Ανοδικά εξακολουθούν να κινούνται, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της εταιρίας ερευνών IDC, οι πωλήσεις ηλεκτρονικών υπολογιστών στην περιοχή της Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (EMEA), παρά την έλλειψη ημιαγωγών και μικροτσίπ, και παρά την άρση των lockdowns, τα οποία και επιβραδύνουν την ταχεία ανάπτυξη, που παρατηρήθηκε τα τελευταία τρίμηνα.
Γράφει ο Γερασιμος Ζωτός για τις πωλήσεις ηλεκτρονικών υπολογιστών
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, η «παραδοσιακή» αγορά υπολογιστών (επιτραπέζιοι, φορητοί υπολογιστές και σταθμοί εργασίας) σημείωσε αύξηση κατά 6,5% σε ετήσια βάση το 2ο τρίμηνο του 2021, φθάνοντας συνολικά στα 22,2 εκατ. μονάδες.
Όπως αναφέρει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδος (ΣΕΠΕ), ο οποίος και επεξεργάσθηκε τα δεδομένα της IDC, στη Δυτική Ευρώπη και όσον αφορά τις επιμέρους προϊοντικές κατηγορίες, οι πωλήσεις επιτραπέζιων ηλεκτρονικών υπολογιστών αυξήθηκαν το εξεταζόμενο διάστημα κατά 6,2% σε ετήσια βάση.
Η ανάκαμψη τους, σύμφωνα με τα στοιχεία της IDC, αποδίδεται στη συνεχιζόμενη αύξηση της ζήτησης για συσκευές παιχνιδιών, με τους καταναλωτές να θέλουν να διασκεδάσουν και να κοινωνικοποιηθούν διαδικτυακά με φίλους.
Από την άλλη, πάντως, η ανάπτυξη των chromebooks (+6,6% σε ετήσια βάση) στη Δυτική Ευρώπη επιβραδύνθηκε, μετά από τέσσερα συνεχόμενα τρίμηνα διψήφιας ανάπτυξης.
Εν τω μεταξύ, αν και οι αποστολές φορητών υπολογιστών στη Δυτική Ευρώπη το 2ο τρίμηνο του 2021 συμβαδίζουν με τα προηγούμενα τρίμηνα, οι μεγάλοι ρυθμοί ανάπτυξης του περασμένου έτους καθιστούν δυσμενείς τις συγκρίσεις.
Σημειώνεται ότι το 2020, την πρώτη χρονιά, δηλαδή των μέτρων κατά της πανδημίας, οι πωλήσεις ηλεκτρονικών υπολογιστών σημείωσαν ρεκόρ.
Οι συνολικές παραγγελίες για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές πέρυσι αυξήθηκαν κατά 13% φτάνοντας στα 302,6 εκατομμύρια τεμάχια παγκοσμίως, σύμφωνα με την IDC, την εταιρία που παρακολουθεί την συγκεκριμένη βιομηχανία.
Η αύξηση αυτή υποδεικνύει την ταχύτερη ανάπτυξη της βιομηχανίας των υπολογιστών για τα τελευταία 10 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων έχει εμφανίσει έξι χρόνια πτωτικής πορείας και έναν χρόνο σταθερής ανάπτυξης, σύμφωνα με την IDC.
Ειδικά στο τελευταίο τρίμηνο του 2020 που περιλαμβάνει και την περίοδο των Χριστουγέννων σημειώθηκε αύξηση 26% στις πωλήσεις φτάνοντας στα 92 εκατομμύρια μονάδες. Ο αριθμός αυτών περιλαμβάνει : επιτραπέζιους υπολογιστές, φορητούς υπολογιστές και notebooks αλλά δεν περιλαμβάνει τα tablets.
Μεγάλη ζήτηση για τους φορητούς υπολογιστές
Βεβαίως, οι παραπάνω αριθμοί δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτούς που αντιστοιχούν στη φετινή πορεία της αγοράς, αν αναλογισθούμε τις αυξημένες ανάγκες hardware για όσους απασχολούντο και συνεχίζουν να απασχολούνται με τηλεργασία, την τηλεκπαίδευση, τις ηλεκτρονικές εξ αποστάσεως αγορές, τις τραπεζικές συναλλαγές κ.λ.π.
Μάλιστα, η ζήτηση φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα έντονη σε ό,τι αφορά τους φορητούς υπολογιστές, καθώς οι πωλήσεις των επιτραπέζιων υπολογιστών μειώθηκαν.
Η καταναλωτική αγορά στη Δυτική Ευρώπη μετριάστηκε σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, σημειώνοντας άνοδο 18,6% σε ετήσια βάση, με 6,3 εκατομμύρια μονάδες να αποστέλλονται.
Παρά τις μειώσεις ανά τρίμηνο, τόσο οι επιτραπέζιοι υπολογιστές, όσο και οι φορητοί υπολογιστές, σημείωσαν διψήφια ανάπτυξη σε σύγκριση με πέρυσι ( +36,1% ετησίως και +15,5% ετήσια αντίστοιχα).
Στην αγορά ηλεκτρονικών υπολογιστών για επαγγελματική χρήση στη Δυτική Ευρώπη, το 2ο τρίμηνο του έτους σημειώθηκε πτώση 0,8% σε ετήσια βάση.
Η πτώση στα desktops ήταν της τάξης του 7,3% σε ετήσια βάση, με την πτώση να μην αντισταθμίζεται από τις επιδόσεις της αγοράς φορητών υπολογιστών, οι πωλήσεις των οποίων σημείωσαν επίπεδη αύξηση 0,7% σε ετήσια βάση.
Η ανάκαμψη των επιτραπέζιων υπολογιστών αναμένεται στο 2ο εξάμηνο του 2021, καθώς οι επιχειρήσεις εξοπλίζουν περισσότερους υπαλλήλους που επιστρέφουν στο γραφείο για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.
Οι συνολικές αποστολές ηλεκτρονικών υπολογιστών σε Κεντρική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική παρεμποδίστηκαν από τα προβλήματα εφοδιασμού και από τις συνεχείς ελλείψεις εξαρτημάτων, με τις δύο περιοχές να αναφέρουν μονοψήφια αύξηση κατά 5,6% και 7,7% ετησίως αντίστοιχα.
Στην περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, ο εμπορικός τομέας σημείωσε πτώση -1,8% σε ετήσια βάση. «Ορισμένες από τις συμφωνίες για κάλυψη της ζήτησης για συσκευές, που εξυπηρετούν την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, δεν μπορούσαν να εκπληρωθούν λόγω προβλημάτων διαθεσιμότητας και αναμένεται να αποσταλούν αργότερα μέσα στο έτος», αναφέρουν οι αναλυτές.
Από την άλλη, ο καταναλωτικός τομέας παρέμεινε σχετικά πιο ισχυρός, σημειώνοντας αύξηση 11,1% σε ετήσια βάση. Το απόθεμα σε λίγες χώρες βελτιώνεται, αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από την άνετη ζώνη.
Τέλος, η περιοχή Μέσης Ανατολής και Αφρικής είχε θετικά αποτελέσματα στον τομέα των συσκευών για επαγγελματική χρήση, με αύξηση κατά 16,1% σε ετήσια βάση, ενώ οι πωλήσεις προς καταναλωτές ήταν επίπεδες.
Οι μεγάλοι κατασκευαστές στις πωλήσεις ηλεκτρονικών υπολογιστών
Το συνδυαστικό μερίδιο αγοράς των πέντε κορυφαίων κατασκευαστών μειώθηκε ελαφρά το 2ο τρίμηνο του 2021 στο 80,4% του συνολικού όγκου της αγοράς, υποχωρώντας ελαφρώς από 80,5% το 2021Q1.
Η Lenovo (συμπεριλαμβανομένης της Fujitsu) ανέκτησε την πρώτη θέση, με μερίδιο αγοράς 25,8% (+0,2% μονάδες σε ετήσια βάση). Η εταιρεία σημείωσε συνολική αύξηση 5,5%.
Η HP Inc. έπεσε στη δεύτερη θέση, με μερίδιο αγοράς 24,3% (-4,3% μονάδες σε ετήσια βάση). Παρά την αύξηση από την πλευρά των καταναλωτών (+2,4% ετησίως), μια εμπορική πτώση (-17,4% ετησίως) λόγω ζητημάτων προμήθειας εξαρτημάτων είχε ως αποτέλεσμα η HP να σημειώσει πτώση -11,2% ετησίως συνολικά.
Η Dell Inc. διατήρησε την τρίτη θέση, με μερίδιο αγοράς 13,5% (+0,4% μονάδες σε ετήσια βάση) και αύξηση 8% σε ετήσια βάση. Μια καλή εμπορική απόδοση (+16,4% ετησίως) αντιστάθμισε την ύφεση από την πλευρά του καταναλωτή, όπου μειώθηκε κατά -36,3% σε ετήσια βάση.
Η Acer διατήρησε την τέταρτη θέση, με μερίδιο αγοράς 9,6% (+1,5% μονάδες ετησίως). Μια άλλη σταθερή απόδοση στην καταναλωτική αγορά (+23,1% ετησίως) είχε ως αποτέλεσμα ο πωλητής να σημειώσει συνολική αύξηση 23,9% σε ετήσια βάση.
Η ASUS κράτησε την πέμπτη θέση, με μερίδιο αγοράς 7,4% (+0,2% μονάδες σε ετήσια βάση). Η άνοδος κατά 6,8% σε ετήσια βάση μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση των καταναλωτών κατά 9% σε ετήσια βάση.