Οχτώ περίπου χρόνια μετά την επιστροφή της Μαίρης Χατζάκου στο τιμόνι της ΜΕΒΓΑΛ, εκεί όπου είχε επιστρέψει το 2016 ύστερα από 10 χρόνια απουσίας, απουσία, όχι ηθελημένη αλλά λόγω της αποπομπής της το 2006 από τη διοίκηση της εταιρείας, η βορειοελλαδίτικη γαλακτοβιομηχανία φαίνεται ότι έχει επανέλθει πλήρως.

Ο τζίρος της ΜΕΒΓΑΛ το 2023 έκλεισε σε περίπου 185 εκατ. ευρώ, στο υψηλότερο σημείο από το 2006 όταν κορυφώθηκαν οι έριδες μεταξύ των μετόχων της ΜΕΒΓΑΛ και αυξημένος κατά 20% περίπου σε σύγκριση με το 2022.

Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι το βράδυ της Τρίτης απονεμήθηκε στην κυρία Μαίρη Χατζάκου, πρόεδρο της εταιρείας που πριν από 74 χρόνια ίδρυσε ο πατέρας της Κωνσταντίνος, το Βραβείο Επιχειρηματικής Ανθεκτικότητας στο πλαίσιο του διαγωνισμού της ΕΥ για τον «Επιχειρηματία της χρονιάς 2023».

Και όπως η ίδια αποκάλυψε ο συνεταίρος της και φίλος της από τα παλιά κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος της είπε ότι δεν υπήρχε αυτή η κατηγορία βραβείου για να του απαντήσει η κυρία Χατζάκου: «Για μένα το βγάλανε!».

Στο πλαίσιο αυτής της «ολικής επαναφοράς» η ΜΕΒΓΑΛ ολοκλήρωσε πρόσφατα τη μεγάλη επένδυση σε νέες γραμμές παραγωγής φέτας και λευκών τυριών, στο εργοστάσιό της στα Κουφάλια, επένδυση ύψους άνω των 20 εκατ. ευρώ.

Οι νέες αυτές εγκαταστάσεις τίθενται σε λειτουργία για πρώτη φορά αύριο, Σάββατο, και θα αποτελέσουν βασικό όχημα για την περαιτέρω αύξηση των εξαγωγών της εταιρείας, εξαγωγές κατά βάση της φέτας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΜΕΒΓΑΛ, η πρώτη εταιρεία που κυκλοφόρησε στην αγορά τυποποιημένη φέτα, εξάγει τα προϊόντα της σε 34 χώρες με το 38% του τζίρου της να προέρχεται από τις πωλήσεις εκτός Ελλάδας.

Μάλιστα, η κυρία Χατζάκου χθες, κατά τη συνέντευξη Τύπου της ΕΥ με την παρουσίαση των φετινών νικητών του διαγωνισμού, στάθηκε ιδιαιτέρως στο θέμα της φέτας, με αφορμή και τα διάφορα κρούσματα νοθείας, εκφράζοντας την ευχή η Ελλάδα να τιμά τη φέτα και άλλα εθνικά προϊόντα, όπως το ελαιόλαδο και το ούζο, καθώς αυτά αποτελούν «περιουσία της χώρας».

Το νέο κεφάλαιο για την ΜΕΒΓΑΛ, κεφάλαιο σταθερότητας που ξεκίνησε το 2021, όταν η οικογένεια Χατζάκου έγινε ξανά κυρίαρχη στην εταιρεία αποκτώντας περίπου το 65% αυτής και με νέο «συμπαίκτη» τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο που απέκτησε το 21,6%, περιλαμβάνει και συνέργειες με τις εταιρείες του τελευταίου.

Μία από τις πρώτες αφορά σε συνεργασία με την ΙΟΝ για την προμήθεια σοκολάτας από την τελευταία για τα επιδόρπια γιαουρτιού που παρασκευάζει η ΜΕΒΓΑΛ.

Η ΜΕΒΓΑΛ ιδρύθηκε το 1950 από τον Κωνσταντίνο Χατζάκο. Ως έμπνευση είχε τη μητέρα του και γιαγιά της σημερινής προέδρου της εταιρείας, η οποία πρόσφυγας από την Ανατολική Ρωμυλία λειτουργούσε μόνη της γαλακτοπωλείο που παρασκεύαζε γιαούρτι και ρυζόγαλο. Το διάστημα 2001-2006 η κυρία Χατζάκου είχε τα ηνία της επιχείρησης, ωστόσο οι έριδες μεταξύ των μετόχων, οδήγησαν στην έξοδό της από την εταιρεία, καθώς συνασπίστηκαν εναντίον της οι οικογένειες Χατζηθεοδώρου και Συμεωνίδη.

Την ίδια περίοδο η εταιρεία είχε στιγματιστεί και από την εμπλοκή της και τον ειδικό ρόλο στο «καρτέλ του γάλακτος». Τα χρόνια που ακολούθησαν η εταιρεία είχε φθίνουσα πορεία και τα χρέη της αυξάνονταν με την τότε διοίκηση υπό τον Πέτρο Παπαδάκη να εκχωρεί τα εμπορικά σήματα στο fund Bartons για να λάβει δάνειο για τη μισθοδοσία του προσωπικού. Η Μαίρη Χατζάκου επανήλθε το 2016 και ένα χρόνο αργότερα υπέγραψε συμφωνία αναδιάρθρωσης του δανεισμού με τις τράπεζες.

Διαβάστε ακόμη: