Χρωματιστές διαφημίσεις στο EuroAirport αντί για καλωσόρισμα. Αφίσες κρεμασμένες έξω από τα μουσεία τέχνης της Βασιλείας στην Ελβετία. Παρά τις λιγοστές γνώσεις στη γερμανική διάλεκτο που ομιλείται στο καντόνι της ελβετικής «πρωτεύουσας της τέχνης» (όπως προμοτάρεται από τις δημοτικές αρχές τουρισμού της πόλης), το όνομα του Ζαν-Μισέλ Μπασκιά που αναγραφόταν στις διαφημίσεις δεν επιδεχόταν σύσταση.
Γνήσιος εκπρόσωπος του νεοεξπρεσιονισμού στα τέλη της δεκαετίας του ’70, γνωστός για τους αφαιρετικούς συνδυασμούς εικόνας και λόγου, τις ακατέργαστες φιγούρες του, καθώς και για την κοινωνική κριτική που ασκούσε μέσω των έργων του, στο σύντομο διάστημα της ζωής του (1960-1988) ο Μπασκιά τόλμησε να σπάσει τα όρια της συμβατικής τέχνης και να εγκαθιδρύσει τον εαυτό του στον λευκοκρατούμενο καλλιτεχνικό χώρο.
Ηταν 1981 όταν ο Ιταλός γκαλερίστας Εμίλιο Ματσόλι ανακάλυψε τα σχέδια και τα «ταγκς» στο μετρό και στα κτίρια της Νέας Υόρκης, καθώς και τα ποιητικά επιγράμματα του νεαρού Αμερικανού που υπέγραφε ως «SAMO», μια λεκτική συντομογραφία της φράσης «same ol’ shit (τα ίδια, ως συνήθως)» που μοιραζόταν μαζί με τον φίλο του από το σχολείο, Αλ Ντίαζ.
Καθώς ο Μπασκιά δεν είχε δικό του στούντιο, ο Ματσόλι τον φιλοξένησε το 1982 στη Μόντενα, με σκοπό την πρώτη του έκθεση. «Με παγίδευσαν ώστε να κάνω οκτώ πίνακες την εβδομάδα για ένα σόου της επόμενης (…). Ηταν ένα εργοστάσιο, ένα άρρωστο εργοστάσιο. Το μισούσα. Ηθελα να γίνω διάσημος, όχι μασκότ των γκαλερί», δήλωσε το 1985 σε δημοσιογράφο των NYT. Η έκθεση δεν έγινε ποτέ, ο Μπασκιά επέστρεψε θυμωμένος στην Αμερική, αλλά τα έργα του πουλήθηκαν σε ιδιωτικές συλλογές.
Σαράντα χρόνια μετά, το Fondation Beyeler αποκαλύπτει για πρώτη φορά στο κοινό οκτώ έργα μεγάλης κλίμακας, τα οποία δημιούργησε τον καιρό της διαμονής του στη Μόντενα, στην έκθεση με τίτλο «Basquiat: The Modena Paintings».