Ανάπτυξη 2,3% για την ελληνική οικονομία προβλέπει για το 2024 το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, εκτίμηση ελαφρώς χαμηλότερη από την αρχική του πρόβλεψη αλλά μεγαλύτερη εκείνης της κυβέρνησης για 2,2% και, πάντως, ταχύτερη από τον μέσο ρυθμό της Ευρωζώνης.

Όπως τόνισε ο συντονιστής του Γραφείου, κ. Γιάννης Τσουκαλάς, κατά την παρουσίαση της έκθεσης για το β’ τρίμηνο, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι θετικές για το 2024 και το 2025.

Πέντε σημεία που ενισχύουν τις θετικές προοπτικές

1. Οι πρόσφατες αναβαθμίσεις των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών όπως και η δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πόλου αναμένεται να ενισχύσει τον ανταγωνισμό στον κλάδο µε ευνοϊκές συνέπειες στο εύρος και κόστος χρηματοδότησης της οικονομίας.

2. Η πρόσφατη επιτάχυνση της διοχέτευσης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, εφόσον αποκτήσει δυναμική, αναμένεται να τονώσει τις επενδυτικές δαπάνες, την παραγωγικότητα και τον ρυθµό της ανάπτυξης του ΑΕΠ

3. Οι θετικοί ρυθµοί αύξησης των τουριστικών εσόδων που καταγράφονται για την περίοδο Ιανουαρίου–Ιουλίου 2024, εφόσον διατηρηθούν θα ενισχύσουν τη συνολική οικονοµική δραστηριότητα, και τα δηµόσια έσοδα, πέρα του αναµενοµένου.

4. Η υλοποίηση των µέτρων που ανακοινώθηκαν στην ∆ΕΘ σχετικά µε την αύξηση της προσφοράς διαθέσιµων κατοικιών ενδέχεται να λειτουργήσει ανασχετικά στην αυξητική τάση του κόστους στέγασης και να ενισχύσουν έτσι την αγοραστική δύναµη των εισοδηµάτων.

5. Το νέο νοµοσχέδιο που εισάγει κίνητρα για συγχωνεύσεις και εξαγορές, εφόσον υιοθετηθούν από ικανό αριθµό επιχειρήσεων, δηµιουργεί προϋποθέσεις για επίτευξη οικονοµιών κλίµακας πού ευνοούν την παραγωγικότητα, τα οφέλη της οποίας θα ήταν σηµαντικό να περάσουν και στους καταναλωτές.

Σύμφωνα με την εκτίμηση του ΓΠΚΒ, «όσον αφορά το δημοσιονομικό πεδίο, αν και η θετική επίδραση του πληθωρισμού στα δημόσια έσοδα βαίνει μειούμενη, η σημαντική αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και η απόδοση των μέτρων που εισάγουν στο σύνολο της οικονομίας την ψηφιοποίηση των μέσων πληρωμών και ενισχύουν την φορολογική συνέπεια (για φέτος το ΓΠΚΒ εκτιμά ότι τα έσοδα από την φοροδιαφυγή ανέρχονται σε περίπου 870 εκατ. ευρώ), έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για υπέρβαση του στόχου για πρωτογενές αποτέλεσμα 2024 ύψους 2,1% του ΑΕΠ. Αυτή η εξέλιξη, εφόσον πραγματοποιηθεί, είναι ιδιαίτερα θετική καθώς παρέχει την δυνατότητα περαιτέρω αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους της χώρας».

Το πρωτογενές πλεόνασμα στο τρέχον έτος διαμορφώνεται στο 3,5% του ΑΕΠ, με την συνεχιζόμενη βελτίωση να οφείλεται στα αυξημένα φορολογικά έσοδα χάρη στην αύξηση της απασχόλησης με ταυτόχρονη αύξηση των μισθών και συντάξεων, στην ισχυρή αύξηση των τουριστικών εσόδων, τα οποία αυξήθηκαν σε σχέση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2023 κατά 5,6%, και τέλος στην εν γένει αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, ως αποτέλεσμα και της υλοποίησης των μέτρων που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την διασύνδεση από επιχειρήσεις ταμειακών μηχανών με POS, καθώς και την επέκταση της υποχρεωτικότητας αποδοχής πληρωμών με πλαστικό χρήμα.

Οι κίνδυνοι

Από την άλλη μεριά η Έκθεση διαπιστώνει μια σειρά από κινδύνους που μπορεί να δημιουργήσουν αναχώματα στην αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας.

• Το εξαιρετικά ευµετάβλητο διεθνές περιβάλλον που μπορεί να φέρει σηµαντικούς κινδύνους από τις γεωπολιτικές εντάσεις, οι οποίες µπορεί να οδηγήσουν σε αναζωπύρωση του κόστους εφοδιαστικών αλυσίδων.

• Το δοµικό πρόβληµα που αντιµετωπίζει η Ευρώπη συνολικά µε το υψηλότερο κόστος της ενέργειας σε σύγκριση µε τους ϐασικούς εµπορικούς εταίρους, που ανέδειξε η πρόσφατη έκθεση του Μάριο Ντράγκι, αντανακλάται και στην ελληνική βιοµηχανία µε δυσµενείς συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα, τις επενδύσεις και τον πληθωρισµό.

• Οι γραφειοκρατικές και διοικητικές καθυστερήσεις θέτουν εµπόδια στην γρήγορη υλοποίηση των νοµοθετηµένων µεταρρυθµίσεων, δυσκολεύοντας την προσέλκυση ξένων επενδύσεων

• Οι επιπτώσεις στο περιβάλλον και τον παραγωγικό ιστό από φυσικές καταστροϕές µε δηµοσιονοµικό κόστος.

Παράλληλα, ο κ. Τσουκαλάς εκτίμησε ότι το νέο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό Σχέδιο της Ελλάδας, αποτελεί εχέγγυο της δημοσιονομικής σταθερότητας και αξιοπιστίας που με κόπο οικοδομήθηκε τα τελευταία χρόνια. Είναι προς το συμφέρον των πολιτών η συνέχιση της συνετής και αποτελεσματικής δημοσιονομικής πολιτικής όπως και της αποφυγής πολιτικών που θέτουν σε κίνδυνο την δημοσιονομική σταθερότητα ως προϋπόθεση για την επίτευξη μακροχρόνιας οικονομικής ανάπτυξης και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.

Διαβάστε ακόμη: