Το “μπαράζ” των θετικών ειδήσεων για την ελληνική οικονομία που παρατηρείται τις τελευταίες μέρες συνεχίστηκε με την έκθεση των ευρωπαϊκών θεσμών για την 11η μεταμνημονιακή αξιολόγηση, η οποία, σημειωτέον, ολοκληρώθηκε σε χρόνο ρεκόρ.

Του Σπύρου Σταθάκη

Η έκθεση επιβεβαιώνει την καλή πορεία της οικονομίας, αλλά και την πρόοδο σε μια σειρά κρίσιμων μεταρρυθμίσεων, παρά τις δύσκολες συνθήκες που προκλήθηκαν από την πανδημία του κορωνοϊού.

Όπως σημείωσε σε σχετική ανακοίνωση και ο υπουργός Οικονομικών, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διαπιστώνει ότι η οικονομία εμφανίζει σημάδια ανάκαμψης ταχύτερα του αναμενομένου, παρόλο που η επανέναρξη της οικονομικής δραστηριότητας έγινε αργότερα απ’ ό,τι είχε προβλεφθεί κατά την προηγούμενη Έκθεση Αξιολόγησης.

Μάλιστα, κάνει ειδικές αναφορές στην αποτελεσματικότητα των μέτρων στήριξης της απασχόλησης και τόνωσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων, καθώς και στα μέτρα ανακούφισης και ενίσχυσης των πληγέντων από τις πρόσφατες μεγάλες πυρκαγιές.

Παράλληλα, η Κομισιόν αναγνωρίζει ότι η κυβέρνηση συνέχισε, με καλό ρυθμό, την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων σε μια σειρά από τομείς, όπως: οι αποκρατικοποιήσεις, όπου επικροτεί τη σημαντική πρόοδο στο έργο του Ελληνικού, στην Εγνατία Οδό και στη ΔΕΠΑ Υποδομών, η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τη Φορολογική Διοίκηση, η βελτίωση του επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος και η Ψηφιακή Διακυβέρνηση.

Παράλληλα, αναδεικνύει τον κομβικό ρόλο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0”, ώστε να βγει η χώρα μας από την υγειονομική κρίση πιο δυνατή και να αυξηθούν οι ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις.

Σύμφωνα με το ΥΠ.ΟΙΚ., η Κομισιόν ότι η επίπτωση της πανδημίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα είναι περιορισμένη, χάρη στα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση, με “αιχμή” την παράταση του προγράμματος “Ηρακλής”, τον νόμο για τη ρύθμιση οφειλών και την παροχή 2ης ευκαιρίας και τα προγράμματα “Γέφυρα”, καθώς και στα μέτρα που εφαρμόζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Τέλος,η Επιτροπή τονίζει ότι τα ταμειακά διαθέσιμα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, καθώς συνεχίζονται οι επιτυχημένες εκδόσεις ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, και πιστοποιεί τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, καταγράφοντας βελτίωση στο βασικό σενάριο, σε σύγκριση με τη 10η Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας.

Σκληρή μάχη ΥΠΕΚΑ στις Βρυξέλλες

Οι θετικές επισημάνσεις της Κομισιόν

 Ας δούμε όμως αναλυτικότερα τι καταγράφει στην έκθεση για την 11η μεταμνημονιακή αξιολόγηση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Καταρχήν, σημειώνει ότι η ελληνική κυβέρνηση ανέλαβε συγκεκριμένες δεσμεύσεις σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικοποιήσεων, της βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της φορολογικής διοίκησης, ενώ προχώρησε σε ευρύτερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της σχολικής εκπαίδευσης και της δημόσιας διοίκησης.

Σύμφωνα λοιπόν με την Κομισιόν, η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων συνεχίστηκε με θετικό ρυθμό σε διάφορους τομείς πολιτικής.

Για παράδειγμα, καταγράφει την σημαντική και ουσιαστική πρόοδος που έχει επιτευχθεί όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, ιδίως με το έργο στο Ελληνικό και με την επιλογή ενός προτιμώμενου επενδυτή στη σύμβαση παραχώρησης της Εγνατίας Οδού και την μετάβαση υποδομών της δημόσιας εταιρίας φυσικού αερίου (ΔΕΠΑ).

Σε ό,τι αφορά το μακροοικονομικό περιβάλλον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η ελληνική οικονομία εμφανίζει σημάδια ανάκαμψης νωρίτερα από το αναμενόμενο», επισημαίνει η έκθεση.

Μετά τη μεγάλη ύφεση 8,2% το 2020, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 4,5% και 3,4% σε τριμηνιαία βάση το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του 2021 αντίστοιχα, λόγω των επενδύσεων. Σύμφωνα με τις θερινές ενδιάμεσες προβλέψεις της Επιτροπής, το ελληνικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 4,3% το 2021 και κατά 6% το 2022, λαμβάνοντας υπόψη την επενδυτική ώθηση από το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καθώς και το δημοσιονομικό κίνητρο από τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης.

Η δημοσιονομική πολιτική παραμένει διευκολυντική καθώς οι αρχές συνεχίζουν να παρέχουν στοχοθετημένη και προσωρινή στήριξη στην οικονομία, μεταξύ άλλων, ως απάντηση στις καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν τη χώρα τον Αύγουστο.

Τα μέτρα στήριξης της απασχόλησης, που υποστηρίζονται κυρίως μέσω του μέσου της ΕΕ SURE, συνέχισαν να ενισχύουν την αγορά εργασίας και μαζί με τη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων για την υγεία και την επανεκκίνηση της τουριστικής περιόδου, οδήγησαν σε περαιτέρω μείωση του ποσοστού ανεργίας στο 15,9% το δεύτερο τρίμηνο του 2021 έναντι 17,1% το δεύτερο τρίμηνο του 2020.

Το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας που υιοθετήθηκε πρόσφατα, θα παίξει βασικό ρόλο για να βοηθήσει τη χώρα να βγει ισχυρότερη από την πανδημία του COVID-19, καθώς θα ενισχύσει τις ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις στο μέλλον.

Το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας ήταν από τα πρώτα σχέδια που εγκρίθηκαν επίσημα από το Συμβούλιο, στις 13 Ιουλίου, μετά από θετική αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 17 Ιουνίου. Η Ελλάδα έλαβε εκταμίευση 3,96 δισ. ευρώ προχρηματοδότησης στις 9 Αυγούστου.

Θετικά είναι και τα μηνύματα της Κομισιόν για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, καθώς η επικαιροποιημένη ανάλυση υποδεικνύει ότι οι κίνδυνοι βιωσιμότητας του χρέους παρέμειναν γενικά αμετάβλητοι σε σύγκριση με τη 10η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας, κι έτσι οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους παραμένουν συγκρατημένοι.

Η ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους συνεχίζει να βασίζεται στις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής και έχει ενημερωθεί με νέες πληροφορίες σχετικά με τα προθεσμιακά επιτόκια και τις εκδόσεις που πραγματοποιήθηκαν από την τελευταία έκθεση. Το βασικό σενάριο έχει βελτιωθεί οριακά σε σύγκριση με τη 10η έκθεση λόγω της περαιτέρω μείωσης των ελληνικών προθεσμιακών επιτοκίων στα μέσα Αυγούστου. Στο βασικό σενάριο, το χρέος μειώνεται στο 57,6% του ΑΕΠ έως το 2060.

Κομισιόν: Έγκριση σε σχέδιο €500 εκατ. για ελληνικές επιχειρήσεις

Οι συστάσεις και οι ανησυχίες της Επιτροπής

 Την ίδια ώρα πάντως, στην έκθεση για την 11η μεταμνημονιακή αξιολόγηση διαπιστώνεται ότι σε ορισμένους τομείς, η πρόοδος ήταν βραδύτερη από την αναμενόμενη. Ειδικότερα, επισημαίνεται ότι ο ρυθμός εκκαθάρισης των ληξιπρόθεσμων οφειλών δεν έχει μειωθεί.

Το συνολικό απόθεμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών ανήλθε σε περίπου 900 εκατ. ευρώ, υπερβαίνοντας τον συνολικό στόχο για το τέλος Ιουλίου (περίπου 500 εκατ. ευρώ) κατά σχεδόν 80%. Αυτή η σημαντική απόκλιση εγείρει ανησυχίες, κατά την Κομισιόν.

Επίσης, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων το πρώτο τρίμηνο του 2021 παρέμεινε στο 30%, παρόμοιο με το τέλος του 2020, αλλά η τάση μιας συνεχούς βελτίωσης αναμένεται να επανεκκινήσει τα επόμενα τρίμηνα λόγω των περαιτέρω σημαντικών τιτλοποιήσεων υπό το πρόγραμμα «Ηρακλής».

Τα αρχικά σημάδια από τη χρήση του νέου πτωχευτικού πλαισίου που εφαρμόστηκε στο πλαίσιο της 10ης έκθεσης είναι ενθαρρυντικά, αλλά είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα του νέου πλαισίου.

Η σταδιακή κατάργηση αυτών των μέτρων

Από κει και πέρα, η Επιτροπή εκτιμά, ότι η αβεβαιότητα γύρω από τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας παραμένει υψηλή. Ιδιαίτερα όσον αφορά την ανάκαμψη της τουριστικής βιομηχανίας, η πρόοδος στην καταπολέμηση της πανδημίας, τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο, θα αποτελέσει βασικό παράγοντα.

Η αβεβαιότητα αφορά επίσης στην ταχύτητα ανάκαμψης του ιδιωτικού τομέα μετά τη λήξη των μέτρων στήριξης. Για το λόγο αυτό, η σταδιακή κατάργηση αυτών των μέτρων θα πρέπει να γίνει τη σωστή χρονική στιγμή, για να αποφευχθεί έξαρση νέων πτωχεύσεων.

Αυτό αφορά επίσης στην αγορά εργασίας και την απόσυρση των αντίστοιχων συστημάτων στήριξης της αγοράς εργασίας, τα οποία θα πρέπει να σχεδιαστούν με στόχο να κρατήσουν υπό έλεγχο την έξαρση των απολύσεων.

Αβεβαιότητα υπάρχει φυσικά όσον αφορά και τις προοπτικές του πληθωρισμού. Οι εξωτερικοί γεωπολιτικοί παράγοντες και η πιθανή αναζωπύρωση των μεταναστευτικών ροών παραμένουν μια πρόσθετη πηγή αβεβαιότητας. Τέλος, οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι παραμένουν σημαντικοί και σχετίζονται κυρίως με την εξέλιξη της πανδημίας και τις εκκρεμείς δικαστικές αποφάσεις.

Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος μπορεί να προκύψει από την περαιτέρω παράταση των μέτρων περιορισμού και τη σχετική δημοσιονομική στήριξη, σε περίπτωση που η πανδημία συνεχίσει να εξελίσσεται. Περαιτέρω κίνδυνοι σχετίζονται με την εκκρεμή απόφαση του Δικαστηρίου για τις αναδρομικές συντάξεις.

Ανάκαμψη «Ναι μεν, αλλά…»

Σχετικά με τις αβεβαιότητες για τις προοπτικές της οικονομίας, και το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στην πρόσφατη έκθεσή του σημειώνει ότι, η σχετικά γρήγορη επαναφορά της ελληνικής οικονομίας δεν θα πρέπει να λειτουργήσει καθησυχαστικά καθώς στηρίζεται σε έκτακτους παράγοντες που δεν είναι βέβαιο ότι θα διατηρηθούν μεσοπρόθεσμα, όπως η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων λόγω της πανδημίας (PEPP) της ΕΚΤ.

Επιτάχυνση του ρυθμού μεγέθυνσης

Η επαναλειτουργία των περισσότερων οικονομικών δραστηριοτήτων, από την πλευρά της προσφοράς, σε συνδυασμό με τις συσσωρευμένες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, από την πλευρά της ζήτησης, λειτούργησαν συμπληρωματικά προς την κατεύθυνση της επιτάχυνσης του ρυθμού μεγέθυνσης.

Ωστόσο, αφενός οι αποταμιεύσεις είναι πεπερασμένες, αφετέρου η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική θα αναστραφεί με την λήξη των έκτακτων μέτρων. Επιπρόσθετα, ο κίνδυνος μιας αναζωπύρωσης της πανδημίας δεν έχει εκλείψει οριστικά. Με αυτά τα δεδομένα, τονίζεται η ανάγκη παρακολούθησης των βασικών μεγεθών πριν τη λήψη αποφάσεων συνέχισης της επεκτατικής οικονομικής πολιτικής με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα.

Από κει και πέρα, το Γραφείο επισημαίνει ότι, οι σημαντικότερες αβεβαιότητες είναι μεσοπρόθεσμες και αφορούν τα έτη από το 2022 και μετά. Οι αποφάσεις της ΕΚΤ σχετικά με το έκτακτο πρόγραμμα αγορών κρατικών ομολόγων και η αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας θα καθορίσουν το πλαίσιο εντός του οποίου θα κινηθεί η ελληνική οικονομία και ειδικότερα η δημοσιονομική πολιτική.

Η στάση της ΕΚΤ θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία του πληθωρισμού, όπως αναφέραμε παραπάνω. Σημειώνεται ωστόσο ότι το PEPP έχει ημερομηνία λήξης, τον Μάρτιο του 2022, και μένει να διευκρινιστούν τα επόμενα βήματα.

Το Σύμφωνο Σταθερότητας –που βρίσκεται σε αναστολή μέχρι το τέλος του 2022– αποτελεί ήδη αντικείμενο συζήτησης. Όπως υποστηρίξαμε στη γνώμη που καταθέσαμε σχετικά με την αναθεώρησή του, οι κανόνες πρέπει να κινηθούν προς την κατεύθυνση της απλούστευσης και της μεγαλύτερης ευελιξίας ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές συνθήκες που αντιμετωπίζει κάθε κράτος-μέλος.

Αποδοτική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης

Ωστόσο, ότι ανεξάρτητα από τις εξωτερικές συνθήκες, η χώρα πρέπει να σχεδιάσει τη διαδικασία επαναφοράς στη δημοσιονομική ισορροπία προκειμένου να απορροφήσει μεσοπρόθεσμα τους κραδασμούς που προκάλεσε η πανδημία, χωρίς να επιβραδύνει την ανάκαμψη της οικονομίας.

Για το λόγο αυτό, απαιτείται η γρήγορη απορρόφηση και αποδοτική αξιοποίηση των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Τομείς όπου θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν οι ανωτέρω πόροι περιλαμβάνουν τις επενδύσεις στη μακροπρόθεσμη ενίσχυση της δημόσιας υγείας (πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας), τις επενδύσεις βελτίωσης του περιβάλλοντος και καταπολέμησης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής («πράσινες» επενδύσεις), τις επενδύσεις σε εφαρμογές ψηφιακού μετασχηματισμού, τις επενδύσεις στην ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, και σε επενδύσεις ενίσχυσης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.

Πληθωρισμός: Οι λόγοι που αυξήθηκαν οι «πιέσεις» – Πόσο συγκυριακή είναι η άνοδος

Το πρόβλημα του πληθωρισμού

Και, φυσικά, υπάρχει και το ζήτημα της ακρίβειας που προέκυψε εντόνως το τελευταίο διάστημα. Η αβεβαιότητα σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού και τις επιπτώσεις του στην οικονομία έχει πλέον αναβαθμιστεί. Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, η απότομη άνοδος του πληθωρισμού είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, το οποίο πηγάζει από την έλλειψη ισορροπίας μεταξύ ζήτησης και προσφοράς, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση στην παρούσα φάση συνθηκών υπερβάλλουσας ζήτησης.

Παρά τις σημαντικές αποκλίσεις στο επίπεδο του πληθωρισμού μεταξύ των κρατών, γεγονός που σχετίζεται κυρίως με την ταχύτητα ανάκαμψης της εκάστοτε οικονομίας από την πανδημική κρίση, υπάρχουν παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία στο σύνολό της, ασκώντας πληθωριστικές πιέσεις. Συνοπτικά, οι παράγοντες αυτοί είναι οι εξής:

Πρώτον, η μεγάλη άνοδος των τιμών της ενέργειας και ιδιαίτερα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Οι περιορισμοί που τέθηκαν στις μετακινήσεις και στην παγκόσμια βιομηχανική δραστηριότητα το 2020, λόγω των περιοριστικών μέτρων (lockdown), είχαν ως αποτέλεσμα όχι μόνο την κατακόρυφη πτώση της ταξιδιωτικής κίνησης σε παγκόσμιο επίπεδο αλλά και τη μεγάλη μείωση της ζήτησης πετρελαίου και φυσικού αερίου και κατά συνέπεια των τιμών τους.

Η σταδιακή ομαλοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας, κατά το τρέχον έτος, ωστόσο, έχει οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης, η οποία τροφοδοτεί την άνοδο των τιμών. Είναι χαρακτηριστικό ότι, από την αρχή του έτους, οι τιμές του αργού πετρελαίου τύπου Brent και του φυσικού αερίου έχουν αυξηθεί κατά 45% και 101% αντίστοιχα (στοιχεία έως 17.9.2021), κινούμενες σε υψηλότερα από τα προ της πανδημικής κρίσης επίπεδα του Ιανουαρίου του 2020.

Η Ελλάδα, ως καθαρός εισαγωγέας πετρελαίου και φυσικού αερίου και χώρα με σημαντικά υψηλότερο ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης (74,1%, το 2019) σε σύγκριση με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο (60,7%, το 2019), επιβαρύνεται από την άνοδο των τιμών τους, καθώς, μεταξύ άλλων, αυξάνεται το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου.

Επιπλέον, η αποδυνάμωση του ευρώ έναντι του δολαρίου κατά 4% από την αρχή του έτους (στοιχεία έως 17.9.2021) έχει επιπρόσθετη αυξητική επίδραση στο ενεργειακό κόστος του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, τα οποία εκφράζονται σε δολάρια.

Δεύτερον, οι διαταράξεις στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες. Η ανάκαμψη της μεταποίησης παγκοσμίως, από το δεύτερο εξάμηνο του 2020, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης για ενδιάμεσα αγαθά. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (“Information note on trade in intermediate goods: first quarter 2021”), η Κίνα αύξησε τις εξαγωγές ενδιάμεσων αγαθών κατά 41% σε ετήσια βάση, το πρώτο τρίμηνο του 2021.

Ωστόσο, οι δυσχέρειες που σχετίζονται με την πανδημία δεν επιτρέπουν την ομαλή λειτουργία των θαλάσσιων μεταφορών φορτίων, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται καθυστερήσεις στις αποστολές εμπορευματοκιβωτίων (containers). Τούτο έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση του μεταφορικού κόστους. Μέρος της αύξησης αυτής μετακυλίεται στις τιμές των εμπορευμάτων και των πρώτων υλών και εν τέλει στις τιμές των τελικών προϊόντων.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι τιμές του σιταριού και του βαμβακιού αυξάνονται από τα μέσα του προηγούμενου έτους, έχοντας ξεπεράσει τα προ της πανδημίας επίπεδα. Επισημαίνεται ότι οι τιμές ορισμένων εμπορευμάτων επιβαρύνονται περαιτέρω, λόγω της ύπαρξης φυσικών φαινομένων (π.χ. καύσωνας, ξηρασία) τα οποία αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή και έχουν αποτέλεσμα τη μειωμένη παραγωγή τους.

Στην Ελλάδα, ο Δείκτης Τιμών Εισαγωγών2 στα ενδιάμεσα αγαθά αυξήθηκε κατά 7,8% σε ετήσια βάση, τον Ιούλιο, καταγράφοντας σταθερά ανοδική πορεία από την αρχή του έτους. Η αύξηση των τιμών των αγαθών ξεκίνησε από τον Απρίλιο, για να διαμορφωθεί στο 3,1% σε ετήσια βάση, τον Αύγουστο. Αντίθετα, οι τιμές των υπηρεσιών καταγράφουν αρνητικό ετήσιο ρυθμό μεταβολής από τον Ιούνιο του 2020.