Στο πλαίσιο του 6ου Φόρουμ των Δελφών στην Ουάσιγκτον, διεξήχθη συζήτηση για τη στρατηγική κατεύθυνση της ενεργειακής πολιτικής υπό την νέα διοίκηση των ΗΠΑ, με ιδιαίτερη αναφορά στην αυξανόμενη σημασία της Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου στην περιοχή.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, που συντονίστηκε από την Αντιγόνη Βαφείδου, Υποδιευθύντρια Διεύθυνσης Κανονιστικής Συμμόρφωσης του Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ), οι συμμετέχοντες ανέδειξαν τον καθοριστικό ρόλο των γεωπολιτικών εξελίξεων στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, και τις προοπτικές συνεργασίας της Ελλάδας με χώρες όπως η Κύπρος, το Ισραήλ και η Αίγυπτος.
Ο Τζέφρι Πάιατ, Υφυπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ (2022-2025) και πρώην πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα, υπογράμμισε τη σημασία της Ελλάδας ως «εξαιρετικά σημαντικού συμμάχου» στις ενεργειακές εξελίξεις, τονίζοντας ότι «οι γέφυρες που μπορεί να χτίσει η Ελλάδα μαζί με την Κύπρο, την ΕΕ, το Ισραήλ και την Αίγυπτο.
Υπογράμμισε τη σημασία των αμερικανικών εταιρειών στον ενεργειακό τομέα της Ελλάδας, δίνοντας παραδείγματα των Chevron και ExxonMobil, και αναφέρθηκε στην επένδυση της Microsoft στην Ελλάδα, η οποία αξιοποιεί ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
«Η Ευρώπη πρέπει να καταλάβει ότι η Ρωσία έχει χάσει την αξιοπιστία της ως ενεργειακός εταίρος», δήλωσε, προσθέτοντας ότι «η Ελλάδα διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στον νέο παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη».
Ο Osama Mobarez, Γενικός Γραμματέας του East Mediterranean Gas Forum (EMGF), σημείωσε ότι οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου οδηγήθηκαν στη συνεργασία λόγω της ανάγκης αξιοποίησης των νέων κοιτασμάτων φυσικού αερίου. «Το East Med δεν ανταγωνίζεται τις αμερικανικές εισαγωγές LNG», είπε, προσθέτοντας ότι «μέσω της συνεργασίας κρατών και επιχειρήσεων, έχουμε αναπτύξει μια αμοιβαία επωφελή σχέση», η οποία συνεχώς ενισχύεται.
Η Βίβιαν Μπουζάλη, Chief Corporate Affairs & Communication Officer της Metlen Energy & Metals, παρουσίασε την εταιρεία ως «έναν από τους μεγαλύτερους ενεργειακους και μεταλλευτικούς ομίλους στην Ευρώπη και στον κόσμο», με δραστηριότητες σε πέντε ηπείρους και 40 χώρες. «Η διατλαντική συνεργασία είναι το κλειδί», τόνισε, υπογραμμίζοντας ότι οι ενεργειακές προκλήσεις και οι αυξημένες τιμές «καθιστούν αναγκαία τη σταθερότητα στη βιομηχανία». Αναφέρθηκε, επίσης, στη σημασία των εισαγωγών LNG στην Ελλάδα, σημειώνοντας ότι το 50% των εισαγωγών LNG της χώρας προέρχεται από διατλαντικές συνεργασίες.
Στο 2ο μέρος της συζήτησης, ο Zhecho Stankov, Υπουργός Ενέργειας της Βουλγαρίας, επεσήμανε ότι η χώρα του «παίζει σημαντικό ρόλο ως διαμετακομιστικό κέντρο LNG», διευκολύνοντας την ενεργειακή ροή προς την Ευρώπη. Αναφέρθηκε στο Vertical Corridor Initiative, ένα ενεργειακό έργο που θα μπορούσε να βοηθήσει την Ουκρανία και τη Μολδαβία στις ενεργειακές τους ανάγκες. «Ήρθα στις ΗΠΑ για να διασφαλίσω χρηματοδότηση για ενεργειακές επενδύσεις», ανέφερε, ενώ σημείωσε ότι υπάρχει 70% αποδοχή της πυρηνικής ενέργειας στη βουλγαρική κοινωνία.
Ο Kalin Peshov, Πρόεδρος του ΔΣ της Glavbolgarstroy, ανέφερε ότι η ενεργειακή ασφάλεια αποτελεί βασικό άξονα των συνομιλιών του στις ΗΠΑ. «Αντιμετωπίζουμε τρία βασικά προβλήματα στην ενεργειακή προμήθεια», είπε, απαριθμώντας:
- Έλλειψη συγκεκριμένης τεχνολογίας
- Γραφειοκρατία και υπερβολικές ρυθμίσεις, ιδιαίτερα στην ΕΕ
- Έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού
Τόνισε ότι «οι ΗΠΑ έχουν πιο πραγματιστική προσέγγιση, ενώ η ΕΕ επιβάλλει υπερβολικούς κανονισμούς». Πρότεινε εκπαίδευση ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες του τομέα, ενώ ανέφερε τη δυσκολία που προκαλεί η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, λέγοντας ότι οι διαδικασίες είναι υπερβολικά αργές.
Ο Frank Fannon, Managing Director της Fannon Global Advisors και πρώην βοηθός υπουργός Εξωτερικών με αρμοδιότητα τους ενεργειακούς πόρους (2018-2021), τόνισε ότι η ενεργειακή πολιτική αποτελεί βασική προτεραιότητα της νέας διοίκησης Τραμπ.
«Η Ελλάδα και η Βουλγαρία έχουν έναν αξιόπιστο ενεργειακό εταίρο στις ΗΠΑ», δήλωσε, προσθέτοντας ότι «οι ενεργειακές συνεργασίες θα αυξηθούν». Άσκησε κριτική στο κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ, λέγοντας ότι «ίσως ήρθε η ώρα οι χώρες να λαμβάνουν ενεργειακές αποφάσεις χωρίς τους περιορισμούς των Βρυξελλών».
Η Ann Bluntzer, Εκτελεστική Διευθύντρια του Hamm Institute for American Energy και μέλος του Ralph Low Energy Institute, TCU, τόνισε ότι η υλοποίηση έργων είναι το κλειδί. «Έχουμε δει έργα που χρειάστηκαν δεκαετίες για να πραγματοποιηθούν. Δεν πρέπει να αφήσουμε αυτό να συμβεί ξανά», είπε. Τόνισε ότι «η Ελλάδα έχει κάνει εξαιρετική δουλειά στον ενεργειακό τομέα», προσθέτοντας ότι η χώρα «τοποθετήθηκε σε πολύ καλή θέση στον νέο ενεργειακό χάρτη».
Η Olga Khakova, Αναπληρώτρια Διευθύντρια για την Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Ασφάλεια στο Global Energy Center του Atlantic Council, ανέλυσε τις διαφορές στην προσέγγιση της ενέργειας μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ. «Όλοι θέλουμε ενεργειακή ασφάλεια και επάρκεια», είπε, επισημαίνοντας ότι υπάρχουν κοινές αξίες και ανάγκες. «Το ερώτημα είναι πώς μπορούμε να κάνουμε πιο εύκολο στις επιχειρήσεις να δείξουν ότι θέλουν να κάνουν το σωστό», τόνισε, αναφερόμενη στη σημασία της σταθερότητας. «Η ενεργειακή συνεργασία μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ πρέπει να πετύχει τα απαραίτητα αποτελέσματα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού», κατέληξε.
Σε συζήτηση που ακολούθησε μεταξύ του Σπήλιου Λιβανού, Πρόεδρος του ΔΣ της HELLENiQ ENERGY και του αρχισυντάκτη της αγγλόφωνης έκδοσης της «Καθημερινής», Tom Ellis τόνισε τη σημασία της ενέργειας ως βασικού πυλώνα της ελληνικής οικονομίας. «Η Ελλάδα είναι πλέον εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας και ενεργειακός κόμβος», είπε, υπογραμμίζοντας τις ισχυρές σχέσεις της χώρας με το Ισραήλ, τον αραβικό κόσμο και τη Βουλγαρία. Αναφέρθηκε στα δύο μεγάλα τερματικά LNG της Ελλάδας σε Ρεβυθούσα και Αλεξανδρούπολη, τονίζοντας ότι η επένδυση σε αυτά ήταν «στρατηγικά ορθή».«Η νέα αμερικανική διοίκηση προωθεί τα ορυκτά καύσιμα», σημείωσε.