Η ελληνική οικονομία δεν βρίσκεται σίγουρα στην καλύτερη δυνατή στιγμή της, καθώς υποφέρει από τον υψηλό πληθωρισμό, την ακρίβεια και τα υψηλά επιτόκια.

Αλλά, καθόλου δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η προσπάθεια που καταβάλλεται και η οποία αποδίδει καρπούς, όσο και αν αυτό το γεγονός σκιάζεται πολλές φορές από τις δυσκολίες χιλιάδων νοικοκυριών, μικρών επιχειρήσεων και φυσικά δανειοληπτών.

Έχουμε δηλαδή με απλά λόγια το φαινόμενο να ευημερούν οι αριθμοί, αλλά όχι και όλοι οι πολίτες.

Για να δούμε, όμως, τι προ-βλέπει η Κομισιόν για την Ελλάδα για τα έτη 2023, 2024 και 2025.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λοιπόν, στις φθινοπωρινές οικονομικές της προβλέψεις για την Ελλάδα, που δημοσιοποίησε χθες, εκτιμά ότι η ανάπτυξη της εφέτος θα καταγράψει το 2,4%, το 2024 θα έχει μικρή μείωση στο 2,3% και το 2025 θα βρεθεί στο 2,2%, πάντα όμως πάνω από τον μέσο όρο και της ευρωζώνης και της Ε.Ε. συνολικά.

Και στηρίζει αυτές τις προβλέψεις της τόσο στα οφέλη από την απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, όσο και στην “ανθεκτική” αγορά εργασίας.

Η Κομισιόν περιμένει επίσης πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ για φέτος, 2,5% για το 2024 και 2,6% για το 2025.

Για τον πληθωρισμό εκτιμά ότι, ειδικά ο ονομαστικός, θα διαμορφωθεί στο 4,3% το 2023 και να μετριαστεί σε περίπου 2,1% ως το 2025.

Βέβαια, όπως συμβαίνει πάντα, οι δημοσιονομικές προβλέψεις για κάθε χώρα υπόκεινται σε κινδύνους.

Όσον αφορά στη χώρα μας, επισημαίνεται με έμφαση ότι οι αρνητικοί κίνδυνοι πηγάζουν από εκκρεμείς νομικές υποθέσεις, κυρίως τις δικαστικές υποθέσεις κατά της Εταιρείας Δημόσιας Περιουσίας (ΕΤΑΔ), πράγμα που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τη νέα διοίκησή της.

Για να έρθουμε τώρα στα προκαταρκτικά στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που αναφέρονται στο δεκάμηνο διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου, σύμφωνα με τα οποία καταγράφεται εκρηκτική υπέρβαση του πρωτογενούς πλεονάσματος στα 6,08 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 867 εκατ. ευρώ κρατικά έσοδα έναντι του στόχου και αυτό χωρίς να έχουν εισπραχθεί το τίμημα της Εγνατίας Οδού ύψους 1.496 εκατ. ευρώ, και η τρίτη δόση των 1,718 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης , μειωμένες οι κρατικές δαπάνες στο δεκάμηνο.

Τα δε φορολογικά έσοδα ήταν αυξημένα κατά 2,5 δισ. ευρώ.

Συμπεράσματα πολλά. Πρώτον, ευχέρεια της κυβέρνησης για νέες ενισχύσεις των χαμηλών κυρίως εισοδημάτων.

Δεύτερον, αν δεν βελτιωθούν δραστικά τα προβλεπόμενα στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο, τότε θα καταλήξουμε σε ότι αναγκάστηκε να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ επί διακυβέρνησής του, χαντακώνοντας τους μικρομεσαίους, για να αφήσει το περίφημο μαξιλάρι των 37 δισ., ενώ η συμφωνία με τους θεσμούς ήταν στα 17 δισ. ευρώ. Μαθήματα, για να μην έχουμε νέα παθήματα μελλοντικά…

Διαβάστε ακόμη: