«Χέρι στο μαξιλάρι» των 40 δισ. ευρώ, αποφάσισε να βάλει η κυβέρνηση, με στόχο να αποπληρώσει πρόωρα “ακριβά” δάνεια 8 δισ. που “κουβαλά” η χώρα από το 1ο Μνημόνιο, μειώνοντας κατά 300-350 εκατ. ευρώ το χρόνο την επιβάρυνση στον κρατικό προϋπολογισμό για τόκους. Σπάει ταυτόχρονα και ένα «ταμπού» που χρονολογείται από το 2018, καθώς οι δανειστές δεν επέτρεπαν ως τώρα στην Αθήνα να τα αποπληρώσει πρόωρα, με τα χρήματα από το δάνειο που πήρε η χώρα όταν τέλειωσε το Γ΄ Μνημόνιο το 2018.
Το σχέδιο ανακοίνωσε και επισήμως ο πρωθυπουργός στη χθεσινή συνέντευξή του στο Bloomberg, επιβεβαιώνοντας τις πληροφορίες.
Πρόκειται για κίνηση- “έκπληξη” και υψηλού συμβολισμού, που στέλνει μήνυμα οικονομικής σταθερότητας στο εξωτερικό, την μεθεπομένη μόλις των ευρωεκλογών.
Θα αφορά πρόωρη αποπληρωμή 8 δισ. για τις δόσεις της τριετίας 2026-2028 από το δάνειο του πρώτου μνημονίου, ύψους 2,64 δισ. ευρώ ανά έτος. Η σχετική έγκριση από τον ESM και το EuroWorking Group αναμένεται τον Σεπτέμβριο, εξέλιξη που θα επιτρέψει την ολοκλήρωση της αποπληρωμής στα τέλη του 2024.
Θα είναι η πρώτη φορά που ελληνική κυβέρνηση προχωρά στην ταχύτερη αποπληρωμή υφιστάμενου δημοσίου χρέους, μειώνοντας δραστικά (κατά 20% ή και κάτω από τα 30 δισ.) το αποθεματικό ασφαλείας των 37-40 δισ. ευρώ που διατηρούσε το περίφημο «μαξιλάρι ασφαλείας» ως «κόρη οφθαλμού» η χώρα επί σχεδόν μια εξαετία!
Η κίνηση αυτή θα γίνει με τη σύμφωνη γνώμη των δανειστών και πιστοποιεί πως εξέλιπαν οι λόγοι για τους οποίους το είχαν επιβάλει ως λύση.
Αλλαγή σελίδας
Το 2018 η χώρα δανείστηκε 9 δισ. ευρώ από τον ESM και άλλα 3 δισ. από τις αγορές από τις αγορές. Μαζί με άλλα 3,7 δισ. από υπερπλεόνασμα και υπερφορολόγηση, «κλείδωσαν» συνολικά 15,7 δισ. σε έναν ειδικό λογαριασμό για εξυπηρέτηση του χρέους (cash buffer account) στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Το «μαξιλαράκι ασφαλείας» των 37-40 δισ. συμπλήρωναν και τα τρέχοντα ρευστά διαθέσιμα όλων των κρατικών φορέων (ασφαλιστικά ταμεία, οργανισμοί ΝΠΔΔ ) που διαχρονικά κυμαίνονταν στα 20-25 δισ. ευρώ και βρίσκονταν ανέκαθεν στα «συρτάρια» τους. Μπήκαν όλα στον ειδικό λογαριασμό, χάνοντας την αυτοτέλεια οι φορείς που τα κατείχαν, όταν τα είχαν ακόμα διάσπαρτα σε διάφορες τράπεζες.
Οι λόγοι για τους οποίους επελέγη τότε η λύση δημιουργίας cash buffer account που (αντί για άνοιγμα προληπτικής γραμμή πίστωσης «δια παν ενδεχόμενο» αλλά χωρίς επιβάρυνση για τόκους όπως πρότεινε τότε η τράπεζα της Ελλάδος) ήταν:
1. για να διατηρείται η δέσμευση της χώρας από τους πιστωτές της και να παρακολουθείται ότι εφαρμόζει τα μνημονιακά μέτρα για τουλάχιστον μια 4ετία ακόμα μετά το 2018, με ένα νέο δάνειο και ένα άτυπο (τέταρτο) μνημόνιο. Η διαφορά ήταν πως έδωσαν όλα τα λεφτά «μπροστά», με τον όρο να μην μπορεί να τα αγγίξει καμία κυβέρνηση (παρά μόνο για να αποφύγει πιστωτικό επεισόδιο όπως του 2015) αντί για “δόσεις” κατόπιν αξιολόγησης ανά τρίμηνο. Ωστόσο οι έλεγχοι συνεχίστηκαν ανά εξάμηνο. Στις 20 Αυγούστου 2022 έκλεισε η περίοδος εκείνη της “αυξημένης εποπτείας” (όπως επισήμως ονομάσθηκε).
Πλέον, με βάση την θετική πορεία της Οικονομίας, εξέλιπε ο συγκεκριμένος λόγος διακράτησης των δανείων σε κλειστό λογαριασμό. Ωστόσο εκείνα τα 15,7 δισ. κόστισαν πάνω από 200 εκατ. ετησίως ή περισσότερα από 1 δισ. μέχρι σήμερα σε τόκους.
Και πάλι πάντως, η Αθήνα θα πρέπει να διακρατήσει 4 από τα 9 δισ. του δανείου εκείνου. Θα χρησιμοποιήσει μόνο τα 5 δισ. από το δάνειο του 3ου Μνημονίου ενώ τα άλλα 3 δισ. θα αφαιρεθούν από τα λοιπά ταμειακά διαθέσιμα.
2. για να αποτελούν εχέγγυο «για τα μάτια» των διεθνών αγορών, το οποίο θα καλύπτει τις υποχρεώσεις πληρωμών χρέους μέχρι και 1 έτος μπροστά. Έμειναν «αμανάτι» για να μη φοβούνται νέα χρεωκοπία της χώρας οι επενδυτές που θα δάνειζαν την Ελλάδα στην μετά-Μνημόνιο εποχή -αντί για την «ομπρέλα προστασίας» που θα είχε η χώρα αν επέλεγε να ανοίξει μία αντίστοιχου ύψους πιστοληπτική γραμμή 12-15 δισ. για “ώρα ανάγκης”.
3. για να ενισχύει την εμπιστοσύνη και ηρεμία των αγορών και να δανείζεται φθηνότερα ή με αξιοπρεπείς όρους η χώρα, όσο παρέμενε η μοναδική στην ΕΕ εκτός επενδυτικής βαθμίδας. Ο συγκεκριμένος λόγος εξέλιπε από τα τέλη του 2023, οπότε η Ελλάδα ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα. Στην πράξη πάντως, οι αγορές τιμολογούσαν ήδη από πολύ νωρίτερα την Ελλάδα με πιο χαμηλά επιτόκια -σαν να είχε επενδυτική βαθμίδα- χάρη στις υψηλές επιδόσεις της οικονομίας και όχι για τα λεφτά που διατηρούσε στην «προθήκη» της (cash buffer) προκειμένου να τα βλέπουν οι ξένοι επενδυτές.
1,2 δισ. κόστισε το «μαξιλάρι»
Για να διακρατά συνεχώς και «βρέξει – χιονίσει» τα λεφτά στα ταμεία του αντί να αποπληρώνει χρέος, το ελληνικό κράτος επωμίστηκε ένα κόστος άνω των 1,2 δισ. ευρώ σε τόκους τα τελευταία έξι χρόνια.
Πώς συνέβη αυτό;
Η χώρα δανείστηκε τα 9 δισ. ευρώ από τον ESM με επιτόκιο 1,1% ενώ άλλα 3 δισ. από τις αγορές με επιτόκιο 3,75%. Κατέβαλλε δηλαδή τόκους 99 εκατ. ευρώ ετησίως για το «επίσημο» δάνειο, καθώς και επιπλέον 110 εκατ. ευρώ το χρόνο στις αγορές. Δηλαδή 210 εκατ. το χρόνο ή 1,2 δισ. μέχρι φέτος.
Επιπλέον, με την πρόωρη αποπληρωμή των 8 δισ. από το δάνειο του 1ου Μνημονίου το κόστος εξυπηρέτησης χρέους ελαφρύνεται κατά 300-350 εκατ. και άνω ετησίως.
Πρόκειται για ένα μέρος από τα 52,9 δισ. που έλαβε συνολικά το 2010 με ορίζοντα αποπληρωμής έως το 2040 και με επιτόκιο Euribor 3 μηνών + 0,5%. Το Euribor 3μηνου τα τελευταία χρόνια ανέρχεται σε περίπου 3,75%-4%. Η ελάφρυνση από χρέη 8 δισ. ευρώ με επιτόκια 4,25%-4,5% «μεταφράζεται» σε σχεδόν 350 εκατ. ευρώ το χρόνο, μόλις εξοφληθούν τα δάνεια αυτά από το 2025 και μετά.
Διαβάστε ακόμη
- Αποκάλυψη: Η BC Partners επιδιώκει να μπει μετοχικά στην Ευρωλίγκα
- Ο εφοπλιστής Μάριος Ηλιόπουλος μπαίνει (;) στο deal «Bright» – «DBC diadikasia»
- Aνασχηματισμός: Έχει νόημα μόνο αν συνδυαστεί με στροφή σε μια σειρά πολιτικών της κυβέρνησης
- Θρίλερ στην Αμοργό: Αγνοείται Αμερικάνος αστυνομικός – «Δύσκολο να βρεθεί ζωντανός»