H φάση των παρατεταμένων και διαδοχικών διαταραχών που έχει ονομαστεί permacrisis συνεχίζεται. Η πρόσφατη τραπεζική κρίση συνιστά τον τελευταίο κρίκο μιας αλυσίδας διαταραχών των τελευταίων ετών, πρωτοφανούς έντασης και διάρκειας, όπως η πανδημική κρίση, η διάτρηση των εφοδιαστικών αλυσίδων, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με σχετική ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, η τελευταία κρίση αναζωπύρωσε το «ξεχασμένο» ζήτημα του πληθωρισμού, προκαλώντας την αντίδραση της νομισματικής πολιτικής για να το αποσοβήσει. Σε ποιο βαθμό η ασκούμενη νομισματική πολιτική -σε συνδυασμό με την τραπεζική κρίση- επηρεάζουν τον ρυθμό ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας;
Αν και οι πληθωριστικές πιέσεις παρουσιάζουν ήπια αποκλιμάκωση τους τελευταίους μήνες, οι υπεύθυνοι χάραξης της νομισματικής πολιτικής οφείλουν να αναζητήσουν τη χρυσή τομή μεταξύ του κινδύνου της ασθενούς αντίδρασης, που θα μπορούσε να παρατείνει τις πληθωριστικές επιπτώσεις αυτών των κλυδωνισμών και του κινδύνου της υπερβολικής αντίδρασης, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αστάθεια και επιβράδυνση της οικονομίας. Παρά τις πρόσφατες εντάσεις στον χρηματοπιστωτικό κλάδο στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, οι κεντρικές τράπεζες (Fed, BoE, ECB) διατήρησαν την αυστηρή νομισματική πολιτική, αυξάνοντας τα βασικά τους επιτόκια.
Η περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων, παρά τις αντιδράσεις της αγοράς, αποτελεί μήνυμα για συνέχιση της αυστηρής νομισματικής πολιτικής, μέχρι την επάνοδο του πληθωρισμού στα επιθυμητά επίπεδα. Σύμφωνα με το Peterson Institute for International Economics, η παγκόσμια οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί μόλις κατά 2,9% το 2023 και 3,1% το 2024 . Στις ΗΠΑ, ο ρυθμός ανάπτυξης παρέμεινε χαμηλός το 2022 (1,3%), με τον πληθωρισμό να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα και την αγορά εργασίας να είναι ιδιαιτέρως ανθεκτική.
Κίνδυνος να οδηγηθεί η οικονομία σε ύφεση
Η διατήρηση των υψηλών επιτοκίων, καθώς και οι αναταράξεις στον τραπεζικό τομέα καθιστούν λιγότερο πιθανή μια ήπια προσγείωση (soft landing) και αυξάνουν τον κίνδυνο να οδηγηθεί η οικονομία σε ύφεση. Επιπλέον, η αυστηροποίηση των χρηματοπιστωτικών κανόνων, μετά την κατάρρευση τριών περιφερειακών τραπεζών στις ΗΠΑ, ενδέχεται να οδηγήσει σε περαιτέρω επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, εξαιτίας της περιορισμένης πιστωτικής επέκτασης στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Η Ευρωζώνη φαίνεται να έχει αποφύγει την ύφεση και οι προοπτικές της για το μέλλον είναι καλύτερες από ό,τι πριν από μερικούς μήνες, λόγω κυρίως της ήπιας αποκλιμάκωσης των τιμών της ενέργειας και των αυξημένων εισροών κεφαλαίων από την υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η πρόσφατη απόφαση των χωρών μελών του OPEC+ να περιορίσουν την παραγωγή ώστε να στηρίξουν την τιμή ενδέχεται να αποτελεί έναν παράγοντα κινδύνου για αυτήν την προοπτική. Το Ηνωμένο Βασίλειο αναμένεται να υστερήσει έναντι των άλλων προηγμένων οικονομιών και να παρουσιάσει πολύ χαμηλή ή ακόμα και αρνητική ανάπτυξη κατά το τρέχον και το επόμενο έτος, εξαιτίας, κυρίως, του υψηλού πληθωρισμού αλλά και της πολιτικής αβεβαιότητας μετά την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι προοπτικές ανάπτυξης αποκλίνουν για τις υπόλοιπες, μεγάλες οικονομίες.
Η κινεζική οικονομία αναμένεται να συμβάλει καθοριστικά στην παγκόσμια ανάπτυξη, ανακάμπτοντας δυναμικά μετά το άνοιγμα τις οικονομίας της, με ραγδαία αύξηση της κατανάλωσης και σταδιακή ανάκαμψη της ζήτησης και των τιμών στην αγορά ακινήτων της. Στην Ινδία, η πρόοδος που παρατηρείται στις μεταρρυθμίσεις θα ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα. Αντίθετα, τα υψηλά επιτόκια και τα διαρθρωτικά προβλήματα θα συνεχίσουν να επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα στη Βραζιλία, ενώ η Ρωσία θα συνεχίσει να υφίσταται τις υφεσιακές επιπτώσεις από την εισβολή στην Ουκρανία.
Αναμφίβολα, σε αυτήν την περίοδο αυξήσεων των τιμών, πρωταρχικός στόχος των κεντρικών τραπεζών θα πρέπει να είναι ο έλεγχος του πληθωρισμού. Όμως η νομισματική πολιτική θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη και άλλες παραμέτρους, όπως τις γεωπολιτικές εξελίξεις, καθώς και τον κίνδυνο που αναδύεται στον χρηματοπιστωτικό κλάδο.
Με τις γεωπολιτικές εντάσεις να εντείνουν την αποστροφή των επενδυτών στον κίνδυνο και να προκαλούν σημαντικές διακυμάνσεις, οι πρόσφατες τραπεζικές διαταραχές οδήγησαν σε ραγδαία πτώση τους κυριότερους χρηματιστηριακούς δείκτες, διάρκειας λίγων ημερών, οι οποίοι, ωστόσο, ανέκαμψαν γρήγορα και το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια ανοδική πορεία. Παρά τη σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, ο δομικός πληθωρισμός που δεν περιλαμβάνει τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, δεν ακολουθεί την ίδια πορεία.
Στη ΖτΕ, ο πυρήνας του πληθωρισμού επιταχύνθηκε στο ιστορικά υψηλό επίπεδο 5,7% τον Μάρτιο, ενώ ο συνολικός πληθωρισμός υποχώρησε στο 6,9% από 8,5%. Παρά την πρόσφατη αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων, οι ανησυχίες σχετικά με τον κίνδυνο δευτερογενών επιδράσεων, με τη μορφή μιας σπειροειδούς αύξησης μισθών-τιμών παραμένουν, κυρίως εξαιτίας των σφιχτών συνθηκών που επικρατούν στην αγορά εργασίας των ανεπτυγμένων οικονομιών.
Η “χαμένη δεκαετία”
Σύμφωνα με έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια “χαμένη δεκαετία”, εάν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν υιοθετήσουν φιλόδοξες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της αγοράς εργασίας, της παραγωγικότητας και των επενδύσεων. Σύμφωνα με την έκθεση (Falling LongTerm Growth Prospects: Trends, Expectations, and Policies, Μάρτιος 2023), το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να σημειώσει ανάπτυξη μόλις κατά 2,2% ετησίως μεταξύ του 2022 και του 2030, χαμηλότερη σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2011-2021 (2,6%).
Συνοψίζοντας, οι κεντρικές τράπεζες παρακολουθούν καθημερινά τις εξελίξεις και δεδομένης της αβεβαιότητας που επικρατεί, οφείλουν να παραμείνουν πλήρως εξαρτώμενες από τα δεδομένα. Οι μελλοντικές αποφάσεις θα πρέπει να καθορίζονται λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις του πληθωρισμού, τον δομικό πληθωρισμό και την ισχύ της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής, έχοντας όμως κατά νου τους πιθανούς κινδύνους για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές, που προέρχονται τόσο από την πραγματική οικονομία όσο και από τον χρηματοπιστωτικό τομέα.