Το σχέδιο για τη μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο συζητείται από τους ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών που συνεδριάζουν στη Σουηδία, είναι «μια καλή πρόταση», ανακοίνωσε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).

Το σχέδιο των Βρυξελλών είναι «μια καλή πρόταση», η οποία περιέχει «προτάσεις τις οποίες υποστηρίζουμε», δήλωσε ο Άλφρεντ Κάμερ, ο διευθυντής του ΔΝΤ για την Ευρώπη, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Στοκχόλμη. Το ΔΝΤ θα επιθυμούσε πάντως να αποκτήσει η ΕΕ «ένα ανεξάρτητο συμβούλιο προϋπολογισμού», το οποίο θα αξιολογούσε τα ζητήματα «εκτός της Κομισιόν», πρόσθεσε.

Η μεταρρύθμιση του «Συμφώνου Σταθερότητας», για την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ελπίζει ότι θα επικυρωθεί μέχρι το τέλος της χρονιάς, βρίσκεται στο πρόγραμμα της συνεδρίασης των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ που πραγματοποιείται σήμερα και αύριο, Σάββατο, στη σουηδική πρωτεύουσα.

Η πρόταση εξακολουθεί να προκαλεί αντιδράσεις μεταξύ των 27.Τα εμβληματικά όρια, τα οποία έχουν καθορισθεί για το δημόσιο έλλειμμα των κρατών μελών στο 3% του ΑΕΠ και για το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ, θα διατηρηθούν.

Όμως για να προωθηθούν οι επενδύσεις, η Κομισιόν επιθυμεί να δώσει στα κράτη μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών και να καθορίσει λιγότερο δραστικές και πιο ρεαλιστικές πορείες για τη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών.

Οι λεγόμενες «φειδωλές» χώρες της βόρειας Ευρώπης, με επικεφαλής τη Γερμανία, ζητούν μια πιο αυστηρή εφαρμογή του Συμφώνου. Εκφράζουν φόβους ότι η Κομισιόν θα πολιτικοποιήσει την εφαρμογή του και θα προχωρήσει σε συμβιβασμούς.

Οι υπερχρεωμένες χώρες του Νότου, όπως η Ιταλία, το χρέος της οποίας φθάνει το 150% του ΑΕΠ, θεωρούν την υφιστάμενη υποχρέωση υπερβολικά αυστηρή και επιμένουν να απελευθερωθούν οι δημόσιες επενδύσεις.

Η αναθεώρηση του συμφώνου σταθερότητας θα οδηγήσει τα κράτη της ΕΕ «να ξοδεύουν καλύτερα»

Την ίδια ώρα, ο αρμόδιος για τις οικονομικές υποθέσεις Επίτροπος Πάολο Τζεντιλόνι, σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα «Les Echos», τονίζει ότι η αναθεώρηση του συμφώνου σταθερότητας, την οποία προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα πρέπει να οδηγήσει τα κράτη μέλη της ΕΕ «να ξοδεύουν καλύτερα».

Σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής επισημαίνει ακόμη ότι «αλλάζει εντελώς και από πολλές απόψεις» το πνεύμα του συμφώνου σταθερότητας, τονίζοντας πως «από τη στιγμή που ένα κράτος μέλος προτείνει τη δική του καμπύλη προσαρμογής, είναι πολιτικά ευκολότερο γι’ αυτό να την εφαρμόσει» και ότι «το σύμφωνο δεν έγινε πιο ευέλικτο, αλλά έγινε πιο ρεαλιστικό, άρα αξιόπιστο, και άρα τελικά πιο αποτελεσματικό σε σχέση με τη μείωση του δημόσιου χρέους.

Υποστηρίζει ότι ορισμένοι από τους υπάρχοντες κανόνες ήταν τόσο αυστηροί, που δεν ήταν εφαρμόσιμοι, γεγονός που οδήγησε σε μια μορφή αδιαφορίας, με αποτέλεσμα τα τελευταία 25 χρόνια να έχει αυξηθεί ο μέσος όρος του χρέους καθώς και το χάσμα μεταξύ των λιγότερο επιβαρυμένων χωρών και των πιο χρεωμένων. Κατά τον ίδιο, ένα επίσης ουσιαστικό σημείο είναι ότι η πρόταση της Επιτροπής καθιστά δυνατή την αύξηση των επενδύσεων, που χρειάζεται η Ευρώπη.

Ως προς το αν υπάρχει ωστόσο «επαρκής χώρος για τη χρηματοδότηση των δαπανών για την ενέργεια, την υγεία και την άμυνα, που τα κράτη μέλη κρίνουν απαραίτητες», ο Ιταλός Επίτροπος αναφέρει ότι «θα χρειαστούμε και άλλα όργανα για να καλύψουμε όλα τα έξοδα», σημειώνοντας οτι «προς το παρόν έχουμε τα εθνικά σχέδια ανάκαμψης, που χρηματοδοτούνται από κοινό χρέος και το σημαντικό σχέδιο RePowerEU για τη μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Αυτά τα εργαλεία είναι προσωρινά και θα πρέπει να αναπτύξουμε άλλα», λέει ο Τζεντιλόνι.

Σχετικά με τον πληθωρισμό, ο επίτροπος σημειώνει τέλος ότι σίγουρα επιβραδύνεται, αλλά όχι με τον ρυθμό που θα ήθελε, τονίζοντας ότι αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον τα κράτη μέλη πρέπει να είναι πολύ προσεκτικά στα μέτρα τους ως προς την ενεργειακή στήριξη. «Αναγνωρίζουμε, ότι πρέπει να προστατεύσουμε την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, αλλά πρέπει να αποφύγουμε την είσοδο σε μια πληθωριστική σπείρα», σημειώνει, προσθέτοντας ότι, σε αρκετούς τομείς, πολλές εταιρείες έχουν υψηλά περιθώρια κέρδους, γεγονός που τους δίνει περιθώρια μειώσεων στις τιμές.

Διαβάστε περισσότερα