Την μεγάλη ευκαιρία να παρουσιάσουν τις προοπτικές και την στρατηγική του εγχώριου πιστωτικού συστήματος για την επόμενη τριετία στα κορυφαία funds του πλανήτη με κεφαλαιακή δύναμη πυρός άνω των 4 τρισ. ευρώ, θα έχουν την επόμενη εβδομάδα στο Βερολίνο οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών.
Το 29ο ευρωπαϊκό χρηματοματο-οικονομικό συνέδριο της Goldman Sachs (Goldman Sachs 29th European Financials Conference) που θα πραγματοποιηθεί από τις 10 έως τις 12 Ιουνίου στο Βερολίνο συγκεντρώνει κορυφαίους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων τραπεζών, ασφαλιστικών εταιρειών, επενδυτών και ρυθμιστικών αρχών, για να συζητήσουν τις τρέχουσες προκλήσεις και ευκαιρίες στον κλάδο.
Οι ελληνικές τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα να μιλήσουν με funds όπως τα Soros Fund Management, Lazard Asset Management, Invesco, ADIA, Barrow Hanley, Artisan Partners, Arga Investment Management, Moore Capital Management και CPP Investments, που εξυπηρετούν συνταξιοδοτικά ταμεία, κρατικά επενδυτικά ταμεία, , ασφαλιστικές εταιρίες ή και άλλους ιδιώτες και θεσμικούς επενδυτές.
Ιδανικό timing
Υψηλόβαθμη τραπεζική πηγή που θα βρεθεί στο Βερολίνο την ερχόμενη εβδομάδα μιλώντας στην «axianews» χαρακτηρίζει εξαιρετική την χρονική στιγμή που λαμβάνει χώρα το συνέδριο της Goldman Sachs και προσθέτει ότι οι Έλληνες προσέρχονται με ιδιαίτερα ισχυρή ατζέντα.
Συγκεκριμένα, προσθέτει, οι τραπεζικές μετοχές έχουν καταγράψει εντυπωσιακές αποδόσεις από την αρχή του έτους, με τα κέρδη για τον Μάιο να ανέρχονται σε 17,5% και σχεδόν 43% στο πεντάμηνο.
Κατά τη διάρκεια του Μαΐου οι μετοχές της Alpha Bank και της Πειραιώς σημείωσαν κέρδη 25,8 και 16%, αντίστοιχα, ενώ τα κέρδη της Εθνικής ξεπερνούν το 9% και της Eurobank to 7%.
Από την αρχή του έτους, η Alpha σημειώνει εντυπωσιακή άνοδο 65,4% και η Πειραιώς 48% ενώ ακολουθούν Εθνική Τράπεζα και Eurobank με κέρδη 35,1% και 19,4% αντίστοιχα.
Την ίδια στιγμή, οι αγορές υποδέχτηκαν με μεγάλη ζήτηση και πολλές φορές υπερκάλυψη τις εκδόσεις ομολόγων στις οποίες προχώρησαν Πειραιώς και Eurobank την περασμένη εβδομάδα ενώ η αύξηση του ποσοστού της Unicredit στην Alpha Bank στο 20% κατέδειξε την εμπιστοσύνη για τις θετικές προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Ελκυστικές αποτιμήσεις
Το ερώτημα των… εκατομμυρίων για την αγορά είναι πόσο ακόμη μπορεί να συνεχίσουν να προσελκύουν τόσο ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον οι τραπεζικές μετοχές, δεδομένου ότι ήδη έχουν καλύψει σε μεγάλο βαθμό τη διαφορά που τις χώριζε από τις ευρωπαϊκές σε όρους αποτίμησης.
Βραχυπρόθεσμα, όπως σημειώνουν αναλυτές, φαίνεται ότι ισχυρή ώθηση στις τραπεζικές μετοχές έχουν δώσει επενδυτές που είχαν προχωρήσει σε ρευστοποιήσεις κερδών τον Απρίλιο, αλλά πλέον διαπιστώνουν την ισχυρή ανοδική δυναμική και… επιστρέφουν στο τρένο.
Την ίδια στιγμή παρά τη μεγάλη άνοδο των τραπεζικών μετοχών, αξίζει να σημειωθεί ότι παραμένουν ελκυστικά αποτιμημένες.
Σύμφωνα με τραπεζικούς αναλυτές η σχέση τιμής – κερδών (P/E) είναι γύρω στο 7x, με βάση τα κέρδη του 2024 και τις προβλέψεις για τα κέρδη της περιόδου 2025 – 2026.
Ο δείκτης τιμή προς λογιστική αξία (P/TBV), που βρισκόταν μέχρι και το 2021 σε πολύ χαμηλά επίπεδα, βρίσκεται κατά μέσο όρο στο 1x, με βάση τα μεγέθη του 2024 και υποχωρεί χαμηλότερα με βάση τις προβλέψεις για το 2025.
Ο σημαντικότερος, ίσως, δείκτης για τους συντηρητικούς επενδυτές, ο δείκτης μερισματικής απόδοσης (DY) έχει ξεφύγει από το μηδέν, όπου είχε μείνει για μεγάλη περίοδο λόγω της διακοπής των διανομών μερισμάτων, και ξεπερνά το 4% με βάση τις διανομές από τα κέρδη του 2024.
Παρ’ όλα αυτά, όπως σημειώνουν αναλυτές, μπορεί να δικαιολογηθεί η συνέχιση μιας υπεραπόδοσης των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες ξεπερνούν καθαρά τις ευρωπαϊκές ως τώρα (φέτος, ο τραπεζικός δείκτης του Stoxx 600 κερδίζει 31,7%).
Ένα σημαντικό στοιχείο που διαφοροποιεί θετικά τις ελληνικές τραπεζικές μετοχές είναι το μακροοικονομικό περιβάλλον, καθώς η Ελλάδα έχει πολύ υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, πολύ υψηλά πλεονάσματα και βρίσκεται σε τροχιά συνεχών αναβαθμίσεων από τους οίκους αξιολόγησης.
Ψηλά στην ατζέντα
Οι Έλληνες τραπεζίτες θα αναπτύξουν το επενδυτικό στόρι του εγχώριου πιστωτικού συστήματος την ερχόμενη εβδομάδα έχοντας στην διάθεση τους πλήθος υποστηρικτικών στοιχείων.
Αρχικά την σημαντική ενίσχυση της κερδοφορίας, με τα κέρδη μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες να διαμορφώνονται στα 4,4 δισ. ευρώ το 2024, από 3,8 δισ. ευρώ το 2023, ενώ στο α΄ τρίμηνο του 2025 τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε 1,24 δισ. ευρώ, με «έκρηξη» της πιστωτικής επέκτασης προς τις επιχειρήσεις, η οποία αντιστάθμισε τις απώλειες που αναμένονταν στα έσοδα τόκων εξαιτίας της μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Αντίβαρο στην πτώση των επιτοκιακών εσόδων που συγκρατήθηκε σε μονοψήφιο ποσοστό, ήταν η ετήσια αύξηση των εσόδων προμηθειών από χρηματοδοτήσεις, τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα και διαχείριση κεφαλαίων πελατών, τομείς που παρουσιάζουν μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης προς όφελος των μελλοντικών εσόδων και των κερδών.
Οι επενδυτές βλέπουν ως ιδιαίτερα θετική για τη μελλοντική κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών τη διαφοροποίηση των πηγών εσόδων τους, μέσω και της εξωστρέφειας που αναπτύσσουν πλέον ενεργά εκτός Ελλάδος, αναζητώντας ευκαιρίες για εξαγορές και συνέργειες.
Αναμένουν επίσης συνέχιση της υψηλής πιστωτικής επέκτασης και αξιολογούν θετικά τις προοπτικές διανομής υψηλότερων μερισμάτων στους μετόχους τα προσεχή χρόνια, αρχής γενομένης από φέτος, συγκλίνοντας με τα payoutratios των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Στα συν των ελληνικών τραπεζών, οι επενδυτές προσθέτουν την βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού τους (τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν πέσει σε χαμηλά από την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωζώνη, ενώ οι ελληνικές τράπεζες επιδεικνύουν ισχυρές αντιστάσεις στη δημιουργία νέων NPLs), την υψηλή ρευστότητα και κεφαλαιακή επάρκεια και τους δείκτες αποδοτικότητας του ενεργητικού και των ιδίων κεφαλαίων, οι οποίοι το 2024 ανήλθαν σε 1,3% και 12,2% αντίστοιχα.
Οι προσδοκίες για deals
Ιδιαίτερη αναφορά θα γίνει στις αναμενόμενες κινήσεις επέκτασης των δραστηριοτήτων των ελληνικών τραπεζών με σημαντικά deals εξαγορών, όχι μόνο σε κλάδους του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ελλάδα (ασφάλειες, asset management), αλλά και σε τραπεζικές εξαγορές στο εξωτερικό.
Δείγματα γραφής υπάρχουν ήδη (εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής από την Πειραιώς, της Ελληνικής από τη Eurobank, σειρά εξαγορών από την Alpha Bank), ενώ το σημαντικότερο στοιχείο που επισημαίνουν οι αναλυτές είναι ότι οι τράπεζες διαθέτουν πολύ μεγάλα αποθέματα πλεονάζοντος κεφαλαίου, που οι διοικήσεις δεν μπορεί παρά να αξιοποιήσουν και μέσω εξαγορών.