Σε μια κρίσιμη φάση για την παγκόσμια οικονομία και με τις ΗΠΑ να παραμένουν εγκλωβισμένες σε δημοσιονομικά αδιέξοδα, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επιχειρεί να υλοποιήσει μια από τις βασικότερες δεσμεύσεις της προεκλογικής του καμπάνιας: ένα τεράστιο πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων και περικοπών δαπανών, με σκοπό την αναθέρμανση της οικονομίας και τη σταθεροποίηση των ελλειμμάτων.

Το αποκαλούμενο «μεγάλο, ωραίο νομοσχέδιο» αριθμεί περισσότερες από 1.000 σελίδες και, όπως σημειώνει ο Λευκός Οίκος, επιχειρεί να συνδυάσει φιλοεπενδυτική πολιτική με περιορισμό των κρατικών εξόδων. Ψηφίστηκε οριακά από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και πλέον οδηγείται στη Γερουσία, όπου θα δοκιμαστεί πολιτικά, τεχνοκρατικά και επικοινωνιακά.

Η σύγκρουση με Μασκ και τα “γαλάζια” μαχαίρια

Η δημόσια αντίθεση του Έλον Μασκ στο νομοσχέδιο αναβάθμισε περαιτέρω τη συζήτηση και έριξε “λάδι στη φωτιά”. Ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο και πρώην επικεφαλής του Υπουργείου Κυβερνητικής Αποδοτικότητας (DOGE) δήλωσε πως πρόκειται για «αποκρουστικό βδέλυγμα» που θα εκτινάξει το ήδη τεράστιο δημοσιονομικό έλλειμμα, το οποίο ανήλθε στα 2 τρισ. δολάρια το 2024, ενώ το δημόσιο χρέος ξεπερνά τα 36 τρισ.

Παράλληλα, πολλοί Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές που είχαν ταχθεί υπέρ της λιτότητας και της πειθαρχημένης δημοσιονομικής πολιτικής δεν κρύβουν τη δυσφορία τους. Εκφράζουν ενστάσεις για φορολογικές απαλλαγές που «ξεχειλώνουν» το κόστος του νομοσχεδίου, ζητώντας περαιτέρω περικοπές δαπανών και ψαλίδισμα προνομίων που θεωρούν «μη αναγκαία».

Ο Τραμπ, πάντως, επιδιώκει να ψηφιστεί το νομοσχέδιο πριν την 4η Ιουλίου, ώστε να προβληθεί ως σημείο καμπής και «νίκη υπέρ της οικονομίας». Στη φιλοδοξία αυτή έχει ενσωματωθεί και η διάταξη για αύξηση του ορίου χρέους, το οποίο αναμένεται να ξεπεραστεί το φθινόπωρο. Η καθυστέρηση εγκυμονεί κινδύνους ακόμη και για shutdown της κυβέρνησης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εύθραυστη επενδυτική εμπιστοσύνη.

Το κόστος, οι προβλέψεις και η αμφισβήτηση του CBO

Η πλέον θεσμική παρέμβαση που προκάλεσε αναταράξεις ήρθε από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, η τελευταία εκδοχή του νομοσχεδίου θα μειώσει τα έσοδα κατά 3,7 τρισ. δολάρια σε ορίζοντα δεκαετίας, ενώ τα έσοδα από περικοπές και άλλες ρυθμίσεις θα φτάσουν μόλις τα 1,2 τρισ. Το τελικό δημοσιονομικό “άνοιγμα” εκτιμάται πως θα ξεπεράσει τα 3 τρισ. δολάρια, ενισχύοντας και τη δαπάνη για τόκους.

Ο Λευκός Οίκος απέρριψε τις εκτιμήσεις του CBO, χαρακτηρίζοντας τες «στατικές» και πολιτικοποιημένες. Σύμφωνα με τον Ράσελ Βοτ, επικεφαλής του Γραφείου Διαχείρισης και Προϋπολογισμού του Τραμπ, οι εκτιμήσεις «δεν λαμβάνουν υπόψη τη δυναμική επίδραση της ανάπτυξης». Η Καρολάιν Λέβιτ, εκπρόσωπος Τύπου του Τραμπ, κατηγόρησε ευθέως το CBO για κομματική μεροληψία, παρά το γεγονός ότι η σημερινή του ηγεσία έχει υπηρετήσει στο παρελθόν Ρεπουμπλικανική κυβέρνηση.

Τι προβλέπει το νομοσχέδιο – Ποιοι ωφελούνται και ποιοι χάνουν

Στον πυρήνα του νομοσχεδίου βρίσκονται:

  • Η παράταση των φορολογικών ελαφρύνσεων του 2017, που επρόκειτο να λήξουν στο τέλος του 2025

  • Η διατήρηση χαμηλών φορολογικών συντελεστών για επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα

  • Η ενίσχυση επενδυτικών κινήτρων, όπως η άμεση απόσβεση του επενδυτικού εξοπλισμού και οι εκπτώσεις σε δαπάνες για R&D

Ωστόσο, το νομοσχέδιο εισάγει και νέες γενναίες φοροαπαλλαγές:

  • Αύξηση της έκπτωσης από 10.000 σε 40.000 δολάρια για φόρους που έχουν ήδη καταβληθεί σε Πολιτείες ή δήμους, για εισοδήματα έως 500.000 δολάρια

  • Απαλλαγές για φιλοδωρήματα, υπερωρίες και άλλα επιδόματα

Από την άλλη πλευρά, περιλαμβάνει βαθιές περικοπές σε κοινωνικά προγράμματα:

  • Περιορισμός των κριτηρίων για το Medicaid, με εκτίμηση απώλειας κάλυψης για περίπου 11 εκατ. πολίτες

  • Κατάργηση των πράσινων επιδοτήσεων που εισήγαγε ο νόμος Μπάιντεν (Inflation Reduction Act)

Ρεαλισμός ή παγίδα; Το ρίσκο για τις ΗΠΑ και τις αγορές

Όπως εκτιμούν οικονομικοί αναλυτές, το νέο νομοσχέδιο δεν αναμένεται να περιορίσει την έκρηξη του αμερικανικού χρέους, το οποίο συνεχίζει να ανεβαίνει με εκθετικό ρυθμό. Η δε απόδοση των 10ετών αμερικανικών ομολόγων παραμένει σταθερά πάνω από το 4%, στοιχείο που δείχνει πως οι αγορές προεξοφλούν ακριβότερο δανεισμό και μακρά περίοδο πιέσεων στα δημόσια οικονομικά.

Η επιμονή του Προέδρου Τραμπ να στηρίξει τον ιδιωτικό τομέα και να περιορίσει τη δράση του κράτους, αποτελεί κεντρικό άξονα της πολιτικής του. Ωστόσο, οι εσωκομματικές αντιρρήσεις, η αντίθεση θεσμών και τεχνοκρατών, αλλά και η απρόβλεπτη φύση της διεθνούς συγκυρίας ενδέχεται να φέρουν ανατροπές στον σχεδιασμό και δυσκολίες στη Γερουσία.

Η επόμενη εβδομάδα θα δείξει αν ο Τραμπ θα καταφέρει να πετύχει έναν εντυπωσιακό πολιτικό ελιγμό ή αν το «μεγάλο, ωραίο νομοσχέδιο» θα μετατραπεί σε μεγάλη πολιτική παγίδα.

Διαβάστε ακόμη: