήνες. Οι τιμές καταναλωτή, όμως, είναι διαφορετικές: δεν επηρεάζονται τόσο πολύ, αλλά επηρεάζονται για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Ο λόγος; Το πετρέλαιο είναι η πηγή πολλών αλυσίδων αξίας.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, χρειάζεται χρόνος για να φτάσει το σοκ τιμών στους καταναλωτές.
Από την άλλη, οι καταναλωτές το αισθάνονται σε γενικές γραμμές, όχι μόνο στις υψηλότερες τιμές καυσίμων, αλλά και μέσω του μετακυλιόμενου κόστους σε πολλά άλλα αγαθά, τα οποία χρειάζονται πετρέλαιο για να παραχθούν.
Επιπλέον, η μελέτη δείχνει μόνο την άμεση συνέπεια της ανόδου των τιμών του πετρελαίου.
Από αυτό μπορούν να προκύψουν περαιτέρω πληθωριστικές επιπτώσεις. Ο ερευνητής του DIW Rieth αναφέρει μια σπείρα μισθού-τιμής ως παράδειγμα.
Η ΕΚΤ μπορεί να επηρεάσει τις τιμές της ενέργειας
Με βάση την εμπειρία των τελευταίων 30 ετών, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θεωρητικά θα ανταποκρινόταν στον πληθωρισμό αυξάνοντας το βασικό επιτόκιο.
Αν οι κεντρικές τράπεζες ενεργούσαν όπως στα προηγούμενα σοκ, θα αύξαναν το βασικό επιτόκιο από μηδέν σε 1% μέσα σε ένα χρόνο.
Σε αντίθεση με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ή την Τράπεζα της Αγγλίας, η ΕΚΤ εξακολουθεί να διατηρεί ανοιχτή αυτή την απόφαση. Οι πολέμιοι των αυξήσεων των επιτοκίων το δικαιολογούν λέγοντας ότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να επηρεάσει τις πληθωριστικές τιμές στην Ενέργεια με τις αποφάσεις της.
Μια άλλη μελέτη ωστόσο του DIW καταλήγει σε διαφορετικό συμπέρασμα: μια αύξηση των επιτοκίων θα μπορούσε να μειώσει τις τιμές ενέργειας έως και κατά 4%.
Με την αύξηση των επιτοκίων, το ευρώ θα ανατιμηθεί, γεγονός που θα μείωνε τις τιμές των προϊόντων πετρελαίου που αποτιμώνται σε δολάρια. Ωστόσο, ένα τέτοιο μέτρο θα οδηγήσει σε υψηλότερη ανεργία.
Ο πληθωριστικός αντίκτυπος του εμπάργκο πετρελαίου είναι αμφίβολος
Οι υπολογισμοί θα μπορούσαν να αποκτήσουν μια εντελώς νέα σημασία εάν η ΕΕ αποφάσιζε να σταματήσει να προμηθεύεται ρωσικό πετρέλαιο.
Η επικεφαλής της Κομισιόν Ursula von der Leyen ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι προετοιμάζει κυρώσεις κατά των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου. Μέχρι στιγμής, η Ευρώπη έχει καλύψει το ένα τέταρτο των αναγκών της από τη Ρωσία.
Ορισμένοι παρατηρητές θεωρούν πιθανές νέες αυξήσεις. Σύμφωνα με τον ερευνητή του DIW, Rieth, ωστόσο, αυτό είναι ασαφές. «Είναι κατανοητό ότι το αποτέλεσμα θα είναι περιορισμένο επειδή οι άλλοι προμηθευτές πετρελαίου θα εξακολουθούσαν να είναι ανταγωνιστικοί χωρίς τη Ρωσία», λέει.
Ταυτόχρονα, υποπτεύεται μόνο περιορισμένο αντίκτυπο ενός εμπάργκο στη Ρωσία. «Οι τιμές του πετρελαίου θα συνεχίσουν να διαμορφώνονται στις παγκόσμιες αγορές. Εάν η Ρωσία βρει άλλους αγοραστές, δύσκολα θα ζημιωθεί από ένα εμπάργκο», εξηγεί ο Rieth.
Από την άλλη πλευρά, ένα εμπάργκο κάνει τη Ρωσία πιο ανεξάρτητη και δημιουργεί περιθώρια σε άλλους τομείς για να αντιδράσει στον πόλεμο.
Ωστόσο, δεν είναι σαφές εάν η Ρωσία θα βρει άλλους αγοραστές τόσο εύκολα. «Τα ρωσικά κοιτάσματα πετρελαίου στα δυτικά της χώρας δεν συνδέονται επαρκώς με τις αγορές στα ανατολικά», λέει η Simone Tagliapietra της δεξαμενής σκέψης των Βρυξελλών Bruegel. Οι Ρώσοι θα έπρεπε επομένως να βρουν τάνκερ, «αυτό θα μπορούσε να είναι δύσκολο».