Τον περασμένο Ιανουάριο ο γερμανικός οίκος Scope Ratings σξιολογούσε την ελληνική οικονομία με ΒΒΒ- διατηρώντας τη βαθμολόγησή της για το ελληνικό αξιόχρεο , καθώς, όπως ανέφερε, η μακροπρόθεσμη αξιολόγηση υποστηρίζεται από πολλαπλά πιστωτικά πλεονεκτήματα: βελτίωση του δείκτη χρέους και του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης, η ενισχυμένη ευρωπαϊκή θεσμική στήριξη μετά την κρίση της Covid-19, υπό τύπον έκτακτων παρεμβάσεων νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, χάρη στην εφαρμογή πολιτικής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που περιόρισε τα υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Μέσα στον Ιούνιο, ωστόσο, ο οίκος χαμήλωσε τον πήχη για την ελληνική ανάπτυξη. Συγκεκριμένα, στην έκθεση Global Economic Outllok, η Scope ανέφερε ότι η Ελλάδα θα γνωρίσει επέκταση του ΑΕΠ κατά 1,6% το 2024 και 1,8% το 2025, ποσοστά μειωμένα κατά 0,6% και 0,5% αντίστοιχα από την προηγούμενη πρόβλεψη του Δεκεμβρίου 2023 για την ελληνική ανάπτυξη. Όσον αφορά στον πληθωρισμό προέβλεψε ρυθμό αυξήσεων 3,1% το 2024 και 2,8% το 2025, αυξημένο κατά 0,7% και 0,5% αντίστοιχα από την προηγούμενη πρόβλεψη.
Πώς θα ανέβει κι άλλο η Ελλάδα στη σκάλα των αξιολογήσεων
Όπως ανέφερε η Scope, η Ελλάδα έχει ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, αλλά βρίσκεται στο τελευταίο σκαλοπάτι της και θα χρειαστούν κάποιες προϋποθέσεις για να ανέβει κι άλλο στη σκάλα των αξιολογήσεων.
Όπως τόνιζε ο οικονομολόγος του οίκου, Ντένις Σεν «περαιτέρω ανοδική πορεία για την πιστοληπτική μας αξιολόγηση BBB- στην Ελλάδα εξαρτάται όχι μόνο από τη διατήρηση της ισχυρής ονομαστικής οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και από τη βαθύτερη δημοσιονομική εξυγίανση και τη συνετή διαχείριση του χρέους».
Η Scope υπολογίζει ότι το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί περαιτέρω σε περίπου 140% έως το 2028 (από 160% στο τέλος του 2023), με τη βοήθεια των πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων τα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, θα πρέπει να υπάρχει συνεχής πρόοδος στις διαρθρωτικές-οικονομικές μεταρρυθμίσει, καθώς και στον περιορισμό του κινδύνου του εξωτερικού τομέα και την ενίσχυση της μακροοικονομικής βιωσιμότητας.
Αύξηση των κόκκινων δανείων, χαμηλότερη όμως από τον μέσο όρο
Σε ό,τι αφορά τα κόκκινα δάνεια, η Scope αναφέρει ότι, όπως αποκαλύπτουν και τα νέα στοιχεία του NPL Monitor , υπάρχει μια σημαντική άνοδος συνολικά στην ευρωζώνη, με τη συσσώρευση νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων να εμφανίζει πλέον υπερτριπλάσιους ρυθμούς σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2023.
Σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, η δημιουργία κόκκινων δανείων αναμένεται να συνεχίσει να εμφανίζει μια μέτρια αύξηση, παρά τις προσδοκίες για ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2024 και ακόμα περισσότερο το 2025, με τη βοήθεια και των επιτοκιακών μειώσεων.
H Ελλάδα εμφάνισε τη μεγαλύτερη αύξηση των κόκκινων δανείων (κατά 0,5% στο τρίμηνο), αν και η Scope τονίζει ότι ο δείκτης των NPLs παραμένει χαμηλότερος από τον μέσο όρο για την περίοδο (καθώς αυξήθηκε στο 3,8% από 3,3% που ήταν στα τέλη του 2023).
Ωστόσο, όπως αναφέρει το nplconfidential.com, τα υψηλόβαθμα στελέχη των ελληνικών τραπεζών εμφανίζονται καθησυχαστικά, εστιάζοντας στους παράγοντες που θα συγκρατήσουν την αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Οι κινητήριοι μοχλοί είναι η ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, η μείωση της ανεργίας, οι ανθεκτικές τιμές των ακινήτων και το πλαφόν που επιβλήθηκε στις
επιτόκια των ενυπόθηκων δανείων.
«Η Eurobank έχει καθοδηγήσει για CoR της τάξης των 80 μονάδων βάσης φέτος. Ο τομέας που θα μπορούσε να έχει πρόσθετο κίνδυνο είναι ο τομέας των στεγαστικών δανείων λόγω των μακροοικονομικών επιπτώσεων στο εισόδημα των νοικοκυριών, ωστόσο δεν έχει παρατηρηθεί σημαντική επιδείνωση», τόνισε ο οικονομικός διευθυντής της Eurobank, Χάρης Κοκολογιάννης, σε πρόσφατη συζήτηση για τις προοπτικές και τις προκλήσεις του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.
Σύμφωνα, εξάλλου, με τη νέα έκδοση του NPL Monitor, η αγορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα παραμένει ζωηρή, σε αντίθεση με τις πιο υποτονικές ροές συναλλαγών στην περιοχή CESEE (Κεντρική, Ανατολική και ΝΑ Ευρώπη) – Η συναλλακτική δραστηριότητα για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια παρέμεινε ζωηρή στη χώρα μας, χάρη στη σημαντική συμβολή των δευτερογενών πωλήσεων. Οι τράπεζες προσεγγίζουν πλέον τις πωλήσεις χαρτοφυλακίου περισσότερο από άποψη τακτικής παρά ως αντίδραση στην κρίση. Η δυναμική της ενοποίησης στον κλάδο των πιστωτικών φορέων εξυπηρέτησης συνέβαλε επίσης στη διεύρυνση της δευτερογενούς ροής το 2023.
Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να σημειωθεί ότι από το 2017, όταν άρχισε ο Scope Ratings να αξιολογεί την Ελλάδα, η χώρα έχει αναβαθμιστεί κατά σχεδόν 10 κλίμακες. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη βελτίωση από κάθε άλλον κρατικό δανειολήπτη που αξιολογεί η Scope. Και η εξέλιξη αυτή αν μη τι άλλο καταδεικνύει την επάνοδο της ελληνικής οικονομίας στην κανονικότητα.