Το εθνικό νόμισμα της Ρωσίας συνεχίζει το… «ράλι» ανόδου, το οποίο «πυροδοτεί» συζητήσεις στη Μόσχα για τις προθέσεις της Κεντρικής Τράπεζας, αναφορικά με ενδεχόμενη στόχευση σε μία «βέλτιστη» συναλλαγματική ισοτιμία.
Το νόμισμα «απογειώθηκε» έως και 1.7% στα 55.44 ανά δολάριο Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, το ισχυρότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2015, βάσει των τιμών του Χρηματιστηρίου της Μόσχας.
Το παγκόσμιο κέρδος διατηρήθηκε στο ακέραιο, ακόμη και όταν οι υπεύθυνοι «χάραξης» πολιτικής μείωσαν το επιτόκιο αναφοράς κατά 1.050 μονάδες βάσης και χαλάρωσαν τα επιβεβλημένα capital controls, η εφαρμογή των οποίων απέτρεψε τις ρευστοποιήσεις των επενδυτών του εξωτερικού σε περιουσιακά στοιχεία της χώρας.
Κυβερνητικοί αξιωματούχοι έχουν διαφημίσει την ανάκαμψη ως απόδειξη ότι η Ρωσία έχει αφήσει πίσω τις ευρωπαϊκές κυρώσεις για την εισβολή στην Ουκρανία την 24η Φεβρουαρίου. Ωστόσο, διατηρούν ακόμη μεγαλύτερες επιφυλάξεις, για μία πρόοδο που υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών και τα δημοσιονομικά της χώρας.
Τα μέτρα χαλάρωσης της Τράπεζας της Ρωσίας είχαν ανεπαίσθητη επίδραση στη δυναμική του ρουβλίου, η οποία οφείλεται στους περιορισμούς των συναλλαγών σε δολάρια και στη χαμηλή ζήτησή του, εν μέσω «κατάρρευσης» των κρατικών εισαγωγών.
Το νόμισμα βρίσκεται σε ανοδική «τροχιά», από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Ο πόλεμος, αρχικά, προκάλεσε καταστροφή, «ρίχνοντας» το νόμισμα στο ιστορικό χαμηλό των 121.5275 ανά δολάριο στις 10/03, καθώς Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρώπη προσπάθησαν να απομονώσουν τη χώρα από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Όμως, αφότου η Μόσχα επέβαλε υποχρεωτικές πωλήσεις σε συνάλλαγμα στους εξαγωγείς και απαίτησε από ορισμένους ενδιαφερόμενους ενεργειακών προμηθειών να πραγματοποιούν συναλλαγές αποκλειστικά σε ρούβλια, το νόμισμα κατέγραψε εντυπωσιακή άνοδο της τάξεως του 118%.
Ρωσία, κορυφαίος προμηθευτής πετρελαίου για την Κίνα
Οι εισαγωγές αργού πετρελαίου της Κίνας από τη Ρωσία αυξήθηκαν κατά 55% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι, σε επίπεδο – «ρεκόρ» για τον Μάιο, «εκτοπίζοντας» τη Σαουδική Αραβία ως τον κορυφαίο προμηθευτή, καθώς τα διυλιστήρια εξαργύρωσαν τις προμήθειες με έκπτωση, εν μέσω κυρώσεων στη Μόσχα για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, συμπεριλαμβανομένων των προμηθειών που διοχετεύονται μέσω του αγωγού ανατολικής Σιβηρίας – Ειρηνικού και των θαλάσσιων αποστολών, ανήλθαν συνολικά σε σχεδόν 8.42 εκατομμύρια τόνους, σύμφωνα με σημερινά (20/06) στοιχεία της κινεζικής γενικής διοίκησης τελωνείων.
Οι αποστολές ισοδυναμούν με σχεδόν 2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα και αυξάνονται κατά περίπου ¼, από 1.59 εκατομμύρια τον Απρίλιο.
Η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο εισαγωγέα αργού πετρελαίου στον κόσμο.
Κινεζικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένου του κρατικού «κολοσσού» διύλισης «Σινοπέκ» και της κρατικής «Σενχούα», αύξησαν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, ωθούμενες από τις μεγάλες εκπτώσεις μετά την αποχώρηση των μεγάλων δυτικών πετρελαϊκών και εμπορικών οίκων, λόγω κυρώσεων.
Οι εκπτώσεις –έως και 30%– στήριξαν οικονομικά τη Ρωσία, παρά τις ευρωπαϊκές κυρώσεις, οι οποίες έχουν σχεδιασθεί για να πλήξουν την οικονομία της χώρας. Το Κρεμλίνο εισέπραξε περίπου 20 δισεκατομμύρια δολάρια από τις εξαγωγές πετρελαίου, τον περασμένο μήνα.
Η ραγδαία αύξηση της τιμής του «μαύρου χρυσού», επίσης διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, με εκείνες να αυξάνονται περισσότερο από 60% τους τελευταίους δώδεκα μήνες στα 112$ ανά βαρέλι, για το διεθνές αργό πετρέλαιο αναφοράς.
Οι αγορές από την Κίνα αποτελούν μέρος της προσεκτικής τοποθέτησης του Πεκίνου, αναφορικά με την εμπόλεμη κατάσταση στην Ουκρανία, με τον Κινέζο Πρόεδρο, Σι Τζινπίνγκ, να προσφέρει ισχυρή (διαφαινόμενη) υποστήριξη στον σύμμαχό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, σύμφωνα με δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου.
Παρά το γεγονός πως το Πεκίνο, αρχικά, απέφευγε οιοδήποτε σχόλιο για τον πόλεμο, επέκρινε τις δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία ως «οικονομική τρομοκρατία», ενώ καταδίκασε και την πώληση οπλικού εξοπλισμού στο Κίεβο από κράτη του εξωτερικού, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Σαουδική Αραβία υποχώρησε στη δεύτερη θέση των προμηθευτών, με τους όγκους τον Μάιο να αυξάνονται κατά 9% στους 7.82 εκατομμύρια τόνους ή 1.84 εκατομμύρια βαρέλια.
Αυτό ήταν χαμηλότερο, από τα 2.17 εκατομμύρια του Απριλίου. Η Ρωσία ανέκτησε την πρώτη θέση, έπειτα από σχεδόν δεκαεννέα μήνες.
Ταυτόχρονα, τα τελωνειακά στοιχεία επέδειξαν ότι η Κίνα εισήγαγε 260.000 τόνους ιρανικού αργού πετρελαίου τον Μάιο, ήτοι την τρίτη αποστολή από τον περασμένο Δεκέμβριο.
Παρά τις κυρώσεις των Ηνωμένων Πολιτειών στο Ιράν, η Κίνα έχει διατηρήσει το ιρανικό πετρέλαιο, το οποίο, συνήθως, μεταφέρεται ως προμήθειες από άλλες χώρες.
Τα επίπεδα εισαγωγών είναι περίπου ισοδύναμα με το 7% των συνολικών εισαγωγών κινεζικού αργού πετρελαίου. Οι συνολικές εισαγωγές αυξήθηκαν κατά σχεδόν 12% από τη χαμηλή βάση του προηγούμενου έτους στα 10.8 εκατομμύρια βαρέλια, έναντι του μέσου όρου του 2021 που ήταν 10.3 εκατομμύρια.