Πάνω από 21 εκατ. ευρώ κατά μέσον όρο αναμένεται να κοστίσει στους ιδιοκτήτες η κατασκευή καθεμιάς από τις 27 βίλες που αναπτύσσονται αυτή την περίοδο στο παράκτιο μέτωπο του Ελληνικού. Πρόκειται για μια από τις πολυτελέστερες «γειτονιές» που δημιουργούνται σήμερα στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, με ανεμπόδιστη θέα στη θάλασσα. Τα The Cove Villas at the Ellinikon, όπως ονομάζονται, ήταν και μεταξύ των πρώτων οικιστικών ακινήτων του Ελληνικού που πωλήθηκαν από τη Lamda Development.
Μάλιστα, επελέγη η λύση της πώλησης της γης, με τους νέους ιδιοκτήτες να αναλαμβάνουν στη συνέχεια οι ίδιοι την κατασκευή των κατοικιών τους. Ετσι, σύμφωνα με πηγές της αγοράς και λαμβάνοντας υπόψη και το κόστος απόκτησης της γης, η μέση δαπάνη ανά ιδιοκτήτη αναμένεται να υπερβεί τα 21 εκατ. ευρώ.
Με βάση τα στοιχεία που έχει ανακοινώσει η Lamda, τα έσοδα από την πώληση των 27 οικοπέδων στο παράκτιο μέτωπο του Ελληνικού ανέρχονται σε 211 εκατ. ευρώ, κάτι που μεταφράζεται σε 7,8 εκατ. ευρώ ανά οικόπεδο κατά μέσον όρο. Υπενθυμίζεται ότι τα οικόπεδα που πωλήθηκαν είναι επιφάνειας 1,4 έως 3,7 στρεμμάτων, ενώ το ποσοστό κάλυψης διαμορφώνεται σε 40%. Η δε δομήσιμη επιφάνεια ανωδομής κυμαίνεται από 834 τ.μ. έως 2.150 τ.μ., δηλαδή χωρίς να υπολογίζονται οι υπόγειοι χώροι.
Μετά και την έκδοση των οικοδομικών αδειών για τις περισσότερες από τις βίλες και με βάση σχετικές πληροφορίες, προκύπτει ότι το κόστος κατασκευής θα κυμανθεί από 7 εκατ. έως 20 εκατ. ευρώ για την ακριβότερη βίλα, ή 5.000-7.000 ευρώ/τ.μ.
Πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι, από το σύνολο των 27 βιλών, ορισμένες ανήκουν σε ξένους ιδιοκτήτες, ωστόσο η πλειονότητα έχει αποκτηθεί από σημαίνοντες Έλληνες επιχειρηματίες που είτε διαμένουν στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό. Πρόκειται για ανθρώπους που δραστηριοποιούνται σε τομείς όπως ο εφοπλισμός, η διαφήμιση, ο τουρισμός και ο χρηματοοικονομικός τομέας, ενώ κάποιοι εξ αυτών έχουν δημιουργήσει τις περιουσίες τους σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες σχεδιάζουν να μείνουν οι ίδιοι στις βίλες αυτές, αν και όχι μόνιμα, μια και πολλοί εξ αυτών διαθέτουν κι άλλα ακίνητα στο εξωτερικό και πιθανότατα μοιράζουν τον χρόνο τους μεταξύ Ελλάδας και άλλων χωρών.
Σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντίνο Μπέριο, διευθύνοντα σύμβουλο της κατασκευαστικής εταιρείας Berios, η οποία έχει αναλάβει την κατασκευή μεγάλου τμήματος των κατοικιών της γειτονιάς The Cove Villas στο Ελληνικό, «το κόστος είναι μεγάλο λόγω των ιδιαίτερα υψηλών απαιτήσεων τόσο στα υλικά όσο και στις κατασκευαστικές μεθόδους.
Συγκεκριμένα, επειδή τα οικόπεδα βρίσκονται κοντά στη θάλασσα, τα υπόγεια καταλήγουν να βρίσκονται χαμηλότερα του επιπέδου της θάλασσας, κάτι που επιβάλλει υψηλές προδιαγραφές στεγάνωσης και απαιτητικές γεωτεχνικές αντιστηρίξεις με πασσάλους. Αυτές οι απαιτήσεις καθιστούν την κατασκευή άρτιων και τεχνικά ορθών βιλών εξαιρετικά πολύπλοκη». Οι κατασκευές έχουν ήδη ξεκινήσει σχεδόν σε όλα τα οικόπεδα και αναμένεται να ολοκληρωθούν εντός των επόμενων δύο ετών.
Παράλληλα, όπως αναφέρει ο κ. Μπέριος, «οι ιδιοκτήτες επιθυμούν οι βίλες αυτές να είναι αρμονικές εξωτερικά και να ενσωματώνονται απόλυτα στον περιβάλλοντα χώρο. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στους εξωτερικούς χώρους με μαρμαροστρώσεις, σκιάσεις από πέργκολες, πισίνες, τζακούζι, πλατφόρμες για ξαπλώστρες, εξωτερικές τραπεζαρίες και εστίες φωτιάς, πάντα με γνώμονα την ιδιωτικότητα». Η Berios έχει αναπτύξει μεγάλη εξειδίκευση και τεχνογνωσία στην κατασκευή πολυτελών κατοικιών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Οπως εξηγεί ο κ. Μπέριος, «εσωτερικά, οι απαιτήσεις είναι εξαιρετικά υψηλές και ειδικές, με σπάνια υλικά όπως μοναδικά μάρμαρα, μέταλλα, υφάσματα και δέρματα καθώς και ειδικούς χώρους που καλύπτουν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και χόμπι.
Οι κατοικίες αυτές αποτελούν μερικές από τις καλύτερες και πιο εξεζητημένες παγκοσμίως, υπερβαίνοντας σε ποιότητα, απαιτήσεις, προδιαγραφές και λεπτομέρειες ακόμα και τις κορυφαίες κατοικίες σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και τα Αραβικά Εμιράτα, όπου η εταιρεία μας έχει επίσης εμπλακεί στην κατασκευή αντίστοιχων έργων».
Υπενθυμίζεται ότι η Lamda έχει θέσει ξεκάθαρες προδιαγραφές, ώστε όλες οι βίλες να διακρίνονται από απλές και καθαρές γραμμές, χρησιμοποιώντας φυσικά, γήινα υλικά, όπως το μάρμαρο, το ξύλο και η πέτρα.