Η J.P. Morgan διατηρεί τη σύσταση υπεραπόδοσης για τη ΔΕΗ (overweight) με τιμή στόχο τα 15 ευρώ, με αφορμή τις χθεσινές ανακοινώσεις για το πρόστιμο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Η αναλύτρια του οίκου, Anna Antonova, εξετάζοντας τις προηγούμενες έρευνες των αρχών ανταγωνισμού της Κομισιόν συμπεραίνει ότι η χθεσινή πτώση της τιμής στο ΧΑ προεξόφλησε την όποια τυχόν ζημιά υποστεί η ΔΕΗ στα μελλοντικά της αποτελέσματα.

Από την έρευνά της προκύπτει πως τα ιστορικά προηγούμενα δείχνουν ότι το μέγιστο πρόστιμο της τάξεως του 9% με 10% των εσόδων επιβλήθηκε μόλις στο 5% με 6% των υποθέσεων.

Πρόστιμο της τάξεως του 1% έως 8,99% των εσόδων επιβλήθηκε στο 1/3 περίπου των περιπτώσεων και στην πλειονότητα (άνω του 55%) των περιπτώσεων το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε ήταν κάτω από 1,0% του συνολικού κύκλου εργασιών.

«Οι μετοχές της ΔΕΗ έκλεισαν χθες με πτώση περίπου 4%, με απώλεια κεφαλαιοποίησης 184 εκατ. ευρώ περίπου που ισοδυναμεί με περίπου το 2,3% έως 3% του μέσου όρου των προβλέψεων των αναλυτών για τα έσοδα του 2023 και 2024 της εταιρείας.

Έτσι, σε αυτό το στάδιο φαίνεται ότι η αγορά έχει ήδη ουσιαστικά τιμολογήσει το πιο πιθανό φάσμα σεναρίων, για ένα πιθανό ποσό προστίμου. Κατόπιν τούτου, πιστεύουμε ότι μπορεί να υπάρχουν, τόσο ανοδικά, όσο και καθοδικά στοιχεία και κίνδυνοι για τον τελικό αριθμό (εάν επιβληθεί) και, καθώς οι ρυθμιστικοί κίνδυνοι έχουν σαφώς κλιμακωθεί, εμείς θα παρακολουθούμε στενά τις μελλοντικές εξελίξεις», εξηγεί η Antonova.

Αναφορικά με τα επόμενα βήματα, η JPM επισημαίνει ότι η κοινοποίηση αιτιάσεων αποτελεί επίσημο βήμα στις έρευνες της Επιτροπής για ύποπτες παραβιάσεις των αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ, αλλά δεν προδικάζει την έκβαση μιας έρευνας.

Η Επιτροπή ενημερώνει εγγράφως τα ενδιαφερόμενα μέρη για τις αιτιάσεις που διατυπώνονται εναντίον τους και τα μέρη μπορούν στη συνέχεια να εξετάσουν τα έγγραφα που βρίσκονται στο αρχείο της Επιτροπής και απαντούν γραπτώς ενώ μπορούν να ζητήσουν και προφορική ακρόαση για να εκθέσουν τις απόψεις τους σχετικά με την υπόθεση ενώπιον των εκπροσώπων της Επιτροπής και των εθνικών αρχών ανταγωνισμού.

Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα, αφού τα μέρη έχουν ασκήσει τα δικαιώματα υπεράσπισής τους, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για παράβαση, μπορεί να εκδώσει απόφαση, να απαγορεύσει τη συμπεριφορά και να επιβάλει πρόστιμο έως και 10% των ετήσιων εσόδων της εταιρείας.

Δεν υπάρχει νομική προθεσμία για την Επιτροπή να ολοκληρώσει τις αντιμονοπωλιακές έρευνες για αντι-ανταγωνιστική συμπεριφορά.

Η διάρκεια μιας αντιμονοπωλιακής έρευνας εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, τον βαθμό στον οποίο οι ενδιαφερόμενες εταιρείες συνεργάζονται με την Επιτροπή και την άσκηση των δικαιωμάτων της υπεράσπισης, καταλήγει η Antonova.

Διαβάστε ακόμη: